Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου 2017

03:02


- Και πως αγαπηθήκατε;
- Πως ξεκίνησε το έγκλημα, ε; Να, ζητούσαν εθελοντές, κάποιον να πάει να παλέψει με τα θεριά και έκανα εγώ ένα βήμα μπροστά. . . Καθόταν και μοναχούλα. . . Τόση δα. . . Νόμιζες ότι έβαλε πέτρες στις τσέπες της, να μην την πάρει ο άνεμος. Πως άλλοι για να πάνε μπαμ, στο πάτο; Ε, αυτή δεν την πήρε ο άνεμος. . . Εμένα πήρε ο πάτος της. Δεν είχα δει και τους άλλους, τους αξέχαστους, τους δικούς της που φύγανε από τα παράθυρα κυνηγημένοι - όχι σαν. Είχανε καταντήσει κουδουνίστρες που βγάζουν μοιρολόγια. Σηκώνανε και χέρι, σε στιλ ΄΄το αίμα μου πίσω και πάρε καριόλα να ΄χεις.΄΄
Εκείνη όμως ήξερε. 
Ήξερε.
Και φεύγανε νύχτα κυνηγημένοι - όχι σαν.
Να τους παίρνει ο διάολος και να τους γυρίζει πίσω, απ΄ όπου σκατά ήρθανε.
Και καθόταν μοναχούλα.
Ήρεμη αφού είχε πια την ερημιά να απλωθεί.

Έτσι πήγα.


Τώρα τα θυμάμαι για να ΄χω κάτι να μασάω.
Να μην δαγκώσω.