Νίκολο ΤσίΒο
ή
τα πτώματα μυρίζουν
όμορφα
όταν τα ραντίσεις
με ζωντανούς
125478569 ηλίθιοι με τα δίκια τους να αστράφτουν απέναντι απο έναν ηλίθιο χωρίς δίκιο. ο Αναπτήρας δεν ανάβει όσα γλυκόλογα και αν του πω και όσοι έχουν φωτιά τους μισώ γιατί με έχουν κάψει. Εκείνη περιμένει να σβήσει το τσιγάρο για να κάνει μια ευχή και αυτό με το που σβήνει εξαφανίζομαι εγώ. . .αυτές οι ευχές και Ο ΧΡΟΝΟΣ ΜΙΑ ΠΛΑΝΗ....το είπε ο Νικ ΤσίΒο μια βραδιά πρίν τηγανιστεί το μυαλό του ανάμεσα σε μακαρονάδες και στίχους του Blake. Του έχω αφιερώσει τόσα ποιήματα που στο τέλος θα γράφω το όνομα του απο κάτω. Έτσι είναι, όταν αφιερώνεις κάτι άμεσα και χωρίς διαδικασίες σε κάποιον περνάει αυτόματα στην ιδιοκτησία του. Αυτός πια έχει την ευθύνη...εκτός και αν έχει κέρδος...χρηματικό... εκεί ο Δημιουργός με το Κ κεφαλαίο ( απο το Καριόλης ) επεμβαίνει με λουλουδιασμένα ρόπαλα και δικηγόρους.
Αν έγραφα την Βιογραφία του Νίκολο ΤσίΒο θα ήταν κάτι ανάμεσα σε λίβελο, συνταγή μαγειρικής και βίος Αγίου. Μια τόσο πολυσύνθετη σε αποσύνθεση προσωπικότητα είναι δύσκολο να καταλάβεις τι γυρεύει στον κόσμο αυτό. Είναι μάλλον σαν τα Βουνά, τις Θάλασσες και τις Πουτάνες. Κανέναν δεν ενδιαφέρει γιατί υπάρχει, απλά στεκόνται στο γεγονός οτί υπάρχει. Αλλα πώς υπάρχει ;
Δημιουργώντας από το τίποτα της πραγματικότητας του και με μηδενικές φιλοδοξίες όσο να αφορά τα τετριμμένα ( σπίτια....μετοχές....γίδια...στάνες....κόμματα ) ξεκινάει μια πορεία που κανείς δεν θα την ζήλευε. Κανείς λογικός άνθρωπος - Η ΛΟΓΙΚΗ ΟΡΊΖΕΤΑΙ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ ΕΝΟΣ ΠΑΚΕΤΟΥ ΜΕ ΤΣΙΓΑΡΑ, ΜΕ ΤΟΝ ΑΡΙΘΜΟ ΤΩΝ ΣΥΝΤΡΟΦΩΝ ΠΟΥ ΕΡΧΕΤΑΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΣΕ ΚΩΜΙΚΗ/ΕΡΩΤΙΚΗ ( κωμική εννοώ τα λόγια πριν το σεξ ) ΕΠΑΦΗ ΚΑΙ ΜΕ ΤΑ ΜΕΡΟΚΑΜΑΤΑ ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΦΕΡΕΙ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ. - Σαν επισκέπτης,περαστικός παρατηρεί ανθρώπους...δεν τους γνωρίζει...στέκεται σε στιγμές και κινήσεις...μετράει πόσα τσιγάρα του κάνουν τράκα και αν πούνε τίποτα για την αισθητική των μαλλιών του. Χαμογελάει στην θέα των υπολοίπων που ελπίζουν στον εαυτό τους, που ελπίζουν σε κάτι καλύτερο, από το καλύτερο που ήδη έχουν. Για αυτό και μένει στα δικά του. Προσπαθεί να συνδυάσει την διασκέδαση με τις βασικές του ανάγκες. Την πλήξη του με τον χρόνο που προσπαθεί να εξαφανίσει. Την όρεξη του με ποσότητες τροφίμων ικανές να χορτάσουν μια κωμόπολη και μια κωλόπολη.
Τον κατηγορώ ότι δεν πειράζει, δεν ενοχλεί κανέναν...αλλά ξέρω ότι έχω άδικο και στο τέλος θα βγω χαμένος. Η ευγένεια της ψυχής του που σαν νάνοι κάποιοι την κοιτάμε, δεν διανοείται να ανακατευτεί σε μικρότητες και ελαττώματα με το προβληματικό πλην πολιτισμένο (άλλο έγκλημα ο πολιτισμός...σκεφτείτε ότι του έκαναν και υπουργείο) ανθρώπινο γένος. Τις μικρότητες τις έχω αναλάβει εργολαβία εγώ. Εκείνος κοιτάει ευθεία και κάτω. Ευθεία γιατί ξέρει τι έρχεται, κάτω γιατί ξέρει που θα πάνε κάποιοι με γραβάτες, κουκούλες, τσέπες /ιδέες.
Σκέφτομαι κάποιες φορές (δεν το κάνω συχνά, μη με φοβάστε...) αν τον συλλάβουν ποτέ. Θα ήταν η πιο ΗΛΙΘΙΑ ΣΥΛΛΗΨΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ. Φαντάζομαι ( αυτό το κάνω συχνά, να με φοβάστε καργίοληδες ) να προχωράει αμέριμνος ( όλα έτσι τα κάνει ) ένα ζεστό απόγευμα του καλοκαιριού στην πλατεία Αριστοτέλους και αφού θα έχει γλυτώσει από μια ύπουλη επίθεση σκυλιών και λοιπών κομματικών, να τον πιάσει η μια περίπολος αστυνομικών. Θα του ζητήσουν ταυτότητα, αυτός θα την βγάλει κάπως απότομα, θα τους τρομάξει, θα τον βουτήξουν, ΜΕΣΑ Ο ΝΙΚΟΛΟ ΤσίΒο. Άλλος με τέτοιο περιστατικό στην πλάτη του θα έβγαζε καμιά 50ριά ποιήματα,1 - 2 μυθιστορήματα και κάποια μανιφέστα. Αυτός όμως θα περιοριστεί σε μια χλιαρή κριτική πάνω στο σάντουιτς που θα του προσφέρει κάποιος δόκιμος αστυνομικός, πριν την πλύση του όποιου εγκεφάλου του. Θα ζητήσει τσιγάρο, αν δεν του δώσουν θα κλείσει τα μάτια του και όλα γύρω του θα εξαφανιστούν. Ίσως γράψει και κάτι στον τοίχο του κρατητηρίου με κάποιο κομμάτι σοβά, όπως ο ήρωας σε εκείνο το ποίημα που του άρεσε.
ο Proust έλεγε σε κάθε ευκαιρία ότι ο χρόνος του είναι περιορισμένος και πολύτιμος. Στην περίπτωση του ΤσίΒο αυτό φαίνεται πολυτέλεια. Προσπαθεί όπως είπα να καταργήσει τον χρόνο ( και το κατάφερε εν αγνοία του μέχρι ένα όριο όταν πήγε μια ώρα νωρίτερα από το κανονικό στην Σχολή Χαρέμι οπού σπουδάζει).
Κάποτε του μίλησα μέσα στο λεωφορείο για Εκείνη που γράφει κατ΄ αυτόν επιτηδευμένα κατ΄ εμέ αληθινά ( όμως ποια τέχνη δεν είναι επιτηδευμένη και ταυτόχρονα αληθινή ; ) και τον ειρμό τον ρομαντικών ( Βλέπε Δουμά ) σκέψεων μου διέκοψε εκείνη η κοντούλα με το καλτσόν το περίεργο και την κόκκινη φούστα. Γέλασε πρώτος και εγώ ακολούθησα άνευ όρων. Τι Παρωδία.
Γελάμε πολύ με τα σοβαρά. Το γελοίο είναι σαν πάχνη πάνω σε όλα τα πράγματα. Σε όλα χωρίς εξαίρεση, δυστυχώς ή ευτυχώς. Του είχα πει πάλι μέσα στο λεωφορείο ( μιλάω πολύ το ξέρω... ειδικά μέσα στα λεωφορεία. Ίσως επειδή έχω την ψευδαίσθηση ότι υπάρχει κάποιο ακροατήριο ) ότι είμαστε απόκληροι και Χαμογέλασε.΄΄Υπερβάλω;΄΄ τον ρώτησα. ΄΄Βέβαια΄΄ μου είπε και συνέχισε να χαμογελάει.
Το γεγονός ότι δεν έχει κάνει κακό σε κανέναν πλην του εαυτού του τον καθιστά επικίνδυνο για τους αναίσθητους και αυτό πιστεύω είναι το πιο σημαντικό.