tag:blogger.com,1999:blog-18473204039000962012024-03-11T05:23:38.441+02:00ΟΙΝΟΠΝΕΥΜΑΤΑ ΑΝΤΙΛΟΓΙΑΣόλα τα κείμενα και τα οινοπνεύματα εδω πέρα είναι εκ του ασφαλούςΒ.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.comBlogger1184125tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-14503136978459673622024-03-04T12:30:00.009+02:002024-03-04T12:30:54.940+02:00<p style="text-align: center;"><span style="color: red; font-family: courier; font-size: large;"><i><br /></i></span></p><p style="text-align: center;"><span style="color: red; font-family: courier; font-size: large;"><i> </i></span></p><p style="text-align: center;"><span style="color: red; font-family: courier; font-size: large;"><i><br /></i></span></p><p style="text-align: center;"><span style="color: red; font-family: courier; font-size: large;"><i>Σ Υ Γ Ν Ω Μ Η</i></span></p><p style="text-align: center;"><span style="color: red; font-family: courier; font-size: large;"><i><br /></i></span></p><p style="text-align: center;"><span style="color: red; font-family: courier; font-size: large;"><i><br /></i></span></p><p style="text-align: center;"><span style="color: red; font-family: courier; font-size: large;"><i><br /></i></span></p>Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-13804028628541843792024-03-04T12:25:00.000+02:002024-03-04T12:25:01.892+02:00μ.<p> να εμφανίζεσαι </p><p>ενώ δεν σε περιμένει κανείς</p><p>να αφήνεις δώρα, γλυκά </p><p>και μετά να χάνεσαι</p><p><br /></p><p>ούτε νοήματα, ούτε ονόματα, ούτε μνήμες</p><p><br /></p><p><br /></p><p>αυτό.</p><p><br /></p><p><br /></p>Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-65825716929395677802024-03-04T11:48:00.001+02:002024-03-04T11:48:43.856+02:00ο κόσμος πάντα εκεί<p> </p><p><i>- Έχεις δει χειρούργους να αυτοσχεδιάζουν, να παζαρεύουν; Θεωρίες συνομωσίες να παίζονται σε στοιχηματζίδικο; Ένα τριμάλακα να συμφωνεί μαζί σου, να σου δίνει δίκια ή ένα ποτήρι νερό ενώ πνίγεσαι; Άγνοια που σώζει; Οργανωμένη άγνοια, σαν επιστήμη; Την κούραση σαν ναρκωτικό; Ένα πανκιό μια σταλιά, πλαγιοκουρεμένο με πρασινάδα στην κορφή να σου ζητάει αντί για μπύρα μια μπουκαμβίλια; Εμένα μεθυσμένο, να σου λέω - Αύριο, αύριο θα σου εξηγήσω που θα είμαι νηφάλιος κι ας είναι ο κόσμος εκεί που είναι και τώρα που τα ΄χω πιεί;</i></p><i>- Όχι. </i><div><i><br /></i></div><div><br /></div>Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-85199801425345798212023-08-13T15:24:00.001+03:002023-08-13T15:25:28.088+03:00επανάληψη<p style="text-align: right;"><i><span style="font-family: courier; font-size: x-small;"><br /></span></i></p><p style="text-align: right;"><i><span style="font-family: courier; font-size: x-small;">για την Σοφούλα Σ. Τ.</span></i></p><p style="text-align: right;"><i><span style="font-family: courier; font-size: x-small;">και τον Oliver D.</span></i></p><p><br /></p><p><br /></p><p>. . . μα αφού τους είπανε να πάνε να γαμηθούν, γιατί δεν πήγαν; Έτσι, σε στιλ, δεν μας πειράζει να ζείτε αλλά αν είναι δυνατόν να πάτε αλλού να ψοφήσετε. . . ή να ξεκουραστείτε τελεσίδικα. . . αλλά ξεχνάω. . . το μόνο που με κρατάει είναι οι φίλοι, το σιχτίρι σε οποιοδήποτε υποβολέα κι ένας αυτοσχεδιασμός στις αναπνοές μεταξύ των λέξεων.</p><p><i> - ένας Σούρδος στο παρατηρητήριο του Κάιζερ και ένα περίεργο τσούρμο που μπέρδεψε τον μασονισμό με τον μαζοχισμό και κατέληξαν να τους κοπανάνε με βούρδουλες και να να τους αλείφουν μπούκοβο ενω τους διαβάζουν τον βόιδακλα τον Σεφεριάδη, κάπου κοντά στις δωδεκαόροφες, πλάι στο σπίτι του Αργάμη, την ώρα που γύριζα με το 20 στην Μαβίλη, εκεί που πέρσι, τέτοια εποχή, έφτασε ανεπανάληπτος, στρόγγυλος ο Hasek και με έστρωσε να του γράψω ένα διήγημα, να ξαναμοιράσω τον κόσμο.</i></p><p><i>- Το μπορείς, ρημάδι; Όχι στιχάκια της μιας νότας. . . Ξεκαθάρισμα το θέλω. . . Να μην απομείνουν ούτε οι επόμενοι. . .</i><i> </i></p><p><i>- Άπειρες απόπειρες Jaroslav. . .</i></p><p><i>- Όπως;</i></p><p><i>- Να. . . η γυναίκα του πρωτομάστορα. . . Τον προλαβαίνει πριν την χτίσει ζωντανή, τον καρφώνει ότι τρώει από τα υλικά για την γέφυρα. . . μια πέτρα δεμένη στο λαιμό του και ΜΠΛΟΥΜ στο ποτάμι. . . ο ρεμούλας. . . ο σαβούρης. . .</i></p><p><i>- Άλλο.</i></p><p><i>- Το κοριτσάκι με τα σπίρτα επιστρέφει από εκεί που η καριόλα κοινωνία το έστειλε αδιάβαστο με ένα φλογοβόλο. . . Δεν θέλατε καριόληδες σπίρτα, ε; Τώρα θα ανάψετε θέλετε δεν θέλετε. . . . Αλλά αυτά τα ΄χω ξαναπεί. . . Πως το λέγανε οι Ρωμαίοι. . . Τα λόγια για πέταμα, τα γραφτά μπαστακωμένα. . . Νυν και αεί. . . Σύννεφο το δούλεμα δηλαδή. . . Όμως θα ήταν καλύτερο να σου δείξω που δεν πονάω. . .</i></p><p>Όμως. </p><p>Όμως με δανεικά πάω, με δανεικά γυρίζω. . . Ακόμα. . . Βουρ μετά στην βάρδια, γύρω γύρω από την παλέτα με το ρολό του φιλμ στα χέρια. . . Αμπαλάρισμα και άγιος ο θεός. . . <i>Να σε αμπαλάρω με φιλιά</i>, θα λέω και θα γελάω μόνος. . . 23 κιλά κάτω, χωρίς γένια, πάλι όμως εδώ και λίγο πιο ΄κει. . . τα ρούχα τα ίδια πάλι αλλά σαν να είναι αλλουνού. . . κάποιου που έπινε τις καθημερινές και κατουρούσε όπου έβρισκε ενώ μπέρδευε τα ονόματα αλλά όχι μούρες. . .</p><div style="text-align: left;">Στο έβγα από την φάμπρικα κάθομαι στο λεωφορείο και σκέφτομαι ότι είναι πιο εύκολο να πω που δεν πονάω. . . Ο διπλανός μου φωνάζει. . .</div><p><i>- ΜΑΣ ΦΑΓΑΝΕ ΤΗΝ ΨΥΧΗ. . .</i></p><p><i>- Αν έχεις ψυχή, Σίμο. . .</i></p><p><i>- ΡΕ ΜΑΣ ΒΓΑΛΑΝΕ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ. . .</i></p><p><i>- Αν πιστεύεις ακόμα σε κάτι, Σίμο. . . Μια ψυχούλα στην Αθήνα μου είπε ότι αν ο Θωμάς έβλεπε τις δικές του πληγές - της ψυχούλας - θα έχανε την πίστη του για πάντα. . . Μια άλλη ψυχούλα μου είπε ότι έχω τόση αγάπη μέσα μου. . . Αλλά δεν την διοχετεύω κάπου και έτσι με πνίγει. . . Βάλε και το αλκοόλ. . . Όμως αυτά είναι λεπτομέρειες. . . Ας πούμε κάτι άλλο. . . Πιστεύεις ότι ο κανιβαλισμός θα λύσει κάποια κοινωνικά προβλήματα; </i></p><p><i>- Βασίλη. . . Πρέπει να κουράστηκες πολύ σήμερα. . .</i></p><p><i>- Να σου δείξω που δεν πονάω;</i></p>Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-4624214846805948982022-08-30T15:03:00.003+03:002022-08-30T15:03:21.479+03:00μ.<div><br /></div><i style="text-align: right;"><span style="font-size: x-small;">αστεία μην λες</span></i><br /><i><span style="font-size: x-small;"><br /></span></i><div><i><span style="font-size: x-small;">αστείο είσαι εσύ</span></i><br /><div style="text-align: left;"><i><span style="font-size: x-small;"><br /></span></i></div><div style="text-align: left;"><i><span style="font-size: x-small;">και ξέρεις.</span></i></div><div style="text-align: left;"><i><span style="font-size: x-small;"><br /></span></i></div><div style="text-align: left;"><i><span style="font-size: x-small;"><br /></span></i></div></div>Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-35767827663424364302022-08-18T18:51:00.011+03:002022-08-20T17:09:50.174+03:00τσουβαλιαστά<p> </p><p><br /></p><div dir="ltr" trbidi="on">- Κουτουλιές;<br />- In A minor.<br />- Σκαστοί παντού.<br />- Δια της ανεργίας.<br /><i>- Ο επόμενος.<br /></i>- Σπρώξε.<br />- Τζάμπα περιμένουμε;<br />- Αγαπηθήκαμε;<br />- Ναι αλλά ήταν σαν να ερχόντουσαν με απόφαση να τουλουμιάσουν μόνο τον έναν και εμείς δείχναμε - να ένα δάχτυλο - τον άλλον.<br />- Αλλιώς τα θυμάμαι εγώ.<br />- Και εκείνα αλλιώς σε θυμούνται.<br />- Να μπαίνουμε προς στο στενό και ένας ταξιτζής φουλαριστός να περνάει μπροστά μας. Στο τσακ δεν μας έφαγε.<br />- Εσύ ρώτησες, <i>Που να πηγαίνει;</i><br />- Κι εσύ είπες με βεβαιότητα, <i>Έμαθε ότι η γυναίκα του γαμιέται και τσακίστηκε να πάει να πάρει μάτι. </i><br />- Κάπως έτσι.<br /><div><i>- Ο επόμενος.</i></div>- ΖΖΖΖΒΙΝΝ<br />- Ναι; Επιδοματοφάγοι;<br />- ΦΡΡΡΡΡΡΡΦΤΑΦ.<br />- Μπηχτοχαρούλες ανόμπελες.<br />- ΚΡΑΚΕΝΖΒΑΧ<br />- Ναι, χουντικοί και νοσταλγοί του rock 'n roll, τα ΄χεις ξαναπεί.<br />- Γιου γκάτου, γκάτου ρέϊν.<br /><i>- Ο επόμενος.<br /></i>-<i> Τα βυζά της, </i>λέει ο σαλιάρης<i>, </i>όπως <i>μου αρέσει το μπάσο σε αυτό το κομμάτι</i>.<br /><div>- Βάλανε και σαξόφωνο και μια παλαβιάρα που μασουλάει άριες.<br />- Αυτοπειραματισμοί μουσικοί.<br />- Απαυτοπειραματισμοί με νότες.<br /><i>- Ο επόμενος.</i></div>- Κούνια μπέλα στις κρεμάλες.<br />- Μόνο η χαμαλίκα μου και τίποτα άλλο.<br />- Και ο Αζαζέλος στον ΟΑΣΘ.<br />- Μαζί με τις γυναίκες του Nagyrév;<br />- Με διόδια στις Συμπληγάδες.<br />- Για όλα είναι ικανοί.<br />- Θα επαναλειτουργήσει ο Λευκός Πύργος. Ξανά μανά φυλάκα. Αλλά μόνο για αρχαιοκάπηλους αυτή την φορά.<br />- Όλα γίνονται.<br /><i>- Ο επόμενος.<br /></i>- Για το νόημα των πραγμάτων και κατ΄ επέκτασιν των πραματευτάδων - αγκαζέ πάνε αυτά - να τηλεφωνήσετε στο 2310-981-245.<br />- Ποιος θα το σηκώσει;<br />- Κάποιος από το γραφείο απολεσθέντων του ΟΑΣΘ.<br />- Με φόρα από τα αζήτητα. . .<br />- Επαναλαμβάνεσαι.<br />- Όπως κοιμάμαι και ξυπνάω.<br /><i>- Ο επόμενος.<br /></i>- Σήκωσε το κινητό και ούρλιαζε σαν μπροστά από δίκιο χεσμένο <i>ΕΔΩ ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΝΕΚΡΟΙ </i>και από την άλλη πλευρά<i> ένα Δηλαδή να μην έρθω;</i><br />- Δίκιο χεσμένο;<br />- Αυτό που φαγώθηκε και ύστερα κάνουμε την παλαβή.<br /><i>- Ο επόμενος.</i></div><div dir="ltr" trbidi="on">- Χωρίς άριες.<br />- Αστραγγάλιστοι θα φτάσουμε στην Αθήνα.<br />- Ξημερώματα.<br />- Αξιομαρκάριστοι.</div><div dir="ltr" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" style="text-align: right;" trbidi="on"><span style="font-size: x-small;"><i>27/ 10 / 19</i></span></div><div dir="ltr" style="text-align: right;" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" style="text-align: right;" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" style="text-align: right;" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" style="text-align: right;" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" trbidi="on">- Όλα αλλού πληρώνονται.</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Με ένα τσιγάρο τράκα σε μια γωνιά με ακριβό φωτισμό έλεγε. . .</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Αφού δεν είχε τι να κάνει. . .</div><div dir="ltr" trbidi="on">- . . .ότι αυτοί που φεύγουν για σεζόν και σακατεύονται στα κωλόνησα είναι η εκδίκηση από τις ψυχούλες που γίνανε ψυχοπαίδια σε γαμώσπιτα και γαμωμάγαζα στο άστυ όπου η φάπα, η πείνα και το κωλόχερο πήγαιναν σύννεφο. . .</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Λες;</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Εκείνος έλεγε. . .</div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Τα ψωμιά του λίγα.</i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Τα γέλια του πολλά.</i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Σε αμολημένη αγορά.</i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Ξαμολημένη.</i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Ξεκωλιάρα;</i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Σύνθεση ξεκωλιάρα.</i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Αμολάτε την. . .</i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Δεν καταλαβαίνουν.</i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Νιώθουν όμως τον κώλο τους.</i></div><div dir="ltr" trbidi="on">- Έλεγες πιο πάνω για επιδοματοφάγους και εκεί σε στείλανε. . .</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Μα ό,τι κορόιδεψα το λούστηκα. . . Με φόρα καταπάνω μου.</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Στην αφετηρία του 20.</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Και πιο κάτω οι μούφα καμάρες.</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Αμαρτίες πληρωμένες αναδρόμικα.</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Το ξύλο προκαταβολικό.</div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Τρέχτε.</i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Σε πoιο τροφικό επίπεδο ανήκουν οι ρουφιάνοι;</i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Να πάτε να πεθάνετε αλλού.</i></div><div dir="ltr" trbidi="on">- Εφτά με τρεις παρά. Ένα αξιόμαχο οχτάμηνο - συν άλλοι δυο μήνες - δυναμικό να ενισχύουμε κοινωνικές πολιτικές ενώ μέρος του κοινού ευχόταν καρκίνο. . .</div><div dir="ltr" trbidi="on">- . . . και παγκόσμια ειρήνη.</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Μερική παγκόσμια ειρήνη.</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Να κάνουν το σταυρό τους.</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Το σταυρό τους. Ακόμα με πετυχαίνουν στο δρόμο. . . <i>Εσύ δεν ήσουν στο ΚΕΑ; </i></div><div dir="ltr" trbidi="on">- Τι απαντάς;</div><div dir="ltr" trbidi="on">-<i> Ο δίδυμος αδερφός μου, όχι εγώ. . . Μεγάλο καθίκι. . .Μου χρωστά μια πεντακοσάρα η μπέκρα. . . Αν τον πετύχω. . . </i>Κουνάνε τα κεφάλια τους, συμφωνούν.</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Και εύχονται καρκίνο και μερική παγκόσμια ειρήνη.</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Δεν τους πιάνει χάρος.</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Δεν καταλαβαίνουν.</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Ψυχούλες.</div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- ΤΡΕΧΤΕ.</i></div><div dir="ltr" trbidi="on">- Όταν τελειώσει η φάρσα, ζήτα να σε ανατινάξουν.</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Έκλεισε.</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Το μόνο που λείπει είναι ένας μεσσίας να ανασταίνει αυτόχειρες.</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Μόνο και μόνο για να δει μετά τα μούτρα τους.</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Ξανά μανά η φάρσα. . . </div><div dir="ltr" trbidi="on">- Αλλά δεν θα εμφανιστεί.</div><div dir="ltr" trbidi="on">- Στην Αθήνα ίσως τον πετύχουμε.</div><div dir="ltr" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" trbidi="on"><br /></div>Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-13496551300260630862022-05-26T21:11:00.004+03:002022-05-26T21:12:39.558+03:00παλιά<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<i> </i></div><div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on"><i><br /></i></div><div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on"><i>- Γίνεται να τον στείλεις στου Παππού το Δέντρο να σου πάρει τσιγάρα; Ή έστω, να τον ξαναδούμε στα επόμενα γενέθλια του; Όχι, μην μετράς σκατόφατσες για να περνάει η ώρα. . . Ναι, το ξέρω ότι η σκατοψυχιά μπορεί να έχει ωράριο. . . Μην κουνιέσαι σαν την κουδουνίστρα που πετάει μπινελίκια. . . Τραγούδησε μου μόνο το ΄΄Η πιο μεγάλη ώρα΄΄ και άσε με να μουρμουρίζω τις μικρές. . . . Ξεκούρδιστος, ξεκούρδιστος, δικός σου. . . Εδώ.</i><br /></div><div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<br /><br /></div>
Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-6158802748722976892022-05-24T23:10:00.000+03:002022-05-24T23:10:09.664+03:00του '30<p> </p><p> Ο Σεφέρης μέσα σε ένα μικρό διαμέρισμα</p><p> χτυπάει στις γωνίες των επίπλων.</p><p> Όλη την ώρα.</p><p> Σε κάθε τράκο</p><p> βγαίνει ο Τσάτσος</p><p> μέσα από ένα ντουλαπάκι </p><p> και του λέει -<i> Στο ΄πα.</i></p><p><br /></p>Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-26587247587144096802021-10-24T15:35:00.000+03:002021-10-24T15:35:17.684+03:00Ανάγκη<p> </p><p><br /></p><div style="text-align: center;"><b><i><span style="font-size: x-small;">1.</span></i></b></div><br /><i><br /></i> Περπατάνε αγκαζέ,αμίλητοι στην μεγάλη πλατεία με τα μάρμαρα.<i> ΄΄Εκεί πιο κάτω ένας τίναξε τα πέταλα. . . Από μόνος του, όχι από φυσικού του. Κάτω από τα δέντρα, μεσημεράκι. . . Θυμάσαι;΄΄. </i>Εκείνη κάτι πήγε να πει αλλά την έκοψε ένας κουρελιάρης τσακισμένος, με μια τεράστια ταμπέλα να σκεπάζει το στέρνο του. Σε αυτή πάνω όλος ο πόνος και η ζωή του. Έχει καρκίνο στον εγκέφαλο. Δείχνει χαρτιά, εξετάσεις που το αποδεικνύουν. Ο άλλος του δείχνει την καλή του και του λέει <i>Εσύ μάστορα έχεις αυτό το κωλόπραμα στο κεφάλι σου, εγώ αυτή στο σβέρκο μου. . . Κάνουμε μια τράμπα; Τι λες; Είναι καλύτερη από ότι φαίνεται. . . </i>και κουνάει τα χέρια του, φουρφούρια μαύρα, γύρω της, να ξεδιπλώσει την χάρη της.<i> </i>Ο κουρελιάρης την κοίταξε, δεν κατάλαβε και γύρισε να βρει άλλους να πει τον πόνο του. Η καλή του δεν μίλησε, μόνο κοιτούσε κάτω τα μάρμαρα.<br /><br /> Συνέχισαν τον δρόμο τους ως την αποβάθρα του μετρό.<br /><br /> Μέσα στο βαγόνι τον έπιασε. Το στομάχι του καιγόταν. Ένιωθε τα έντερα του να λιώνουν, να του φωνάζουν ότι τελειώνει. Το κεφάλι του ήταν έτοιμο να πέσει κάτω και να σπάσει. Φλόγα ολόκληρος, έτοιμος να σβήσει. Γύρισε ζαλισμένος, την κοίταξε και της έπιασε το χέρι. Ήταν παγωμένο και τον δρόσισε λίγο. Ένιωσε καλύτερα.<br />Ζορίστηκε αλλά της το είπε.<br /><i>- Συγνώμη.</i><br />Το πρόσωπο της άλλαξε χρώμα και σχήμα. Κοκκίνισε και τα μάτια της μεγάλωσαν, γίνανε διπλά, έτοιμα να τον δαγκώσουν να σκάσει. Τράβηξε με δύναμη το χέρι της, κόλλησε το μούτρο της στο δικό του και άρχισε να ουρλιάζει<i> Ψόφα. . . Ψόφα. . .Ψόφα ρε πια. Δεν σε αντέχω. . . Ψόψα. Καταλαβαίνεις; Ψόφα. . . Μπορείς να το κάνεις; Για μένα, να ψοφήσεις να μην σε ακούω πια. . . Ψόφα, γαμώτο. . .</i><br /><br /> Μια γριά παραδίπλα της χώθηκε. <i>Ντροπή σου κοπέλα μου, ντροπή. Ο άνθρωπος είναι χάλια, έτοιμος να πέσει κάτω. . . Δεν τον βλέπεις; Τι του φωνάζεις; </i><br /><i>- Άμα τον πονάς τόσο ρε σάψαλο, παρ΄ τον σπίτι σου να τον έχεις να τον χαίρεσαι. . . </i><br /><i>- Αν μπορείτε. . .</i> ψιθύρισε εκείνος.<br />Η γριά δεν απάντησε. Σηκώθηκε γρήγορα και πήγε στην άλλη άκρη του βαγονιού.<br />Αν μπορούσε.<br /><br /><br /><br /><br /><div style="text-align: center;"><i><span style="font-size: x-small;">2</span>.</i></div><div style="text-align: center;"><i><br /></i></div><div style="text-align: center;"><br /></div> Στα εφημερεύοντα, από εκεί που με στείλανε στον διάολο και εκείνος με την σειρά του με γύρισε πίσω. Σταυροπόδι στην αίθουσα αναμονής. Μας έχουνε σταυρώσει μέχρι να βγει η νοσοκόμα. Ένας στους δέκα, ανασταίνεται, οι υπόλοιποι; Ένας μπινές ζητάει τσιγάρο. Έχω αλλά δεν του δίνω. Του δείχνω όμως έναν που τον έχουν πετάξει στο φορείο και ουρλιάζει - πέτρα στα νεφρά -.<i>΄΄Αυτός έχει΄΄</i>. Πηγαίνει άνετος και του ζητάει. Ο άλλος ενώ ουρλιάζει βγάζει από την τσέπη του ένα πακέτο και του δίνει ένα τσιγάρο.<br /><i>- Ευχαριστώ ομορφιά μου. . . Και περαστικά.</i><br /><i>- ΑΑΑΑΑΑΑ. . . ευχ. .ευχαριστώ. . .</i><br /> Κάποια στιγμή έρχεται και η δική μου η σειρά. Σέρνομαι και μπαίνω μέσα στο δωμάτιο των γιατρών. Μια καλή κυρία, ογδόντα περίπου Μαΐων με τα βυζιά απ΄ έξω και ένα εγκεφαλικό είναι ξαπλωμένη σε ένα φορείο στην μέση του δωματίου. Μια νοσοκόμα ρωτάει <i>- Τι θα κάνουμε με αυτό; - Θα δούμε. . .</i> απαντάει ένας από τους γιατρούς, μια χαψιά άνθρωπος με ύφος ταξίαρχου. Έχω χάσει μισό λίτρο αίμα από πίσω, τα μέσα μου καίγονται. . . Τίποτα. Καμιά μουσική. Όχι, ένα ραδιοφωνάκι παίζει παλιά, αθάνατα σουξέ. Κάτι είναι και αυτό. Μια νοσοκόμα, παλαιστής χωρίς χιούμορ με πλησιάζει. Αυτήν λέω, θα την έχουν για τις φάπες. Πριν με αρχίσει την κόβω,<br /><br /> - <i>Πονάω ρε. . .</i> <i>Είστε από την Γαλατινή; Οχι; Αν κάποιος πάθει δηλητηρίαση μέσα στο νοσοκομείο, τον πάτε σε άλλο; Οι σακούλες σκουπιδιών που χρησιμοποιείτε είναι οικολογικές; Είστε παντρεμένη; Μεγάλο πράμα η αγάπη και δυο μεροκάματα κάτω από την ίδια στέγη. . . Ευτυχία. Μην με παρεξηγείτε, έχω χάσει πολύ αίμα και λέω ό,τι θέλω. . . Ελευθερία. . . Μήπως περισσεύει κάνα κρεβάτι; Πονάω. . . </i><br /><br /> Με κοιτούσε η κοιμισμένη, δεν απάντησε. Μόνο κούνησε πέρα δώθε την κεφάλα της σαν συμπέρασμα και έστειλε μια άλλη να μου πάρει τα στοιχεία και αίμα. Έγραψε κάτι σε ένα χαρτί ( <i>Να με μαζέψουν; Να με δείρουν;</i> ) και βγήκε πάλι έξω.<br /> Δύο ώρες μετά <i>- πόσο αίμα φεύγει σε δυο ώρες; -</i> με βούτηξε ο νοσηλευτής, με έβαλε στο αμαξίδιο και αρχίσαμε να τρέχουμε πέρα δώθε, ανάμεσα σε αυτούς που δεν τους είπανε ακόμα τι έχουν και που θα πάνε. Φάνηκε καλός άνθρωπος.<br /><br /><i>- Τι λες; Θα ζήσω; </i>τον ρώτησα.<br /><i>- Θέλεις να ζήσεις;</i><br /><i>- Εγώ θέλω.</i><br /><i>- Τότε θα ζήσεις.</i><br /><i>- Κουβαλάτε και πτώματα;</i><br /><i>- Ενίοτε. . .</i><br /><i><br /></i> Σε μια στροφή του διαδρόμου, με αδειάζει κάτω. Γέλια οι άρρωστοι και οι γιατροί. Οι νοσοκόμες δεν γελάνε, όμως γελάω εγώ. Μου δώσανε με τον τρόπο τους παράταση, τους έδωσα κάτι λίγο από μια παράσταση και ό,τι έμεινε είναι η ψυχαγωγία τους.<br /><br /><br /><br /><div style="text-align: center;"><b><i><span style="font-size: x-small;">3.</span></i></b></div><br /><br /> Ήταν τελεσίδικη η αρρώστια χωρίς όλα καλά και οι γιατροί αυτοσχεδιάζανε, το - <i>όχι τον</i> - είχανε κάνει μπαλάκι στους διαδρόμους των νοσοκομείων. Εξετάσεις και πάλι εξετάσεις, διαφωνίες για το τι αγωγή θα ακολουθήσει, τι διαιτολόγιο.<br /><br /> Αυτό - όχι αυτος, χάθηκε το <i>''αυτός''</i> - είχε καταλάβει ότι τέλειωνε. Τα παυσίπονα ήταν πια άχρηστα και ο πόνος δεν το άφηνε πολύ να σκέφτεται. Μόνο έξω από το παράθυρο κοιτούσε για λίγο τα κέρατα των πολυκατοικιών και μετά γύριζε στο μαξιλάρι του, να βολευτεί, να τον πάρει ο ύπνος.<br /><br /><br /><div style="text-align: center;">. . .</div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;"><br /></div><i>- Γιατρέ, πέρασα τις εξετάσεις ή θα με κόψετε με το νυστέρι;</i><br /><i>- Η κατάσταση δεν σηκώνει αστεία. Μην το κάνετε αυτό στον εαυτό σας.</i><br /><i>- Ό,τι ήταν να κάνω το έκανα. Τώρα απλά σας βλέπω από πάνω να με λιβανίζετε και να με τρέχετε όλοι μέρα. Βάλατε μεταξύ σας κάνα στοίχημα ότι θα με σώσετε;</i><br /><br /> Δεν είπε τίποτα και έφυγε νευριασμένος. <br /><br /> Στον θάλαμο, ο διπλανός μου είχε πεθάνει την προηγούμενη μέρα στο χειρουργείο. Κοιμισμένος, ανοικτός τους την έσκασε. Με εμένα να δω τι θα κάνουν. Ταλαιπωρία. Αλλά δεν υπάρχει δόλος. Αυτό το αναγνωρίζω. Είναι τυπικοί και οι νοσοκόμες κουρασμένες, με τα σώματα τους γυμνασμένα από τις εφημερίες. Θα αρρωστήσουνε ποτέ; Κι αν αρρωστήσουν θα πάνε σε άλλο νοσοκομείο;<br />Την περίμενα όμως. Ήξερα ότι θα έρθει.<br />Ήρθε. Έφερε και ένα κουτί χυμό ροδάκινο και μπισκότα. Να έχω κάτι να κερνάω όσους έρχονταν να με δούνε. Εγώ με το ζόρι νερό έπινα. . .<br /><br /><i>- Ήρθες να ακούσεις τα τελευταία μου λόγια; Έχω ένα καλό που μου το είπε ο διπλανός μου που τον σφάξανε χθες. ΦΑΤΕ ΠΟΥΤΑΝΕΣ ΤΑΛΙΡΑ ΚΑΙ ΠΟΥΣ. . .</i><br /><i>- Σταμάτα.</i><br /><i>- Όπου ΄ναι ναι θα γίνει και αυτό.</i><br /><i>- ΣΤΑΜΑΤΑ.</i><br /><i>- Τελειώνει ο χορός των καβουριών, τελειώνει. Τέρμα τα ακροβατικά μέσα στο δίχτυ. Πες μου όμως, γιατί ήρθες;</i><br /><i>- Να σε δω, χαζέ.</i><br /><i>- Με είδες;</i><br /><i>- Σε βλέπω.</i><br /><i>- Και πως νιώθεις;</i><br /><i>- Είσαι ηλίθιος.</i><br /><i>- Μπράβο, μπράβο. . . Ωραίος τρόπος.</i><br /><i>- Μα. . .</i><br /><br /> Έφυγε μετά από λίγο. Δεν είπαμε τίποτα παραπάνω, μόνο της είπα να δώσει το χυμό και τα μπισκότα στις νοσοκόμες. Όταν ήρθε η νοσοκόμα να με ευχαριστήσει, με ρώτησε τι της έκανα της κοπέλας.<br /><br /><i> - Κάτι που μου είχε πει παλιότερα να κάνω. . . Γιατί τι έπαθε;</i><br /><i> - Έκλαιγε.</i><br /><br /><br /><div style="text-align: center;"><b><i>. . . </i></b></div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;"><br /></div> Το βάλανε πάνω σε φορείο, το σκέπασαν με ένα σεντόνι και άρχισαν να το τσουλάνε μέχρι τα υπόγεια. Ο πτωματοχαμάλης ήταν γερός άντρας. Είχε σπρώξει πολύ στην ζωή του. Προτιμούσε τα πτώματα από τους ζωντανούς, γιατί ήταν ήσυχα και δεν είχανε απόψεις. Αν τρακάριζε κάπου το φορείο δεν γκρινιάζανε, δεν τον μάλωναν, δεν μάλωναν μαζί του. Ήταν κάτι παραπάνω από βολεμένοι. Ήταν βολικοί.<br /><div><br /></div><div><br /></div>Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-32826582623867218912021-10-19T14:56:00.002+03:002021-10-19T15:11:32.341+03:0032<p> </p><p> o Jaroslav Hašek στην Μαβίλη, διήγημα γραμμένο στην Ανάφη, πως ο μεγαλύτερος Τσέχος συγγραφέας του κόσμου - ο ίδιος το λέει - φτάνει στην στο κέντρο-κοινωνικής-στήριξης-και-ό,τι-προκύψει / ο Ν. / πάθος όλος / στην Σχοινούσα χαζεύει τις κατσίκες να μασάνε χώμα / ένας Σούρδος στην αυλή του Καϊζερ / Δεδέαγατς - Δουβλίνο / Καρατζόβα, Καϊλαρια και πίσω Θεσσαλονίκη / ένα δίμηνο καλές χαμάλες και ιστορίες να ακούω από τον μάστορα / με ένα τρόπο επιστρέφω στο μετρό στην Αθήνα, λίγο πριν την στάση Συγγρού-Φιξ και ρωτώ αν είναι ευτυχισμένη / <i>Ναι, Βασίλη</i> / κατεβαίνω από το βαγόνι / χαμογελάει και βγάζω το καπέλο μου νοερά και την χαιρετώ / με τον ίδιο τρόπο επιστρέφω στην στάση Κουλέ Καφέ για την βιβλιοθήκη στην Κρίσπου / στάση Λοιμωδών και από ΄κει Παπάφη σε εκείνη που πήγε και ήρθε / αδυνατισμένη αλλά πιο δυνατή / η Βον-Nτι-Τσιάνου-χωρίς-ουρά-πιάνου-Siafarika-Φελίνα /και ακούει τα ίδια αστεία, τις ίδιες ιστορίες / λίγο αλλαγμένες βέβαια, ανάλογα την διάθεση / μετά με φιλελεύθερη χορηγία - όπως οι Ford, ας πούμε - σε ξενάγηση για την μούργα, σκατομοιρασιά και μεγαλείο αυτής της πόλης / και ξέρω από τότε που ήμουνα τρεις μέρες ξάπλα με τα άντερα ματωμένα στο ΑΧΕΠΑ / εκεί μου φάνηκαν όλα / τα αίτια του εσωτερικού μονόλογου στην σχολή Θεσσαλονίκης ( σαν σχολή καράτε με κυρελέησον, πες ) ήταν η βαριά κουζίνα και οι παρακρατικοί / αυτά τα λέω και στην φιλολογάρα Αντζελίν Βοναπάρτη χωρίς ίχνος αυθεντίας - αυτές πληρώνονται, ψυχή μου, αλλιώς δεν μολογάνε / και τα δέχεται γελώντας</p><p><i> ( είναι και το δεκάμηνο στην Μαβίλη / όπου έβαλα πλάτη με άλλους από το κοινωφελές του ΟΑΕΔ / 36.500 / να ενισχύσουμε κοινωνικές και προνοιακές πολιτικές, εκεί να δεις ψυχούλα μου σφαγή / θα κάτσω μια μέρα και «Ο αυτόνομος οργανισμός μας, δεσποινίς Μ.. . .».)</i></p><p> Έτσι, πάει και προσπαθώ όλα αυτά χρόνια να τελειώσω μια κωμωδία / στην προσπάθεια αυτή κατάφερα ο ίδιος να γίνω κωμωδία, χωρίς λογοπαίγνια, με κάμποσες γραφικότητες και ένα σκασμό πρόσωπα που πάνε και έρχονται χωρίς διάθεση να παλουκωθούν κάπου / μόνο για λίγο, να με ακούσουν / να τους κάνω να γελάσουν και πότε πότε να τους στεναχωρήσω. </p><p> Όμως είμαι πάντα στο ίδιο σημείο σαν παρονομαστής που κάνει τα στραβά μάτια κι όμως θυμάται / και φτιάχνει διαλόγους νοερά γιατί παίζει με τις πιθανότητες / <i>γιατί όχι;</i> είναι η βάση αλλά πάντα είναι αυτοί / πάντα αυτοί και όχι το τσαρλατανίκο οι Άλλοι.</p><p> Από αυτούς βγαίνουν όλα και ΄γω όπως τα θυμάμαι και τα φιλτράρω. </p><p> Θα κάτσω να στρώσω τώρα ενώ σκέφτομαι κάποιους που αφρίζουν με τα αυτοβιογραφικά. Σίγουρα κάπου έχουν θάψει το πλιάτσικο ή κανέναν που γυρνοβολούσε και τους έσπαγε τα νεύρα και δεν τα πάν καλά με τα αυτοβιογραφικά οι σιγανοπαπαδιές με ύφος.</p><p> Θα τα στρώσω και έτσι θα είναι ο Χορός των Καβουριών που έσπασε για να ξαναρχίσει με κάποιον που ήρθε από την Καβάλα στην Θεσσαλονίκη για να υπάρξει μια μέρα και ακόμη μία και βάλε μία ακόμα και μια από τα ίδια από την ανάποδη σε ένα τόπο, όρεξη να ΄χεις. </p><p><br /></p><p><br /></p>Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-40767736631487439462021-10-12T17:43:00.003+03:002021-10-12T17:44:38.344+03:00πριν την ξενάγηση<p><br /></p><p> Δεν θα την έλεγα τρελή. Γι΄ αυτό χρειάζονται χαρτιά, σφραγίδες, μια μουράκλα να πει <i>- Πάρτε την. . .</i> και μπούγιο που να γεμίζει παραπάνω από ένα λεωφορείο, λεωφορείο Λειψίας, κόσμημα νοικιασμένο, μια κοινωνία που πάει χεράκι χεράκι να λιντσάρει και που να τους βρεις όλους αυτούς κυριακάτικα. Έβρεχε κιόλας.</p><p> Ανεβαίνω στο λεωφορείο και έρχεται πίσω μου με μουρμουρητό. Κάθομαι και την βλέπω καλά. Διπλωμένη σαν σίγμα τελικό, μύτη γαμψή και πολλές σακούλες στα χέρια της. Ζητάει από ένα βλοσυρό χτικιάρη με στρόγγυλα γυαλάκια - έφερνε και λίγο σε Άιχμαν - σε μονή θέση να σηκωθεί για να κάτσει εκείνη. </p><p>-<i> Άδειο είναι, το λεωφορείο, γιατί δεν κάθεσαι πίσω;</i> της λέει και εκείνη φτιαγμένη παραπάνω μουρμουρίζει, φεύγει από τον Άιχμαν και έρχεται να κάτσει δίπλα μου.</p><p><i> - Έχεις τον μαγνήτη και τους τραβάς όλους αυτούς</i>, μου έλεγε η Debbie Tourbo που τώρα θριαμβεύει στις πίστες στην Αθήνα. Ξεχνούσε βεβαίως πως και εκείνη έτσι την τράβηξα. </p><p> Άφησε τις σακούλες, στρώθηκε δίπλα μου και άρχισε το μονόλογο. Όση ώρα τα έλεγε μου έριχνε ματιές, να της δώσω πάσα, να πιαστεί, να μου ορμήξει, να συνεχίσει να τα λέει, να πάει παρακάτω. Όμως έχω ανοίξει το βιβλίο του Σελίν και την γράφω. Ένας κάνει το λάθος να της πει κάτι, δίκιο να της δώσει αλλά τον κόβει, τον βρίζει και συνεχίζει τα δικά της. </p><p><i>- Έτσι, έτσι. . . Θα σας κλείσει πάλι. . . Ο Μήτσος. . . Να σας κλείσει πάλι ο Μήτσος. . . Τέτοιοι που είστε, πρόβατα, να ξεχάσετε πως είναι το έξω ρε, μέσα όλοι και ο Μήτσος έξω. . . Ζώα. . . Τέτοιοι που είστε πάλι μέσα. . . Έτσι, έτσι. . .Και θα πλακώσει και ο Ερντογάν να δείτε εσείς. . . Έρχεται. . . Καλά θα κάνει να ΄ρθει. . . Θα μου πει εμένα που να κάτσω. . . Σκουπίδι. . Ζώα. . . Εβραίοι. . . </i></p><p> Και οι Εβραίοι. Πάλι οι Εβραίοι γαμώ την πόλη που τους ξεπάστρεψε και μετά έκανε την παλαβή για να θησαυρίσει. . . Και οι Εβραίοι στο μυαλό της και ο Μήτσος;<i> </i>Με το<i> Μήτσο, κλείστους </i>εννοούσε την μουρόχαβλη ιδιοφύια που όχι μόνο θα σώσει τον τόπο αλλά θα τον πάει και παραπέρα, στον διάολο, όρεξη να ΄χεις. </p><p> Σε κάθε Ζώα που πετούσε ήθελα να βελάξω ή να κάνω τον βάτραχο τενόρο αλλά γύριζα στο βίβλιο.</p><p> Σε κάθε<i> Έτσι, έτσι</i> δικαιωνόταν σαν να τα ήξερε από πριν και τώρα της βγαίνανε όλα, εξακολουθητικά. Έχωνε και άλλα μέσα και το πήγαινε μουρμούρικα μέχρι που κατέβηκε στην στάση της. </p><p>- <i>Μα γιατί δεν της είπε κανείς να σκάσει</i>, παραπονέθηκε μετά ο Άιχμαν και μια γριούλα σαν σκαμπουδάκι χαμογελαστό εξήγησε ότι τα έλεγε όλα αυτά επειδή το προηγούμενο λεωφορείο δεν σταμάτησε να την πάρει και περίμενε μια ώρα.<i> - Το ίδιο είχε γίνει</i>, πετάχτηκα εγώ, έτσι για να πω κάτι, <i>στα</i> Μυτιληνακια <i>πριν χρόνια. Περίμενε ένα παλληκάρι, δεν σταμάτησε ο οδηγός και αφρισμένο το παλληκάρι, πήρε ταξί, έφτασε στον σταθμό και κοπάνησε τον οδηγό. . . Α, η στάση μου. </i></p><p> Κατέβηκα και τράβηξα για το Γεντί Κουλέ, το Επταπύργιο με τους δέκα πύργους.</p><p><br /></p><p><br /></p>Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-12980438914845054412021-08-24T21:25:00.001+03:002021-08-28T14:33:31.559+03:00Είσοδος + βιβλιοθηκάρα<p style="text-align: right;"><br /></p><p style="text-align: right;"><b><i> είσοδος</i></b></p><div style="text-align: right;"><br /></div><div style="text-align: right;"><br /></div><div style="text-align: right;"><br /></div><div style="text-align: right;"><br /></div><div style="text-align: left;"> Ο χοντρός στην θέση του συνοδηγού, αφού φύσηξε την μύτη του και μετά από ένα <i>ααααααχ, </i>είπε στο οδηγό</div> - Καλά κάναμε και το πήραμε το παλικάρι. . .<br /> Ο οδηγός δεν απάντησε. Έριξε μόνο μια ματιά στον πίσω από τον καθρέφτη.<br /> - Θεσσαλονικάρα; Για δουλειές;. . . συνέχισε ο χοντρός.<br />- Όχι, ένα φίλο πάω να βρω. . . είπε ο πίσω και έμπλεξε τα δάχτυλα του. Το τρέμουλο έτσι δεν φαινόταν πολύ.<br />- Και πως ξέμεινες στα διόδια, μες στην βροχή;<br />- Να. . . Τσακώθηκα με την κοπέλα που ερχόμασταν μαζί και με κατέβασε.<br />- Γκόμενα;<br />- Παλιά.<br />- Παλιά; είπε ο οδηγός. . . Τι εννοείς;<br />- Ότι παλιά την έβλεπα γυμνή και ξαπλωμένη και εκείνη δεν με έβριζε τόσο συχνά.<br /> Ο χοντρός γέλασε. Ο οδηγός ρώτησε πάλι<br />- Και γιατί μαλώσατε τώρα;<br />- Δεν έχει νόημα. . . Πάντα κάτι βρίσκουμε. Απλώς τώρα ήμασταν μέσα στο αμάξι της και με κατέβασε. Καλύτερα όμως. Έτσι πως οδηγούσε. . . Μπορεί να την βρούμε πατικωμένη μες στις λαμαρίνες πιο κάτω.<br /> Ο χοντρός χτυπιόταν από τα γέλια.- Θες να την βρούμε πατικωμένη, ε;<br />- Δεν θέλω κανενός το κακό.<br />- Ούτε και το καλό, ε; Και πως σε λένε παλικάρι. . . ρώτησε ο οδηγός.<br />- Βασίλη.<br />- Παναγιώτης. . . είπε ο χοντρός και του έδωσε το μες στις μύξες χέρι του.<br /> Ξέμπλεξε τα χέρια του και το έσφιξε.<br />- Και αυτός είναι ο Τάσος. Δεν σου δίνει το χέρι του για μην αφήσει το τιμόνι και βρουν εμάς πατικωμένους στις λαμαρίνες.<br /><br /><br /> Τον άφησαν στο κέντρο, στο άγαλμα του Βενιζέλου.<br /> Έριξε μια ματιά στο ουρανό. Μαύρος και μουντρούχαλος, απογευματάκι. Η βροχή είχε σταματήσει και είχανε βγει αέρηδες. Σήκωσε τον σάκο του και άρχισε να κατεβαίνει προς την Μητροπόλεως. Από την είσοδο στο Καπάνι του ορμήξανε για τσιγάρα αφορολόγητα αλλά δεν πήρε. Αγόρασε ένα κουλούρι, έκατσε σε ένα παγκάκι και έβγαλε μια μπύρα από τον σάκο. Ήταν ζεστή αλλά δεν το πείραξε καθόλου. Ήπιε την μισή με μια γουλιά.<br />- Μόνο μία σήμερα. . . είπε και ήπιε την υπόλοιπη πάλι με μια γουλιά.<br /> Πιο πέρα, στο διπλανό παγκάκι, είδε ένα ζευγαράκι να πιάνεται με φιλιά και γέλια. Ο τύπος είχε αφήσει δίπλα του ένα πακέτο τσιγάρα.<br /> Σηκώθηκε, πήγε μπροστά τους και ζήτησε ένα τσιγάρο.<br />- Τόσο κόσμο έχει ρε φίλε εδώ πέρα, άλλου δεν βρήκες για τράκα.<br />- Έχεις δίκιο αλλά. . .<br />- Τι αλλά;<br />- Η μάρκα σου είναι μόνη που δεν μου φέρνει βήχα.<br />- Είσαι και εκλεκτικός, ε; Άντε πάρε, να μην σε πονάει και το λαιμουδάκι σου.<br /> Άνοιξε το πακέτο και πήρε ένα. Η κοπέλα του είπε <i>΄΄Πάρε δυο. . .΄΄.</i><br /><i> </i>Χαμογέλασε, ευχαρίστησε αλλά όταν πήγε να πάρει το δεύτερο ο άλλο<i>ς</i> έκλεισε το πακέτο και το έβαλε στην τσέπη του.<i></i><br />- Πλάκα κάνει. . . είπε ο τύπος.<br />- Μαρμάρινη;<br />- Ε; είπε εκείνη. . . Τι είπε;<br />- Σας ευχαριστώ για το τσιγάρο.<br /><br /> Γύρισε στο παγκάκι και άναψε το τσιγάρο.<br /> Ωραίες πλακές. Η άλλη είχε φτάσει; Είχα και ΄γω κάποτε πλάκα. Ένα σκασμό πλάκες. Και τώρα; Μουντός, μουντρούχαλος ουρανός και τα τέρατα αγκαλιά στο δίπλα παγκάκι. Η άλλη πρέπει να έχει φτάσει. Όπως και να οδηγούσε, δεν παθαίνει τίποτα. Του το είχε πει. <i>Εγώ δεν παθαίνω τίποτα ρε</i> και χτυπούσε με δύναμη το κωλομέρι της. Οι άνεμοι τουλάχιστον είναι δικοί μου και ο βήχας έχει καιρό να με πιάσει, σκέφτηκε. Ωραίο τσιγάρο.<br /> Πέταξε το τσιγάρο, πήρε τον σάκο και περπάτησε μέχρι την Μητροπόλεως.<br /> Χτύπησε το κουδούνι κι από το θυροτηλέφωνο.<div>- Ναι.<br />- Εγώ είμαι.<br />- Ποιος;<br />- Εγώ.<br />- Σίμο.<br />- Σίμος.<br />- Ρε. . .<br />- . . .<br />- Σίμο. . . Μπορείς να ΄ρθεις σε κάνα δίωρο; Είμαι με την Κλάρα και. . .<br />- Σε ένα δίωρο;<br />- Ναι.<br />- Δίωρη η Κλάρα, ε Αντώνη;<br />- Άσε τις μαλακίες. . . Έλα σε δυο ώρες. Έχεις πολλά πράγματα; Αν είναι άφησε τα τώρα εδώ και. .<br />- Ένας σάκος είναι μόνο, τίποτα. . . Καλά. Θα πάω να χωθώ στην βιβλιοθήκη και θα σου σκάσω μετά.<br />- Ωραία. Έχει ζεστούλα εκεί.<br />- Κλάρα όμως δεν έχει.<br />- Άντε γαμήσου.<br />- Σε ένα δίωρο, Αντώνη.<br />- Κάν΄ το τρίωρο.<br />- Εντάξει, Αντώνη.<br /><br /> Ενώ τραβούσε κατά την Εθνικής Αμύνης, τον έπιασε βήχας.<br />- Όχι ρε πούστη.<br /> Έκατσε σε μια γωνιά μέχρι ηρεμήσει. Του πήρε ένα δεκάλεπτο να βρει την ανάσα του. Αγόρασε ένα μπουκαλάκι νερό και έπινε λίγο λίγο. Τουλάχιστον δεν τον πονούσαν τα δόντια του - όσα του είχαν απομείνει. Αλλά δεν το πολυσκέφτηκε, για να μην αρχίσουν και αυτά να πονάνε.<div><br /></div><div><br /></div><div><br /></div><div><br /></div><div><br /></div><div><br /></div><div style="text-align: right;"><b>βιβλιοθηκάρα</b></div><div style="text-align: right;"><b><br /></b></div><div style="text-align: right;"><b><br /></b></div><div style="text-align: right;"><br /></div><div><br /></div><div><div><i>μυθολογία που δεν κέρδισε τίποτα</i></div><div><i> κάνεις</i></div><div><i>και επενδύσεις και χουφτώματα </i></div><div><i>της καμαρίλας</i></div><div><i>με φως ανάκρισης ή χειρουργείου </i></div><div><i>τα μάτια σου να κλωτσάει</i></div><div><i>να μην θυμάσαι ποιον πρέπει τώρα</i></div><div><i>να δαγκώσεις.</i></div><div><br /></div><div><br /></div><div> Αυτά διάβασε στο πρώτο βιβλίο που πήρε στην βιβλιοθήκη. Βολεύτηκε σε μια πολυθρόνα και περίμενε να περάσει το τρίωρο. Συνέχισε να διαβάζει, να δει που το πάει ο ποιητής. Κοίταξε το βιογραφικό πιο πριν. Γεννημένος το 1980 σε ένα χωριό της βόρειας Ελλάδας, σπουδές σε οικονομικές και κοινωνικές επιστήμες και έπειτα ζωή ίσως χαρισάμενη στο εξωτερικό. Πάμε παρακάτω.</div><div><br /></div><div><i>ένα χάδι τρελό</i></div><div><i>να μην σημαδεύει </i></div><div><i>πέρα από το μεθαύριο</i></div><div><i>σαν να λύνει παζλ επιβίωσης</i></div><div><i> όπως όπως</i></div><div><i>από κόκαλα και μνήμες</i></div><div><i>από ημερομηνίες λήξης</i></div><div><i>από εμένα κολλημένο στους τοίχους</i></div><div><i>να λέω εντάξει</i></div><div><i>και τα ένσημα στους κυνόδοντες</i></div><div><i>ολίγα.</i></div><div><br /></div><div><i> </i>Κάπου εδώ πρέπει να το πήρε απόφαση και να έφυγε στο εξωτερικό και μας άφησε πίσω. Κόκαλα και μνήμες. Σωστός. Η μνήμη είναι χαμαλίκι<i>, </i>σκέφτηκε. Έβγαλε ένα στυλό από τον σάκο του και το σημείωσε στο πλάι. <i>Σωστός. Η μνήμη είναι χαμαλίκι. </i><i> </i>Έψαξε να βρει κάποιο ποίημα όπου ο τίτλος θα ήταν μακρύτερος από τους στίχους από κάτω. Δεν βρήκε. Έβαλε το βιβλίο στην θέση του αφού πρώτα ρώτησε την βιβλιοθηκάριο αν το αγοράσαν ή ήταν δωρεά. </div><div><br /></div><div>- Γιατί ρωτάτε;</div><div>- Περιέργεια.</div><div>- Δωρεά είναι.</div><div>- Όμορφα. Σας ευχαριστώ.</div><div><br /></div><div> Κοίταξε κάποιες βιογραφίες όμως μετά από λίγο τον ξανάπιασε βήχας. Δεν ξανακάνω τράκα από σκατόψυχους, αποφάσισε. Ήπιε όσο νερό έμεινε στο μπουκάλι και ξαναπλησίασε την βιβλιοθηκάριο.</div><div><br /></div><div>- Είστε καλά;</div><div>- Ναι, τσιγαρόβηχας. . . Θα περάσει.</div><div>- Να μην καπνίζετε τόσο.</div><div>- Δεν το ήθελα. . . Αυτοί που μου το κέρασαν επέμεναν και. . .</div><div>- Θα πάρετε κάποιο βιβλίο;</div><div>- Όχι πρέπει να φύγω<i>. </i>Τα έχετε όλα τακτοποιημένα πάντως. Γκραν οργάνωση. Μπράβο σας.</div><div>- Σας ευχαριστώ<i>.</i></div><div>- Μήπως έχετε ένα τσιγάρο;</div><div><br /></div><div>Τον κοίταξε περίεργα, είπε ένα λεπτό, έβγαλε από την τσάντα της το πακέτο - η μάρκα του, δυο στα δυο σήμερα - και του έδωσε.</div><div><br /></div><div>- Σας ευχαριστώ πολύ.</div><div>- Πάρτε δυο.</div><div>- Κι ένα για τ΄ αυτί. . . Σας ευχαριστώ πολύ.<i></i></div><div>- Τίποτα.<i></i></div><div><i><br /></i></div><div> Όταν βγήκε έξω από την βιβλιοθήκη, είδε ότι η βροχή είχε ξαναρχίσει. <i>Γαμώ την Κλάρα σου. . .</i> μούγκρισε. Kατέβηκε την Εθνικής Αμύνης μέχρι να βγει πάλι στην Μητροπόλεως. Όταν έφτασε στην Τσιμισκή, την άκουσε.</div><div><br /></div><div> - ΜΑΛΑΑΑΑΑΚΑΑΑΑΑΑΑΑΑ. . . .</div><div><br /></div><div> Γύρισε και την είδε. Κατέβαινε φορτσάτη με το αμάξι προς Λευκό Πύργο. Είχε βγάλει το κεφάλι της από το παράθυρο και αναμαλλιασμένη ούρλιαζε.</div><div><br /></div><div> - ΜΑΛΑΑΑΑΑΑΚΑΑΑΑΑΑ. . . .</div><div><br /></div><div> Δεν είχε τρακάρει. Δεν θα πάθαινε ποτέ τίποτα - και χραπ, μια στο κωλομέρι. </div></div><div>Την είδε να στρίβει Τσιμισκή. Έβγαλε μεταλλικό κουτάκι από την τσέπη του, ζωγραφισμένο walkman, το άνοιξε και μέτρησε τα χάπια. Τρία. Κατάπιε το ένα ξερά και τα μέτρησε πάλι για να είναι σίγουρος. Δυο.<br /> Άλλες δυο φορές μπορώ να την δω, κατέληξε.<div><br /></div><div><br /></div><div><div style="text-align: right;"><span style="font-size: x-small;"><i>τα δυο πρώτα κεφάλαια - μια πρώτη μορφή βρε -</i></span></div><div style="text-align: right;"><span style="font-size: x-small;"><i>του Χορού των Καβουριών.</i></span></div><div style="text-align: right;"><span style="font-size: x-small;"><i>τα δημοσιεύω εδώ για την Έλενα Βοντιτσιάνου,</i></span></div><div style="text-align: right;"><span style="font-size: x-small;"><i>χρόνια φίλη και </i></span></div><div style="text-align: right;"><span style="font-size: x-small;"><i>μεγάλη καρδιά πάντα.</i></span></div><br /><blockquote class="tr_bq"><blockquote class="tr_bq"></blockquote></blockquote></div></div></div>Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-66012070123776759632020-08-07T20:56:00.001+03:002020-08-07T21:18:12.660+03:00υποδοχή<p> </p><p><br /></p><div dir="rtl" style="text-align: right;" trbidi="on"><br /></div><div><br /></div><div dir="rtl" style="text-align: right;" trbidi="on"><span style="font-size: small;"><i><br /></i></span></div><div style="text-align: right;" trbidi="on"><span style="font-size: small;"><i>για τη κυρία Αδαμαντία Α.,</i></span></div><div style="text-align: right;" trbidi="on"><span style="font-size: small;"><i>περίπου όπως τα θυμάμαι.</i></span></div><div style="text-align: right;" trbidi="on"><span style="font-size: small;"><i><br /></i></span></div><div style="text-align: right;" trbidi="on"><span style="font-size: small;"><i><br /></i></span></div><div style="text-align: right;" trbidi="on"><span style="font-size: small;"><i><br /></i></span></div><br /><div dir="ltr" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" trbidi="on"> μπαίνω με ο,τι σώθηκε απ΄ τα δανεικά στο τραίνο </div><div dir="ltr" trbidi="on"> να τσουλήσω ως την Αθήνα, να μη δω το Κορδελιό χωρίς τον Βότση </div><div dir="ltr" trbidi="on"> και αυτός να το χαζέψει ένα βράδυ χωρίς εμένα.</div><div dir="ltr" trbidi="on"> </div><div dir="ltr" trbidi="on"> Να τον υποδεχτώ στην πρωτεύουσα.</div><div dir="ltr" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" trbidi="on"> Νύχτα και με ολίγη καθυστέρηση ξεκινάμε. Ρωτούσα που είναι το βαγόνι οχτώ, με στείλανε στο εφτά και από εκεί πίσω στο οχτώ ενώ κοπανούσα το βαλιτσάκι και την τσάντα μου στις θέσεις και παράθυρα. Στο κουπέ έξι θέσεις αντιμέτωπες και στη δικιά μου ένα ξωτικό πλαγιοκουρεμένο με πράσινη φράντζα. </div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Θες να σηκωθώ ρε; </i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Κάτσε, κάτσε, αφού βολεύτηκες. . .</i> δεν ήταν ώρα να μαλώνεις με ξωτικά, είχε απλώσει και τα ποδαράκια του. Απέναντι μου ένας τυπάκος που κοιτούσε το ρολόι του συνέχεια. <i>Χάπι θα πάρει</i>. . . σκέφτηκα. Τον χρονομέτρησα και έτσι όταν κοιτούσε το ρολόι του έκλεινα το βιβλίο που διάβαζα και έπαιρνα άλλο. Αυτό το παιχνίδι το παίζαμε ως την Οινόη όπου έβγαλε μια τσάντα πήρε το χάπι του και κατέβηκε.</div><div dir="ltr" trbidi="on"> <i>- Δεν έχει στάση για τσιγάρο στο Δομοκό;</i> ρώτησα το ξωτικό.</div><div dir="ltr" trbidi="on"><i> -Μπα το πάει καρφί μέχρι έξω από την Αθήνα. </i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i> </i>Εκεί κάνει μια μυστήρια στάση δέκα λεπτά - ποιος ξέρει τι νταλαβέρια μας κρύβουν Νίκο; - και ντουγρού για σταθμό Λαρίσης. </div><div dir="ltr" trbidi="on"> Σκουντάω το ξωτικό να ξυπνήσει. </div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Τι θες ρε;</i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Φτάσαμε. . . </i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Α. . . Καλημέρα. . .</i> και τότε φαίνεται το χαμόγελο της. Κατεβάζω την βαλίτσα της - τρεις σαν και εκείνη χωρούσε <i>- Πτώμα έχεις μέσα;</i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i> - Μπορεί. . . </i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Την άλλη φορά βρες κάποιον, κάποια πιο ελαφριά να πατικώσεις μέσα. . . σαν χαμάλης στο λέω. . .</i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i> - Θα δω. . .</i> και σκάει δεύτερο χαμόγελο. </div><div dir="ltr" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" trbidi="on"> Ξανά εδώ, ολόκληρος σχεδόν.</div><div dir="ltr" trbidi="on"> Με το που αφήνω έξω απ΄ το σταθμό το βαλιτσάκι κάτω να ανάψω τσιγάρο, βλέπω δυο αλαλιασμένους να τρέχουν φωνάζοντας<i> ΠΟΥΤΑΝΕΕΕΕΕΕΕΣ. . . . </i>και χάνονται κατά το παλιό κέντρο διερχομένων μεριά.</div><div dir="ltr" trbidi="on"> Έτσι με βρήκε το ξημέρωμα </div><div dir="ltr" trbidi="on"> και ο Βότσης την επομένη το απόγευμα στο Κηφισό. </div><div dir="ltr" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" trbidi="on"> </div><div dir="ltr" trbidi="on"> Με ένα χαρτόνι να γράφει <i>Welcome NikoVotsara </i> </div><div dir="ltr" trbidi="on">( οδός που που το σύστημα αποχέτευσης δουλεύει ρολόι και οι κάτοικοι του χαρίζουν τα κουφάρια τους στην Επιστημονική Φαντασία, ενίοτε και στην Κωμωδία που καραδοκεί )</div><div dir="ltr" trbidi="on"> που το έχασα ενώ έψαχνα να αγοράσω μπύρες για μένα και σοκολάτες για τα παιδάκια που έπαιζαν γύρω από το συντριβάνι ενώ πατέρας τους ήταν αραχτός στα γρασίδια. </div><div dir="ltr" trbidi="on"> Μου τηλεφώνησε και με συνωμοτική φωνή - το φυσικό του <i>- Έχει κίνηση, έχει καθυστέρηση, γαμώτο, θα αργήσουμε κάμποσο. . .</i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Νόμιζα ότι ανατινάχτηκε το πούλμαν. . . Με την ησυχία σου. Έχει μπύρες φτηνές και εδώ κοντά μια προτομή που γράφει από κάτω ΚΑΒΑΦΗΣ. Πολύ πλάκα.</i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><i>- Κατάλαβα.</i></div><div dir="ltr" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" trbidi="on"> Όλα τα καταλαβαίνει σαν κάποιος που πήρε LSD και καπάκι έγινε λογιστής ή ένα παιδάκι εφτά χρονών που το ρώτησαν <i>- Τι θες παλληκάρι μου να γίνεις όταν μεγαλώσεις; </i>και εκείνο χωρίς να το σκεφτεί πέταξε ένα - <i>Συμβολαιογράφος</i> και τους έκανε αφίσα τους περίεργους.</div><div dir="ltr" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" trbidi="on"> Έφτασε με το ηλιοβασίλεμα την στιγμή που έψαχνα μέρος να κατουρήσω, λίγο μουδιασμένος, κουρασμένος από την διαδρομή. Τον αγκάλιασα, τον φίλησα, του έδωσα μια σοκολάτα, του είπα <i>Καλωσόρισες </i>και<span face="" style="color: #222222; font-family: arial, sans-serif; font-size: small;"> </span><i>Όλα θα πάνε καλά</i> και <i>Εδώ που βλέπεις είναι Αθήνα</i> και <i>Μια στιγμούλα να κατουρήσω και φύγαμε</i> και ξανά <i>Όλα θα πάνε καλά</i>. </div><div dir="ltr" trbidi="on"> Βέβαια λίγο καιρό μετά έσκασε η πανδημία και άλλα πολλά ευφάνταστα - μαλακίες ως εκεί που φτάνει το μάτι και το μυαλό σου - αλλά σε γενικές γραμμές αυτή η εγκατάσταση πήγε καλά με εκείνον σε μια νέα αρχή, να ανθίζει. Κάπως.</div><div dir="ltr" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" trbidi="on"><br /></div><div dir="ltr" trbidi="on"><div style="text-align: right;"><i>Δεκέμβρης ΄19</i></div><div style="text-align: right;"><i><br /></i></div><div style="text-align: right;"><i><br /></i></div></div>Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-21415182466145726972020-05-21T14:07:00.001+03:002020-05-21T14:24:37.605+03:00μια νύχτα χωρίς τον Van Buren Phillips<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<blockquote class="tr_bq" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></blockquote>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgz2DUX_heI2OZxF5Y3TBgC6IuHygm_x_QP9GbKtNOkset4fSAVvQiw-bGUlMyCWaqLNidTw1inaIF_CwK6ZFCuFrwMZqXsb2mZ48bovZzxd6BPMBsASA1_RC3pBeZ-Z7JZIQqjWMhyphenhyphenDU9F/s1600/93119826_664008774385090_4687453399057170432_n.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="690" data-original-width="414" height="400" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgz2DUX_heI2OZxF5Y3TBgC6IuHygm_x_QP9GbKtNOkset4fSAVvQiw-bGUlMyCWaqLNidTw1inaIF_CwK6ZFCuFrwMZqXsb2mZ48bovZzxd6BPMBsASA1_RC3pBeZ-Z7JZIQqjWMhyphenhyphenDU9F/s400/93119826_664008774385090_4687453399057170432_n.jpg" width="240" /></a></div>
<blockquote class="tr_bq">
<br /></blockquote>
<blockquote class="tr_bq" style="text-align: left;">
Πήγα να στείλω αδιάβαστο το μπουκάλι στην άσφαλτο μόλις βγήκα από το αμάξι, ήμουνα σίγουρος - δυο τρεις φορές το χρόνο, δεν το παρακάνω - ότι αν σκάσει στην άσφαλτο θα ακουστεί το όνομα της. Αλλά με συγκράτησε ο καλός της. ΄΄<i>Άστο, άστο το γαμήδι. . ΄΄</i> .</blockquote>
<blockquote class="tr_bq" style="text-align: left;">
<i> </i>Το πέταξα σε ένα κάδο και ακούστηκε ένα φτέρνισμα. Ο τρίτος της παρέας, θρονιασμένος στο πίσω κάθισμα της κουρσάρας, έβραζε και έβριζε από μέσα του.<i> ΄΄Ο χρόνος είναι μια πλάνη, καριόλα πλάνη όπου είμαστε με ένα πλεκτό στα χέρια και μια γελοιογραφία στην μάπα. Σώματα κρουστά και σώματα βουβά. . . </i>και απ΄ έξω το <i>΄΄ Έχεις ένα τσιγάρο γιατί βαριέμαι να στρίβω;΄΄. </i>Έλαμπε μες τα νεύρα του και του είπα <i>΄΄Πάρε μόνος σου γιατί βαριέμαι να ανοίγω το πακέτο, πάρε όσα θες. . .΄΄</i>. Άνοιξε το πακέτο, πήρε ένα τσιγάρο, μου το έδωσε και έβαλε το πακέτο στην τσέπη του.</blockquote>
<blockquote class="tr_bq">
Ήμασταν έτοιμοι για μια πρόταση γάμου, για καντάδα, για καβγά αλλά μας έκοψε την φόρα ένα κεφάλι που φάνηκε στο μπαλκόνι. Βγήκε σαν το λύκο και έριξε ανάθεμα με μια ματιά. Τρομακτική γυναίκα. . . Αλλά είχα δει το έργο πολλές φορές και ήξερα. <i>Τράβα μέσα ρε λύκο. . .</i> θα της φώναζα και θα συνεχιζόταν το πατιρντί μες την νύχτα, ο λύκος θα πλήρωνε την νύφη μα ένα μουτράκι δίπλα μου με τσιγάρο στραβόστριμμένο με κοίταξε άοπλο και μου είπε <i>΄΄ Άστην, άστην. . .΄΄</i> και την άφησα μαζί με τις βλακείες, τους σχωρεμένους αγκαζέ με τις σκλάβες τους και το καριολίκι το επαναληπτικό μέσα και πάνω απ΄ τα κεφάλια τους να κυλήσουν μακριά μου. Όσο περνάει ο καιρός καταλαβαίνω όλο και λιγότερα αλλά δεν ξεχνάω τίποτα.</blockquote>
<blockquote class="tr_bq">
Ήμουν καλά.</blockquote>
</div>
Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-66381648992005985302019-12-22T16:24:00.001+02:002019-12-22T16:28:33.802+02:00Λίγο πιο δίπλα<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<br />
<blockquote class="tr_bq" style="text-align: right;">
<i><span style="font-size: x-small;">Εύχομαι ποτέ να μην χάσεις εκείνο το γέλιο που καλύπτει τα φάλτσα και τις οχλαγωγίες, όταν όλοι γυρνάνε απορημένοι και λένε "Μα καλά, γιατί γελάει αυτός;" και εσύ κλείνεις το μάτι, τους τσιμπάς το μάγουλο και φεύγεις για άλλα, για καλύτερα.</span></i></blockquote>
<div style="text-align: right;">
<i><span style="font-size: x-small;">Γ.Σ.</span></i></div>
<div style="text-align: right;">
<i><br /></i></div>
<blockquote class="tr_bq" style="text-align: right;">
<i><br /></i></blockquote>
<div style="text-align: right;">
<i><span style="font-size: x-small;">Εδώ πάντα - τώρα δηλαδή -</span></i></div>
<div style="text-align: right;">
<i><span style="font-size: x-small;">και λίγο πιο πέρα Γιώργο. </span></i></div>
<div style="text-align: right;">
<i><span style="font-size: x-small;">Μια επιστροφή με φόρα, κατακέφαλη,</span></i><br />
<i><span style="font-size: x-small;">σαν να βγαίνεις μέσα από τα συντρίμμια </span></i><br />
<i><span style="font-size: x-small;">και να γελάς ενώ πετάς από πάνω σου τις σκόνες</span></i><br />
<i><span style="font-size: x-small;">΄΄Ρε αφιλότιμοι, ρε γαμημένοι. . . Πόνεσα ρε. . .΄΄.</span></i></div>
<div style="text-align: right;">
<i><span style="font-size: x-small;">Μέσα μας μουσικές, </span></i></div>
<div style="text-align: right;">
<i><span style="font-size: x-small;">αγάπες κουδουνίστρες και σκέψεις φουρφούρια</span></i></div>
<div style="text-align: right;">
<i><span style="font-size: x-small;">και απέναντι μια κόλαση ρουφιάνα </span></i></div>
<div style="text-align: right;">
<i><span style="font-size: x-small;">να θέλει παίξει μαζί μας, </span></i></div>
<div style="text-align: right;">
<i><span style="font-size: x-small;">να μας στήσει εκεί που εκείνη θέλει,</span></i></div>
<div style="text-align: right;">
<i><span style="font-size: x-small;">μα εμείς </span></i></div>
<div style="text-align: right;">
<i><span style="font-size: x-small;">- που είναι εκείνο το χαρτί που δηλώσαμε χαζοί; -</span></i></div>
<div style="text-align: right;">
<i><span style="font-size: x-small;"> τελευταία στιγμή, πάμε λίγο πιο δίπλα. </span></i></div>
<div style="text-align: right;">
<i><span style="font-size: x-small;">Λίγο πιο δίπλα.</span></i></div>
<br />
<br />
<br />
<br />
Πήρα χρώματα, πινέλα, επιφάνεια λευκή και για ένα τρίωρο άπλωνα και μάζευα το χρώμα. Στην αρχή βγήκε ένα σκυλάκι που τα μέσα του γάβγιζαν και δίπλα του ένα χαμογελαστό κόκκαλο. Πήγα να το κάνω πιο χαρούμενο το σκυλάκι και μου έγινε γάτος που γυρνοβολούσε σε ένα ξενοδοχείο στην Μεταμόρφωση Χαλκιδικής. Οι υπάλληλοι του hotel τον βάφτισαν Γιόλη, τον τάιζαν και τον πρόσεχαν. Αλλά δεν έκατσε πολύ ο Γιόλης στο χαρτί, έφυγε να πάει να γαμπρίσει και στην θέση του βρέθηκε ένα τρίκυκλο κοτζαμάνικο να μαρσάρει, έτοιμο για το Grand Prix των παρακρατικών. Το σιχτίρισα και του έδωσα φύσημα μαζί τον ανδριάντα του άλλου του ανεκδιήγητου που χαζεύει τον Θερμαϊκό και δακρύζει γιατί η θάλασσα δεν σηκώνει αντιπαροχή. Το κοτζαμάνικο έγινε πιάνο, τα πλήκτρα του σκαλοπάτια και η Αντζελίν Βοναπάρτη - μεγαλείο του 1,55, σαν όνειρο την θυμάμαι πριν τον Δεκέμβρη του 2008 - να τα ανεβοκατεβαίνει με ένα τσιγάρο στο χέρι και με το άλλο υψωμένο να βρίζει μέχρι που χάνεται για να εμφανιστεί ένα περίεργος τύπος που γράφει σε ένα κομμάτι χαρτόνι<i> Για όσα δεν μπορούμε να μιλήσουμε. . . Θα βρούμε κάτι άλλο να πούμε</i>, <i>η ώρα θα περάσει.</i> Τον έβαλα να φάει το χαρτόνι - αφού το δίπλωσε - και άφησα την επιφάνεια λίγο να ηρεμήσει.<br />
<br />
<br />
<blockquote class="tr_bq">
Άναψα ένα τσιγάρο και είπα να σου γράψω.</blockquote>
</div>
Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-48770205184831176292019-12-04T12:26:00.000+02:002019-12-04T12:31:30.175+02:00Kommienezuspadt<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<br />
<br />
Είχα δει τον Β. στον ύπνο μου πριν την κατρακύλα στην Αθήνα το ΄17.<br />
Ήταν κάτω από το σπίτι μου και μιλούσε γερμανικά. <i>Knoblauch. . . Komm nicht zu spät. . . </i><i>Knoblauch. . . Knoblauch. </i>Φώναζε, κουνούσε τα χέρια του και με την μάπα του μου έστελνε διάφορες γκριμάτσες. Γερμανικά δεν ξέρω αλλά τα καταλάβαινα όλα΄ <i>δε γαμείς ψηλά καπέλα με παπούτσια ελβιέλα </i>και<i> τι έγινε με τα χαμένα παραστατικά του 93;</i><br />
Άκουγα με προσοχή - κουνούσα το κεφάλι πάνω κάτω, τι άλλο να έκανα; - κι εκείνος συνέχιζε σαν όρθιος κωμικός που πρέπει να προλάβει να τα πει όλα πριν μας στείλουν αλειτούργητους. Μετά έκανε τούμπες και όταν άνοιγε τις τσέπες του μπουφάν του ακουγόντουσαν γέλια και μπινελίκια. Κατέβηκα τρέχοντας κάτω να τον ρωτήσω για την βόμβα που βρήκανε σε ένα βενζινάδικο προς Διαβατά και τότε έπεσε ένας τεράστιος μπερντές στα κεφάλια και μας ξάπλωσε.<br />
Έτσι πεσμένοι στην άσφαλτο της Μαυροβαγγέλη μου είπε - <i>Θα αγοράσω ένα μηχανάκι και θα γυρίζω την πόλη. Θα πάρω και εσένα μαζί. </i><br />
<i>- Θα ντυθούμε ραβίνοι; </i><br />
<i>- Όχι, έχω ό,τι απέμεινε απ΄ το πηγούνι του Lovercraft στην τσέπη μου. </i><br />
<br />
Τότε ξύπνησα και του τηλεφώνησα αμέσως.<br />
<br />
<i>- Ξέρω, ξέρω. . .</i> μου απάντησε πριν πω οτιδήποτε και το έκλεισε.<br />
<br />
<br /></div>
Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-4568661569579519632019-09-19T21:30:00.003+03:002021-04-03T16:34:18.671+03:00παλιές παλαβιάρες λέξεις<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<blockquote class="tr_bq">
<br /></blockquote>
Και έλεγε, ενώ του τρέχανε τα σάλια, ότι το μυστικό της μακροζωίας είναι να πεθάνουν οι άλλοι πριν από εσένα και όλα τα υπόλοιπα, διατροφές, ανάσες και χέρια πάνω κάτω είναι παπατζιλίκια και τρίχες. <i>Να γίνεις τόσο αναίσθητος που να μην χαμπαριάζεις τίποτα. Να μην σκέφτεσαι με την πέτσα σου ρε. </i> Μετά θυμήθηκε ένα κουαρτέτο ντελιβεράδων της Αποκάλυψης, ένα σκασμό από Ελλάδα και ό,τι άλλο νοικιάζεται βραχυπρόθεσμα. Σήκωνε σαν καταδότης που έκανε περιούσια τον δείκτη προς την Ακρόπολη και συνέχιζε<i> Όταν τα βουτήξανε οι έμποροι από ξεφτιλισμένη αυτοκρατορία οι ψυχούλες των σκλάβων που σέρνανε από την Πεντέλη τα Μάρμαρα θα είχανε χεστεί στο γέλιο. Καταλαβαίνεις;</i><br />
Δεν καταλάβαινα. . . Δεν κάπνιζα κιόλας τότε όποτε μου χάρισε τρεις αναπτήρες που δεν άναβαν. Δεν ήξερα να παίζω κιθάρα - μόνο ένα τραγούδι έβγαζα σωστά και αυτό γιατί το είχα γράψει μόνος μου, φάλτσο καπάκι φάλτσο κι από το πουθενά ΝΑ μια μελωδία. Έπρεπε να του το πω αυτό, μπας και μου έδινε μία χωρίς χορδές, να την κάνω κρουστό ή καπέλο σε κάνα αχώνευτο.<br />
Τελικά αφού τον έπιασε γαϊδουρόβηχας και το βούλωσε, τον ρώτησα πολύ ήρεμα.<br />
<br />
<i>- Και πότε σου σάλεψε; Αν μου πεις την αλήθεια θα σου πω και εγώ πότε την άρπαξα. Τι λες;</i><br />
<i><br /></i>
Πρώτα κιτρίνισε και μετά έγινε κόκκινος. Κάτι άρχισε να μασάει αλλά δεν έβγαλα νόημα γιατί κόντευε να βγάλει το πνευμόνι του απ΄ το βήχα. Όταν ηρέμησε, σκούπισε τα σάλια του, έβαλε το πουκάμισο μέσα στο παντελόνι του, συμμαζεύτηκε κάπως και μου είπε ενώ μου γύρισε την πλάτη για να φύγει <i>- Συγνώμη.</i><br />
<blockquote class="tr_bq">
<i><br /></i></blockquote>
</div>
Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-38855437767342053952019-08-18T16:45:00.001+03:002023-07-30T12:10:54.862+03:0010:38<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<blockquote class="tr_bq">
<br /></blockquote>
- Θα σκοτωθούμε;<br />
- Όχι.<br />
- Ήπιες;<br />
- Για μια βδομάδα.<br />
- Δεν θα πιεις άλλο.<br />
- Όχι.<br />
- Δεν θα αρχίσεις να κοροϊδεύεις;<br />
- Ό,τι καταλαβαίνω και ό,τι δεν καταλαβαίνω. . . Τίποτα δεν θα κοροϊδέψω. Όλα να περάσουν από πάνω μου, καλό δρόμο να έχετε, θα τους πω.<br />
- Ούτε θα μπεις σε ξένες τσέπες πάλι.<br />
- Αγγελούδι θα είμαι με το ένα φτερό λίγο μικρότερο από το άλλο.<br />
- Ή ένα ανεμιστήρα στην πλάτη.<br />
- Μαθαίνεις.<br />
- Και ο Σίμος;<br />
- Έσπασε. Έγινε ένας σκασμός ιστορίες. Τον πετσόκοψα πριν μου φάει το κεφάλι.<br />
- Που είναι τώρα;<br />
- Έλα ντε. . .<br />
- Που τον άφησες;<br />
- Στην Δωδεκανήσου. Έστριβε για Τσιμισκή. Μου είπε ότι θα σταματάει σε κάθε περίπτερο για μια μπύρα και θα το πάει έτσι μέχρι την ΧΑΝΘ.<br />
- Και μετά;<br />
- Δεν τον ρώτησα. Ίσως βρει κάποιον που δεν θα βαρεθεί να τον βασανίζει. Αλλά θα αντέξει. Είναι μούτρο μεγάλο ο Σίμος. Ακόμα κι αυτούς που πάνε να τον ξεκοιλιάσουν τους κάνει να γελάνε.<br />
- Κι αν τον ξεκοιλιάσουν πριν τους κάνει να γελάσουν.<br />
- Βάζει τα άντερα του πίσω εκεί που ήταν και πάει παρακάτω.<br />
- Άντε. . .<br />
- Ναι. . . Η ιστορική προκατάληψη ότι πρέπει να ζήσει. . . Χαμαλική σκέψη. . . Κουβαλάω εμένα πρώτα απ΄ όλα και μετά όλα τα άλλα λέει και προχωράει πιο κάτω.<br />
- Πριν τον αφήσεις, αυτά σου έλεγε;<br />
- Όχι ψυχούλα μου. . . Πρώτα εγώ τα σκέφτηκα και μετά εκείνος άρχισε να λαλάει. . . Ύστερα μου είπε ότι στο χωριό του το Πάσχα δεν καίνε τον Ιούδα, γιατί ο Ιούδας είχε φιλότιμο και πήγε από φυσικού του στο σκοινί. . . Απλήρωτο το ακροβατικό του, γκραν φινάλε χωρίς κέρδος. . . Αυτό δεν του συγχωρούν τόσα χρόνια μετά οι άχρηστοι. . . Δεν ήταν το φιλάκι πακέτο με την προδοσία αλλά ότι επέστρεψε τα λεφτά. . . <br />
- Και τι καίνε στο χωριό του;<br />
- Μου αρέσει που στέκεσαι στις λεπτομέρειες που δεν ειπώθηκαν και σιάχνεις απορίες.<br />
- Είναι το φυσικό μου.<br />
- Έτσι ψυχούλα μου. . . Τι καίνε; Ένα ομοίωμα μαυραγορίτη που τους είχε ρημάξει στην Κατοχή και όταν φύγανε οι Γερμανοί, πήγε και αυτός μαζί τους. Δεν τον ξαναείδανε να τα πούνε ένα και δύο χεράκια. . .<br />
-. . . στο λαιμό του.<br />
- Ακριβώς ομορφιά μου.<br />
<blockquote class="tr_bq">
<br /></blockquote>
</div>
Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-89377781162565875502019-06-30T14:50:00.000+03:002019-06-30T14:51:37.670+03:00Επειδή ρώτησες<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<blockquote class="tr_bq">
<i><br /></i></blockquote>
<i> Από την μια πλευρά ξεκινάει η ιστορία με ένα αποικιοκράτη λιγότερο, μαχαιρωμένο</i><br />
<i>και εκείνον - ενάμιση μέτρο να ήτανε; - που κρατούσε το μαχαίρι να περνάει νύχτα</i><br />
<i>από την Κύπρο στη Μικρά Ασία, να βρίσκει αγάπη Πόντια και να κάνει ράτσα..... Και ύστερα, Ελλάδα, Καρατζόβα, Άψαλος. Κάποτε έφτασε στο Κορδελιό.</i><br />
<br />
<blockquote class="tr_bq">
<i><br /></i></blockquote>
<i> Η άλλη πλευρά, έφυγε από το Βατούμ το ΄37, ΄38 για Ελλάδα. Εγκαταστάθηκαν στο Χαρμάνκιοϊ, κάτω από το Κορδελιό</i>.<br />
<i> Όσο καιρό </i><i>κάνανε να έρθουν, είχανε καβουρμά να τρώνε στο καράβι. Όταν φτάσανε Πειραιά, οι αρχές στο λιμάνι, τους ρώτησαν, τι είναι αυτό;</i><br />
<i>- Κρέας παστωμένο που αντέχει..... </i><br />
<i>- Και έχουν κρέας στην Ρωσία αυτοί;</i><br />
<i><br />Έτσι πρέπει να έκανε πρεμιέρα το μπινελίκι που ρίχνει ο παππούς - πιτσιρίκι εννιά χρονών τότε- κάθε φορά, σε εξουσίες, στολές, θεία και άλλα τέτοια αφανιστικά κέρατα. </i><br />
<i><br /></i>
<i>Τώρα;</i><br />
<i>Τι τώρα;</i><br />
<i><br /></i>
<i>Ακόμα βρίζει - καλά να ΄ναι. </i><br />
<br />
<blockquote class="tr_bq">
<br /></blockquote>
<br /></div>
Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-49741395821130884182019-04-04T17:30:00.000+03:002019-04-04T19:44:07.793+03:00βόλτα με κάδρα στη πλάτη<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<blockquote class="tr_bq">
<br /></blockquote>
<i>- Πονάς;<br />- Ναι.<br />- Μπορώ να κάνω κάτι;<br />- Χα. . . Ούτε και όταν δεν πονούσα δεν μπορούσες. <br />- Θυμάμαι.</i><br />
<br />
<br />
Τώρα με την ανέργια μπαίνω τζαμπαντάν σε όποιο λεωφορείο θέλω, με τα χαρτιά στο δόντια και μια τσάντα γεμάτη βιβλία και μπύρες. Από το Χορτιάτη στη Μηχανιώνα, από τα Ελευθέρια μέχρι το Γεντί Κουλέ. Μια στάση στην Βαλσαμή, να δω την καλή καρδιά τον Σαββίδη και να με πει, να με φωτογραφίσει ένω δεν ποζάρω αλλά ενώ προσπαθώ να ποζάρω - ΄΄ντεκόρ ανισσόρροπο΄΄ και ατσούμπαλο. Βγαίνουν καλύτερες έτσι, λέει. Σιάχνει ιστορίες και τραγούδια, τα γαμάει τα 4/4 απ΄ όλες τις μπάντες. Τον είδα μια φορά να βουτάει μια ηλεκτρική κιθάρα και να πλέκει. Η μουσική έβγαινε από μέσα του και απλωνόταν παντού. Άγγελος με ένα ανεμιστήρα δεμένο στην πλάτη.<br />
<br />
<br />
<i>- Θέλεις λίγο νερό;<br />- Μπύρα δεν έχει;<br />- Δεν κάνει.<br />- Και πότε έκανε;</i><br />
<br />
<br />
Για μια καλύτερη ζωή. Φύγανε κάμποσοι και μου στέλνουνε ανταποκρίσεις από Βαρκελώνη, Βουδαπέστη, Γλασκόβη και προσκλήσεις να πάω να τους δω. Ίσως πάρω ένα λεωφορείο και τσούκου τσούκου δια της ανεργίας να τους φτάσω. Αλλά έχει πλάκα όταν επιστρέφουν για διακοπές. Φέρνουν πεσκέσια ωραία. Αλλαντικά πικάντικα και γλυκά περίεργα που δεν ήρθαν ακόμα εδώ αλλά η ξαμολημένη αγορά θα το φροντίσει κι αυτό. Τους βλέπω αλλαγμένους, πιο ήρεμους. Μια καλή δουλειά και στο πλάι κάποια αγάπη. Όταν τελειώνουν οι διακοπές του και φεύγουν πάλι, βγάζουν μια μαύρη πέτρα και την πετάνε πίσω τους. Η πέτρα δεν πέφτει κάτω αλλά βρίσκει εμένα στο κεφάλι. Φωνάζω, βρίζω, χαιρετάω και έτσι δεν με ξεχνάνε. Αν με ρωτήσει κανείς τι κάνω. . . Μαύρες πέτρες μαζεύω. . . Με το κεφάλι.<br />
<br />
<br />
<i>- Αν μπορώ να κουβαλάω εμένα, μπορώ να κουβαλήσω τα πάντα, το ακούς ρημάδι; Κι ας έχασα την χαμάλικα μου. </i><br />
<br />
<br />
Στην Αντιγονιδών, περιμένουμε με τον Βότση το τελευταίο 21 για Εύοσμο. Νιώθω ασφάλεια όταν γυρίζω μαζί του πίσω στα Ελευθέρια, για ξέρω ότι έχω δίπλα μου άνθρωπο από εκείνους που ο Σκύλος από την Σινώπη έψαχνε.<br />
Κουνάω τα χέρια μου ενώ μιλάω, βλέποντας ένα σκασμό συνωμοσίες. Ο Βότσης δεν συμφωνεί, ούτε διαφωνεί. Τα έχει ακούσει καμιά εκατοστή φορές. Που και που πετάει δυο τρεις λέξεις και εγώ τις πολλαπλασιάζω επί εκατό, διακόσια. Συνήθως καταλήγω στην Αθήνα, δυτικά κάπου, με χαμόγελο. Εκείνο το βράδυ όμως με πρόλαβε πριν το φινάλε ένας σουρωμένος πενηντάρης, δυο τρία μέτρα πιο πέρα από εμάς. Τραγουδούσε στον ψιλικατζή πίσω από την στάση το I want you, του Dylan. <br />
<i>- Είδες το Νόμπελ ; Κάθε χρόνο πρέπει να του το δίνουν του μπαγάσα με την καπελαδούρα.</i><br />
Ο Βότσης και πάλι δεν συμφωνεί ή διαφωνεί. Ακούει.<br />
Για αυτό και στο τελευταίο κεφάλαιο του Χορού των Καβουριών, τον βάζω να μαγειρεύει μια σαρακατσάνικη σπεσιαλιτέ, τσιγαριαστό, και να σερβίρει τον Σίμο. Από μηχανής θεός.<br />
<br />
<br />
<span style="color: red;"><br /></span>
<br />
<div style="text-align: right;">
<br /></div>
<div style="text-align: right;">
<span style="color: red;"><b><i>'Cause I can't get into it<br />
Unless I get out of it<br />
An' I gotta get out of it<br />
Before I get into it<br />
'Cause I never get into it<br />
Unless I get out of it<br />
An' I gotta be out of it<br />
To get myself into it</i></b></span></div>
<div style="text-align: right;">
<br /></div>
<div style="text-align: right;">
<span style="color: red;"><b><i><span style="color: black;">F.Z. </span></i></b></span></div>
<br />
<br />
<i>- Το σκόρδο δεν διώχνει μόνο τα βαμπίρ και κατεβάζει την πίεση αλλά είναι και ένα εξαιρετικό αφροδισιακό. . .</i> μου είπε ο Γκουρού της Βούλγαρη πριν σκεφτεί τι ασκήσεις αναπνοών χρειάζομαι. <br />
<i>- Δεν το ήξερα αυτό. Κάτι άλλο όμως να σε πω τώρα που το θυμήθηκα. Ένα καλοκαίρι, στην Ασπροβάλτα ο Σκορδάς ενώ έπινε τον καφέ του η μου είπε ότι ο κομμουνισμός είναι η καλύτερη ιδεολογία αλλά στα χαρτιά. Μπαίνουν όμως μετά οι άνθρωποι και άστα να παν στο διάολο. Κουφάλα παράγοντας ο άνθρωπος. Σκέψου το σαν ένα πολύ καλό σενάριο ταινίας που με το που ξεκινάνε τα γυρίσματα γαμιέται το σύμπαν. Κάπως έτσι μου τα είπε.<br />- Χμ. . . </i>έκανε ο Γκουρού της Βούλγαρη, χάιδεψε το γένι του και μου έγραψε ασκήσεις αναπνοών δέκα λεπτών η κάθε μία.<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
Το 18 ξεκινάει από τα Ελευθέρια και καταλήγει στο Γεντί Κουλέ. Όλη πιάτο και ζευγάρια και παρέες καθισμένο να κοζάρει την θέα. Κάποιοι λένε - Τι ωραία θέα. . . και χουφτώνουν με τρόπο διακριτικό την διπλανή τους. Εκείνη συμπληρώνει - Ναι ωραία θέα να μου πιάνεις τον κώλο, ε; και γελάνε και οι δυο. Πιο πέρα εγώ με τα βιβλία και τις μπύρες που σου είπα. Μπουλγκάκοφ, Σελίν, Ο καλός Στρατιώτης Σβέικ - λογοτεχνία που ξεκοιλιάζει την ανθρωπότητα στα γέλια. Γιατί το κάνει αυτό; Για να την προλάβει. Πριν η ανθρωπότητα ξεκοιλιαστεί μόνη της. Και χωρίς γέλια. <br />
<br />
<i></i><br />
<i></i><br />
<i></i><br />
<i><br /></i>
<i><br /></i>
<i></i><br />
<i></i><br />
<i></i><br />
<i><br />- Φυσούσε τόσο που ήταν σαν ένα όλοι μπανιστίρτζηδες του κόσμου να γιουχάρανε όλα το ζευγάρια <br />του κόσμου.</i><br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
Από το Γεντί Κουλέ κατρακυλάω μέχρι την Αρχαία Ρωμαϊκή αγορά. Εκεί είναι η αρχόντισσα του Ρεβυθιού. Δουλεύει το σατανικό κόλπο να σερβίρεις το ρεβίθι σε κεφτέ. Πατάτες με την φλούδα και μια βιτρίνα με σαλάτες. Αλλά και γλυκά. Κόσμος μπαινοβγαίνει συνέχεια και βοσκάει ρεβυθοκεφτέδες. Φαλάφελ, με διορθώνει. Αν καμιά φορά πέσει πολύ δουλειά, μπαίνω μέσα στην κουζίνα και βοηθάω λίγο. Ύστερα βγαίνω και πειράζω τους πελάτες. Έξι μήνες με έχει απλήρωτο η αδίσταχτη. . . Εκείνη χαμογελάει και εξηγεί στους πελάτες ότι είμαι ενάντια στην μισθωτή σκλαβιά, συνεπώς δεν μπορεί να με πληρώσει. Οι πελάτες συμφωνούν μαζί της και τρώνε αυτό που παραγγείλανε. Μετά με κερνάει μια δυο τρεις τέσσερις μπύρες και εγώ την συνοδεύω μέχρι την στάση στην Αριστοτέλους.<br />
<br />
<br />
<i>- Χαμόγελο χωρίς γιατί.</i><br />
<br />
<br />
Ο Ντίνος ανοίγει ένα τετράδιο μέσα στην κουρσάρα του την ζωγραφιστή και μου λέει<br />
<br />
<i>- Σε τρεις χιλιάδες χιλιόμετρα πρέπει να αλλάξω λάδια.<br />- Τρία πάνελα Αθήνα.<br />- Σωστά. Θέλεις την επόμενη φορά να σε πάρω μαζί μου;<br />- Όταν αλλάξεις τα λάδια. <br />- Ωραία.<br />- Θα έχω και έτοιμα δώρα να μοιράσουμε.<br />- Ωραία.<br />- Χαλάνδρι, Μπραχάμι, Πετράλωνα.<br />- Όπου θες.<br />- Μπορούμε να ξεκινήσουμε και βράδυ. Θα μιλάω συνέχεια για να μην κοιμηθείς. Θα το πιάσω από την Μάχη της Ζάμας που γεννήθηκα και θα το φτάσω στο τέταρτο όροφο στην Ιώνος Δραγούμη όπου πάνω σε τέσσερις μπαλέτες ο Κανακάρης συνθέτει ένα εκατομμύριο τραγούδια. Θα σου πώ για τον καφέ που μου έφτιαξε η Έλενα να συνέλθω όταν είχα πιει χαλασμένο ρούμι και έγινα σκατά. Για τις κωλόφατσες στο Καρπενήσι που είδανε δυο ανθρώπους χεράκι χεράκι να βολτάρουν και κοιτούσαν οι χερχελέδες με μισό μάτι. Για τον Βότση που σερβίρει τσιγαριαστό στον Σίμο και χωρίς το ξέρει του σώζει την ζωή. Για δίδυμες αδερφές που μπέρδεψαν και με έπεισαν - χωρίς να το θέλουν - πως είμαι μεθυσμένος - χωρίς να είμαι. Για τον Σκορδά που έμπαινε μες στο καφενείο να πιεί ένα δυο τρία τέσσερα κατοσταράκια ούζο και ένα αρχίδι του φώναζε με μίσος - Καλώς το κουμμούνι και ο Σκορδάς απαντούσε - Δεν γαμιέσαι ρε μαλάκα, αϊ σιχτιρ φασιστόμουτρο. Για την Ναζλού που δούλευε στα τούβλα. Για τον Εχθρό του ποιήτη και τον Σκαρίμπα. Για καριολίκι ιστορικό και εξακουληθητικό. Για χερχελέδες, αχκάκηδες, λαϊστερες και γιαβουκλούδες. Για τον Jordi Νεαπόλεως και ενίοτε Συκεών. Για τον Μουστάκα, την Dora στην Βούδα και τον υποθετικό τους γιό, τον Imre Moustaka. Για τον Κοζανίτη προβοκάτορα Γκοβεδαρο. Για την Αννούλα που οδηγάει καλύτερα από εσένα όταν με κατεβάζει στο κέντρο αλλά εσύ το πας καλύτερα όταν με γυρίζεις στο Κορδελιό. Για ένα κάρο πράματα που κουβάλησα χωρίς την χαμαλίκα και τα θυμάμαι όπως θέλω.<br />- Εντάξει. . .</i><br />
<br />
</div>
Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-47670260544811555102018-08-22T15:50:00.000+03:002018-08-22T15:50:03.722+03:00A.<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<blockquote class="tr_bq">
<br /></blockquote>
Στο τηλέφωνο.<br /><i>- Θα ρθω, θα ρθω. . . Αύριο θα είμαι εκεί. . . Θα με δεις.</i><br /><i>- Έλα να σε δω.</i><br />Ήρθε την επόμενη μέρα το απόγευμα. Την είδα. Πήρε το ΚΤΕΛ και κατέβηκε στην Αθήνα, στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο. Κατέβηκα στο προαύλιο, με τις μπεζ πιτζάμες, το τζάκετ και τις παντόφλες που μας δώσανε στο κέντρο. Με περίμενε εκεί, φορούσε μια μοβ ζακέτα που της είχα αγοράσει από το Μοναστηράκι. Καθίσαμε σε ένα παγκάκι, κοντά στην είσοδο του νοσοκομείου.<br /><i>- Ζεις, ρε.</i><br /><i>- Ζω, ρε.</i><br /><i>- Γιατί σε φέρανε εδώ;</i><br /><i>- Αίμα από πίσω.</i><br /><i>- Πάλι; Ήπιες στην Θήβα;</i><br /><i>- Όχι, δυο βδομάδες, τίποτα. Άλλαξα μάρκα τσιγάρου. Θες ένα;</i><br /><i>- Άστο, θα στρίψω. Και πόσο καιρό θα κάτσεις εδώ;</i><br /><i>- Μέχρι να μου κάνουν όλες τις εξετάσεις. Μετά θα πάρω από δω μια πενθήμερη άδεια και θα φύγω.</i><br /><i>- Θα πας στην κοντή;</i><br /><i>- Άσε τις βλακείες. Θα ανέβω στην Θεσσαλονίκη και μετά πάλι Θήβα.</i><br /><i>- Θα πας στην κοντή, το ξέρω.</i><br /><i>- Όλα τα ξέρεις. . . Πάρε ένα τσιγάρο, σαν νεράκι κατεβαίνει το βενζόλιο, καλή ποιότητα.</i><br /><i>- Ωραίο πακέτο. Κασετίνα. Βολεύει και να γράφεις κάνα στιχάκι από αυτά που γράφεις. . . Με το blog τι θα κάνεις;</i><br /><i>- Θα δούμε. Μπορεί να το αφήσω στον Βότση να το κάνει ο,τι θέλει.</i><br /><i>- Ο Βότσης πήγε φαντάρος;</i><br /><i>- Όχι. Σπουδάζει. Όλους όσους ξέρω, στην ηλικία μου πάνω κάτω, σπουδάζουν.</i><br /><i>- Θα ρθει και η σειρά τους. Μπορεί να ανεβεί η θητεία και να χτυπιούνται μετά.</i><br /><i>- Ποιος ξέρει;</i><br />Βγάζει από την σακούλα ένα κρύο σάντουιτς και μπύρες.<br /><i>- Κάνει να πιεις;</i><br /><i>- Βέβαια. . . Μέχρι τρεις κάθε μέρα. Λιγότερες δεν με αφήνει ο γιατρός.</i><br /><i>- Κοροϊδεύεις.</i><br /><i>- Όλα τα ξέρεις.</i><br />Ανοίγει την μπύρα και με μια γουλιά, πίνει την μισή και σκουπίζει τα χείλια της στον ώμο μου.<br /><i>- Ο μπαμπά σου ήρθε;</i><br /><i>- Κάθε μέρα έρχεται και μου φέρνει τσιγάρα. Τα δικά μου δεν τα πουλάνε εδώ μέσα. Χθες όταν βγήκε από δω, είδε έναν ταξίαρχο, με την στολή του και όλα του τα παράσημα και του είπε ΄΄Πως γυρίζεις έτσι, ρε καρναβάλι;΄΄</i><br /><i>- Χαχαχαχα. . . Καλά του έκανε.</i><br /><i>- Δεν βαριέσαι. . . Το σάντουιτς, τι έχει μέσα;</i><br /><i>- Κασέρι, σαλάμι, μαγιονέζα και μαρούλι. Θες;</i><br /><i>- Όχι, θα φάω μετά λαπά και μπορεί αυτό να μου κόψει την όρεξη.</i><br /><i>- Αδυνάτισες λιγάκι. . .</i><br /><i>- Και θα αδυνατίσω και άλλο αν δεν σταματήσει η αιμορραγία.</i><br /><i>- Πονάς καθόλου;</i><br /><i>- Τώρα όχι αλλά θα δούμε.</i><br /><i>- Κοροϊδεύεις πάλι.</i><br /><i>- Δεν μου μένουν και πολλά να κάνω πέρα από αυτό. Ο άντρας σου, ο ψηλός τι κάνει; Πως πάει το χέρι του.</i><br /><i>- Καλά είναι. Μόνο όταν αλλάζει ο καιρός, τον πονάει το χέρι του.</i><br /><i>- Και με θυμάται τότε, ε;</i><br /><i>- Όχι, δεν μιλάμε για εσένα ποτέ.</i><br /><i>- Μιλάει το χέρι του για εμένα. Καλά κάνετε.</i><br /><i>- Μην γίνεσαι κακός. </i><br /><i>- Είδες; Κακός γίνομαι, δεν είμαι. Ενώ εσύ και ο άλλος. . .</i><br /><i>- Θα παντρευτούμε κάποια στιγμή.</i><br /><i>- Όμορφα. Θα το πω στον ψυχολόγο, όταν με πάνε για να δουν αν είναι να πάρω όπλο ή όχι.</i><br /><i>- Σας πάνε σε ψυχολόγο;</i><br /><i>- Ναι. . . Συμπληρώνουμε κάτι ερωτηματολόγια και μιλάμε μαζί του κάπου 30 δευτερόλεπτα. Εγώ, την πρώτη φορά που με πήγαν του είπα ότι μου αρέσει να διαβάζω βιβλία και ότι ο Καρυωτάκης ήταν εξαιρετικός σκοπευτής.</i><br /><i>- Και τι σου είπε;</i><br /><i>- Κανόνισε να πάω στο 414, στην Πεντέλη για άλλες εξετάσεις.</i><br /><i>- Μπορεί να σου κάνουν ηλεκτροσόκ;</i><br /><i>- Σίγουρα. Θέλω λίγο ψήσιμο εδώ πάνω και εσύ εκεί κάτω.</i><br /> Πήγα να την χαϊδεύσω. Κάθισε αλλά δεν έδωσε καμιά σημασία.<br /><i>- Θα κάτσεις μέρες στην Αθήνα;</i><br /><i>- Όχι. . . Ήρθα μόνο να δω αν ζεις και πως είσαι. Θα μείνω σε μια φίλη μου το βράδυ και αύριο θα φύγω με το τελευταίο, για Καβάλα.</i><br /><i>- Ωραία. Πριν φύγεις, αν θες, έλα πάλι από δω.</i><br /><i>- Θα δω, δεν ξέρω.</i><br /><i>- Ξέρω εγώ.</i><br /> Κάθισε λίγο ακόμα. Με ρώτησε για το κέντρο, για το μέσον στην μετάθεση, τους συνάδελφους. Της τα είπα όλα με κέφι. Της ζήτησα άλλη μια μπύρα και μου έδωσε. Την ήπια. Με είχε δει αν ζούσα. Ζούσα, ναι. Αδυνατισμένος, κουρεμένος σαν το γίδι, χωρίς να περιμένω πολλά πολλά μα ούτε και αυτά να με περιμένουν. Όλα αυτά ήταν από πριν γραμμένα σε κιτάπια με σφραγίδες εθνικές και περίμενα να γίνουν.<br /> Της ζήτησα άλλη μια μπύρα αλλά δεν είχε. Έπρεπε να φύγει, το επισκεπτήριο τελείωνε.<br /><i>- Έλα και αύριο, θα σε πάω πάνω να σου δείξω τους άλλους που είμαστε στον θάλαμο. Ο ένας είναι από την Ξάνθη και καπνίζει κάτι κοπριές, άλλο πράμα. Ένας καπνίζει, δυο πεθαίνουν. Βαρύ πράμα. Έλα, έλα αύριο και θα δεις. Θα ζω και αύριο. Σίγουρα. Χωρίς ηλεκτροσόκ, με τις χακί μαλακίες τους και όλα αυτά. Έλα αύριο ρε, δεν θα γίνω κακός, ούτε θα σου ζητήσω άλλη μπύρα. Έλα. . .</i><br /><br /> Ήρθε την επόμενη μέρα, το απόγευμα αλλά εγώ ήμουν ήδη στο Σταθμό Λαρίσης με μια πενθήμερη αναρρωτική στην τσέπη και περίμενα το τρένο. Γύριζα στην Θεσσαλονίκη.<br />
<blockquote class="tr_bq">
<br /></blockquote>
<br />
<div style="text-align: right;">
2011</div>
</div>
Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-30895485382630352612018-07-13T11:00:00.002+03:002018-07-13T11:07:06.269+03:00J.G.D.<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<blockquote class="tr_bq">
<br /></blockquote>
<br />
Λίγο πριν σβήσω, μου τηλεφωνεί από τον Σταθμό Λαρίσης, μου λέει ότι αγαπάει όλο τον κόσμο και ότι έρχεται στην Θεσσαλονίκη.<br />
Τυχερός, λέω, ο κόσμος.<br />
Δυο άγγελοι - ας τους πω Κολχούν και Αβέρκη - με τριγυρίζουν από το πρωί. Βρωμάνε και σπάνε πλάκα. Φτιάχνουν ιστορίες από το τίποτα και δεν τις πουλάνε πουθενά. Μόνο σε μένα<i>. ΄΄Έιμαστε εναντίον σου αλλά όχι φανατικά, έχεις ένα τσιγάρο; πιο κάτω οι μπύρες είναι φθηνότερες. . . Εκείνη η μουρλή δεν σου ξανατηλεφώνησε, ε; Ας αρχίσει η μουσική. . .Έναμισή μέτρο κοπέλα σπρώχνει μια μαρίμπα με ροδάκια στην ανηφορά και πιο πίσω ένας αμπλαούμπλας με ένα τούμπανο από τομάρια ερωτευμένων. . . Κοπανιστά και αδιάβαστα όλα. . . Και θαύματα που κόβουν εισιτήρια. . . Σκέψου. . . Ένας που δεν είχε ψοφήσει τελεσίδικα, πήγανε οι αχμάκηδες να τον αναστήσουν και τώρα κουβαλάει δυο ψυχές ο ταλαίπωρος. . . Δυο ψυχές και η μία να ΄ναι μαλάκας. . .Κοίτα τους, κοίτα, δεν εξαφανίζονται έτσι εύκολα, ε; Θέλει κόλπο. . .΄΄.</i> Έτσι το πάνε μέχρι που φτάνω ψηλά στην Νεάπολη για να δω τον Σαββίδη. Ευγενίκη μορφή. . . Είναι σαν να κάνουμε ξενάγηση σε εμάς κάθε φορά που συναντιόμαστε, σαν να μοιράζουμε τον κόσμο και να περισσεύει άλλος τόσος για χάρισμα ή σιχτίρι. Τον χαζεύω, τον ακούω και ηρεμεί η ψυχή μου. Μου λέει για τα ιαπωνικά τσιφτετέλια της Debras και τις απίστευτες δυνατότητες της που ανακαλύπτει κάθε μέρα. Με τα σκοτάδια και τους ίσκιους της. Τον πιστεύω γιατί την αγαπάει και γιατί την θυμάμαι και εγώ...<br />
<i><br /></i>
<i>- Η μνήμη μου, μου λένε συχνά, με απατάει αλλά που να δεις εγώ τι της έχω κάνει. . .Χθες είδα στον ύπνο μου τον Βότση. Ήταν διευθυντής στο Μαρακανά. Ή τραγουδούσε εκεί. Δεν ήταν πολύ ξεκάθαρο όνειρο. Τώρα μαθαίνει γερμανικά για να τραβήξει κατά κεί. Εργκασία και χαρά. Ίσως συναντήσει το είδωλο του, τον δόκτωρα Mabuze. Ίσως τους πει κάνα ανέκδοτο για το Anschluss. Ένας κόσμος στο πήγαινελα ο Βότσης και οι μούτζες που μου ρίχνει, ακούγονται. Τέτοιο ταλέντο και μεγαλείο.</i><br />
<br />
Καταλήγουμε στη Ρωμαϊκη Αγορά, έξω από το φαλαφατζίδικο της Φελίνας, της Έλενας. 'Εχει κάμποση δουλειά -<i> άτσα ο σουξεδιάρης ρεβυθοκεφτές</i> - αλλά βρίσκει χρόνο να τα πούμε. Μας κερνάει μπύρες και εγώ πολύβόλο, την παίρνω μονότερμα.<br />
<br />
<i>- Έλενα, ήμουν το πρωί στο ταχυδρομείο να πληρώσω κάτι κέρατα και είχε μια ούρα. . . Εκεί ήταν μια σκατόφατσα που σκατοψυχούσε ασύστολα. Αν τον έβλεπες θα καταλάβαινες ή ότι είχε φάει πολλές φάπες στην ζωή του ή ότι δεν έφαγε καμιά. Φώναζε, ούρλιαζε. . . Ό,τι με δανεικά σωστές δουλείες δεν γίνονται. . . Και με ξένο κώλο τον μπούστη τον κάνει και αυτός, και οι τεμπελχάναδες που κλαίγονται. . . Τα έλεγε σε μια κακομοίρα, γνωστή του μάλλον, που του έδινε δίκιο του μαντρόσκυλου κουνώντας πάνω κάτω την κεφάλα της. Σε κάποια φάση, μπήκε στο ταχυδρομείο μια τσιγγάνα με τον μπόμπιρα της αγκαλιά και πήγε στο ταμείο να κάνει μια ερώτηση για να μην περιμένει τζάμπα. Κανείς δεν είπε τίποτα, του πούστη, μια ερώτηση θα έκανε η κοπέλα. Όμως είχαμε και τον γέρο που άρχισε το κομμάτι του. Και μεις μαλάκες είμαστε που περιμένουμε; Πίσω, να πάει πίσω, κωλόγυφτοι. . . Η κοπέλα ρώτησε αύτο που ήθελε και όπως γύρισε για να βγεί από το ταχυδρομείο, πλησίασε τον γερό και με πολύ ήρεμη φωνή του είπε Εσύ πολύ μιλάς. . . Και δεν θα σου βγεί σε καλό. . . Το ξόρκι της έπιασε, Έλενα. Ο γέρος κιτρίνησε και έβγαλε τον σκασμό. Έπρεπε να τον δεις τον καριόλη. Χέστηκε πάνω του.</i><br />
<br />
Η Έλενα γελάει και φεύγει σφαίρα πίσω στο μαγαζί. Πελάτες από όλο τον κόσμο - αυτόν που όλον αγαπάει, δυο ώρες αργότερα, ο άλλος στον Σταθμό Λαρίσης - καταφθάνουν. Από Νεάπολη μέχρι Αμέρικα.<br />
<br />
Στην επιστροφή ο Σαββίδης με φωτογραφίζει να στείλουμε φωτογραφίες σε μάτια όμορφα που εκείνη την στιγμή κόβανε εισιτήρια και μετρούσαν κεφάλια ( ή το ανάποδο ) για μια παράσταση με ένα τσούρμο Μήδειες. Βγάζω τα παπούτσια μου στην Αντιγονιδών - αναστενάρικο στιλ - και φωτογραφίζει. Γελάμε και τον χαιρετάω.<br />
<br />
<br />
<i>- Καλό Ταξίδι στην Αθήνα.</i><br />
<i>- Δεν μπορεί να γίνει αλλιώς. </i><br />
<br />
<br />
Γυρίζω με το λεωφορείο στα πυρηνικά δυτικά. Οι άγγελοι πήγανε να βρούν τον Σίμο να του γαζώσουν το κεφάλι. Πριν φύγουν μου είπανε<i> - Εμπειρία είναι να σου μείνουν λίγα ακόμα νεύρα να σου σπάσουν. Το ξες βρε;</i><br />
Λίγο πριν σβήσω, μου τηλεφωνεί από τον Σταθμό Λαρίσης, μου λέει ότι αγαπάει όλο τον κόσμο και ότι έρχεται στην Θεσσαλονίκη.<br />
Τυχερός, λέω, ο κόσμος.<br />
Και ΄γω μαζί του.<br />
<br />
<br /></div>
Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-76452623170682921442018-01-31T08:23:00.002+02:002018-01-31T21:37:16.704+02:00εσωστρεφούληδες<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<blockquote class="tr_bq">
<br /></blockquote>
Ο ένας βογγάει και ο άλλος βογγάει. Ντουετάκι χαμηλόφωνο με πάθος. Ο τρίτος - αν υποθέσουμε ότι θα ήμασταν τέσσερις - δεν ήρθε. Σιάχνει τα ωράρια του και θα τον πετύχουμε κάποια στιγμή.<br />
<div>
Ο ένας με την μέση του και ο άλλος με κάτι που δεν ξέρει αλλά υποθέτει - <b><i>Ν Α</i></b> μια γκάμα υποθέσεων,<i> άπειρες απόπειρες απόψε</i> - και τους τηγανίζω κάπου δυόμιση κιλά πατάτες, βάλε και αβγά, φέτα, ένα ύποπτο κασέρι ( <i>- Το κρατάς επένδυση; Για ροκφόρ θα το δώσεις μετά; </i>) και σαλάμι. </div>
<div>
Καίγομαι πάνω από τα τηγάνια και ο απορροφητήρας βγάζει έναν ήχο, σαν κινητήρας αεροπλάνου. Έτσι πιάνω ελάχιστα απ΄ όσα πετάει ο ένας στον άλλον.<br />
<br /></div>
<div>
<div>
<i><br /></i></div>
<div>
<i>- . . .αντικειμενοποίηση. . . </i></div>
<div>
<i><br /></i></div>
<div>
<i>- . . . καρφωμένη η κάσα, ναι, και. . . .</i></div>
<div>
<i><br /></i></div>
<div>
<i>- . . τούλπα. . .</i></div>
<div>
<i><br /></i></div>
<div>
<i><br /></i></div>
<div>
<i>- . . .εμφαλιωμένο Στυγός. . .</i></div>
<div>
<i><br /></i></div>
<div>
<i><br /></i></div>
<div>
<i>- Votsification of. . .</i></div>
<div>
<i><br /></i></div>
<div>
<i><br /></i></div>
<div>
<i>- . . .τα αρχίδια μου, ναι, πάλι, τα αρχίδια μου. . .</i></div>
<div>
<i><br /></i></div>
<div>
<i><br /></i></div>
<div>
<i>- . . . τριάντα κιλά τσόφλια τον σκεπάσαν. . . </i></div>
<div>
<i><br /></i></div>
<div>
<i><br /></i></div>
<div>
<i>- . . . πονάω. . .</i></div>
<div>
<br /></div>
<div>
<br /></div>
<div>
Μου έρχεται μήνυμα στο κινητό.</div>
<div>
<br /></div>
<div>
<i>- Καμία Σωτηρία. Μόνο η Μπέλλου.</i></div>
<div>
<br /></div>
<div>
Απαντάω </div>
<div>
<i><br /></i></div>
<div>
<i>- Μια χαρά.</i></div>
<div>
<br /></div>
<div>
<br /></div>
<div>
<br /></div>
<div>
Σερβίρω<i> - Μπούγιουρουμ, εσωστρεφούληδες.</i> Πλησιάζουν κούτσα κούτσα σκυφτοί, κοιτάζουν τις πιατέλες, εμένα, συμφωνούν με τα μάτια ότι μάλλον είναι όλα εντάξει και κάθονται να φάνε. Φαίνεται όμως ότι φοβούνται και λίγο ότι μπορεί να τους στείλω αδιάβαστους αλλά τρεις καθίσαμε, τρεις σηκωθήκαμε. </div>
<div>
Η ομελέτα ήταν λίγο καυτερή. Ξεχάστηκα με το πιπέρι αλλά κοντραρίστηκε με την αλμύρα από τα τυριά και τα κασέρια. Δυνατές γεύσεις που όμως τα βρίσκανε μεταξύ τους και δεν πάθαμε τίποτα, ζούμε μια χαρά να τις θυμόμαστε. Έτσι θυμήθηκα το πως μαγείρευε η Αντιγόνη. Άνοιγε το ψυγείο και έριχνε στο τηγάνι ό,τι είχε απομείνει μέσα. Έτσι μια φορά μου έβαλε μπροστά μου μια ομελέτα με αντζούγιες , κομματάκια μήλου που τεμάχισε και πολύχρωμα μπαχάρια. Κοίταξα μια το πιάτο, μια εκείνη. . . Περίμενε με κάποια αγωνία που την έκανε λιγάκι πιο ανθρώπινη, να της πω ότι είναι ωραίο. Ήταν σίγουρη ότι ήταν ωραίο - δεν είχε δοκιμάσει - και περίμενε να το επιβεβαιώσω.</div>
<div>
Το έφαγα όλο και της είπα<i> - Είσαι 1453 χρόνια μπροστά. . . Δεν έχω ξαναφάει τέτοιο πράμα. . . Που το σκέφτηκες;</i></div>
<div>
<i>- ΝΑΙ ΝΑΙ ΝΑΙ. . .</i> χτυπούσε τα χέρια της χαρούμενη.</div>
<div>
Άλλοι σκότωσαν για την αγάπη τους.</div>
<div>
<br /></div>
<div>
<br /></div>
<div>
Οι εσωστρεφούληδες μετά το φαΐ ακροβολίστηκαν στους καναπέδες και βογγούσαν, μουρμούριζαν με άλλο χαβά αλλά λιγότερο πάθος από πριν. Έτοιμοι να τους τάξεις στο χάος και να πάρεις και ρέστα στο τέλος.</div>
<blockquote class="tr_bq">
<br /></blockquote>
<div>
<br /></div>
</div>
</div>
Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-61367717039391752992017-10-08T17:15:00.000+03:002017-10-09T05:08:16.419+03:00για τις 19<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<blockquote class="tr_bq">
</blockquote>
<div>
<blockquote class="tr_bq">
</blockquote>
<br />
έρχεται όπου και να ΄μαι και μου μιλάει. Λέει τις ίδιες ιστορίες. Κάποιες τις είδε, άλλες του τις είπανε, άλλες του τις είπανε ένω τις είδε<i>. Η οπτική του απλήρωτου φονιά, ε; Πρώτα η σκατιά και τα επιχειρήματα, το νόημα μετα. Και πάμε να αγαπήσουμε απόψε. Δυο τριμπουσόν για ένα μπουκάλι, ποιος θα προλάβει. . . Ονόματα με το κιλό και σώματα σαν μαριονέτες που δαγκώνουν τα σκοινιά και τραβάνε να ξαπλώσουν το κάθαρμα που τις παίζει. Και μουσικές απ΄ όλες τις τρύπες. Πνευστά, ειρωνικά πνευστά δίνουν το σήμα για επίθεση. Αλλά πάμε να αγαπήσουμε απόψε. Με χέρια και δόντια. Σοβαροί, να μην μας πάρουν χαμπάρι. Σοβαροί σαν μάρμαρο. </i><br />
<div>
<i> Έχω και άλλα να σου πω.</i></div>
<div>
<i> Στο ταμπλό ένος αμαξιού δεκάδες ζωγραφιές, γραμμές με γνώση, εξυπνάδα, ατάκες αμάσητες, ασάλιωτες. Στην θέση του συνοδηγού να μην ξέρεις από που σου ήρθε. Μετά, μετά θα καταλάβεις με μια ματιά στο καθρέφτη. Ο οδηγός, καλή καρδιά με βηματοδότη - η δικιά σου κατέχει που πάνε τα τέσσερα; - σου δίνει δυο μαρκαδόρους, δυο χρώματα, χρυσό και ασήμι, να βάλεις και εσύ κάτι. Γράφεις, αργά, αργά. . . </i></div>
<div>
<i><br /></i></div>
<div>
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: center;">
<i>ΧΑΜΌΓΕΛΌ</i></div>
<div style="text-align: center;">
<i>ΧΩΡΙΣ ΓΙΑΤΙ.</i></div>
<div style="text-align: center;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: center;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i> Ο οδηγός σου λέει ότι έβαλες δυο τόνους στο χαμόγελο.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i> Τον κοιτάς με ύφος΄ Γιατί ρωτάει τέτοια πράματα;</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i> Διατάζεις για μπουρδέλα. </i></div>
<div style="text-align: left;">
<i> Μεταφερόμενα πια στα Σφαγεία απο Βαρδάρη. Ιταλικό πλακάκι. </i></div>
<div style="text-align: left;">
<i> Ευγένια και Πιάτσα.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i> Όπως ο Βότσης, όταν σε έπιασε το έντερο σου στην Ναβαρίνου και φώναζες.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i> Σε έπιασε άπο τον ώμο και πήγατε στην Πιάτσα των ταξί.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i> Ευγένια και Πιάτσα, πάλι.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i> Αλλά απόψε πάμε να αγαπήσουμε. Όλοι μαζί και ο γρουσούζης, όχι χώρια. Πάρτε και ένα γρουσούζη μαζί σας. Μια γκρίνια με επιχειρήματα που σπάει αρχίδια και πρέπει να πας διαβασμένος να την χτυπήσεις. Αλλά δεν την χτυπάς. Έχει δίκια. </i></div>
<blockquote class="tr_bq" style="text-align: left;">
<i><br /></i></blockquote>
<div style="text-align: center;">
<i>( Όταν ακούς, έχεις και εσύ τα δίκια σου, </i></div>
<div style="text-align: center;">
<i>είναι σαν να σου λένε ΄΄Σου μείνανε και δυο τούφες μαλλάκι, </i></div>
<div style="text-align: center;">
<i>τι άλλο θες;΄΄)</i></div>
<blockquote class="tr_bq" style="text-align: center;">
<i><br /></i></blockquote>
<div style="text-align: left;">
<i> Τα χέρια σου σαν να έχουν λίγο στραβώσει από το ποτό και εσύ λές έπαιζα πιάνο δέκα χρόνια. Δέκα χρόνια Οινοπνεύματα Αντιλογίας. Ομορφιές, ε; Εκείνη η Λαϊστερα που σου έκατσε και σου έγραψε για ιδανικούς αυτόχειρες και μαλακίες. Και γιατί γράφεις ρε; Λες και πάς κάθε βράδυ στο κρεβάτι της, την ξυπνάς, έτσι με το ζόρι, να διαβάσει όλα αυτά, τα ψηφιακά. Πρέπει να είναι φίλη σίγουρα εκείνου του υπόλοιπου βλακείας, που στο νησί με τα λουκούμια και τα άλλα άλλα άλλα. . . . Εκείνο το πράμα είχε πει στην Σπούλα, ότι ο συγγραφέας πρέπει να ξυπνάει πρωί, να φοράει γραβάτα και έτσι καμουφλαρισμένος να πετάει τα οράματα του στο χαρτί. Να μοιραστεί τις χημείες του κεφαλιού και κάβλα ιδεατή. Ένα κόσμο που για να μπεις, σκας στα διόδια όλο το χρόνο και τα κέφια σου. Είχε θάλασσα να τον πετάξουν εκεί κοντά, αλλά η Σπούλα είναι καλή καρδιά. . . Καλύτερη από εσένα.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i>- Καλύτερη και εκείνη από εμένα.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i> Δεν είναι και δύσκολο αυτό.</i></div>
<div style="text-align: left;">
</div>
<div>
<i><br /></i>
<i>- Από όλες τις πλευρές. Και άναψε ωραίες φωτιές για να συνεννοηθώ την Γιουδήθ. Και άλλα πολλά, πολλά. Και όλα πήγαν και τελείωσαν καλά.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i> Δεν θα κάνουμε λίστες με ονόματα εδώ. Αλλά δεν σκότωσες και κανέναν. Μόνο προχωράς και πληγώνεις κόσμο. Ένα βαρέλι πίνεις και μια δεξαμενή μαλακίες βγάζεις. Γιατί; Για να περάσει η ώρα; Η ώρα θα περάσει ό,τι και να κάνεις. Δεν θα σε ρωτήσει. Αλλά αν σε ρωτήσει κάτι θα βρεις να της πεις. Σήμερα όμως πάμε να αγαπήσουμε. </i></div>
<div style="text-align: left;">
<i>Όχι χουφτώματα και μάχη σώμα με σώμα. Αυτά καλά είναι και εξυπηρετούν την σύνθεση, που λέει και το Σινικό Υπόγειο. Το άλλο που σε καίει. Να τους κάνεις να γελάσουν. Να ξεφλουδίσουν από τα γέλια. Πρώτα με τα χάλια σου και μετά με τα δικά τους. Αν το κάνεις ανάποδα θα σε δείρουν. Όπως ο Αντώνης τον Σίμο.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i>- Διάβασες τον Χορό των Καβουριών;</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i> Άλλο χαζό τίτλο δεν βρήκες; Το διάβασα. Χάνει στην αρχή. Και στην μέση. Και το τέλος είναι για ξύλο. Ποιος διαβάζει τέτοια πράματα; Το ρωτάω αυτό, γιατί βλέπω αυτόν που τα γράφει.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i>- Ο Celine και ο Σαββίνκοφ φταίνε για τον τίτλο. Ήμουν. . .</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i> Ξέρω. Ήσουν ένα βράδυ λιάρδα με την Σαββίνκοφ στην παραλία και έλεγες, έλεγες. Ο Σαββίνκοφ είναι καλός άνθρωπος και άκουγε. Τότε του είπες, ότι τα δίχτυα είναι πεντάγραμμο και τα καβούρια νότες. Ο μαλάκας ο Celine που κολλάει;</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i>- Κάπου πριν χρόνια, πριν την Αντιγόνη. . .</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i>Άλλο τράκο αυτό.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i>- . . . είχα διαβάσει κάπου, ότι βάζει τον ήρωα του να αποχαιρετά δωσίλογους πεταινικούς που την στήσανε σε ένα κάστρο, λέγοντας, τέρμα ο χορός των καβουριών. . . Οι σωλήνες των αποχευτεύσεων σπάνε και τους κυνηγάνε τα σκατά τους.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i> Κάπου στην γη των παραδόπιστων, εδώ στα βόρεια πρέπει να έγινε αυτό. Χωρίς τον Celine. Η μουσική έσπασε τους σωλήνες. Αλλά μπορεί και να τα φαντάστηκες. Ο Σαββίνκοφ χάρηκε με τον τίτλο.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i>- Ναι.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i> Είναι καλός άνθρωπος και με πολλά πράγματα να δώσει. Όχι επειδή έτσι πρέπει, για την ταμπέλα δηλαδή. . . Κάπως πρέπει να γυρνοβολάει και αυτός. . . Όχι. . . Βγαίνουν συνέχεια καλά πράγματα, τα φτιάχνει όπως θέλει και τα μοιράζεται. Μιούζικα, στίχους με μιούζικα, στίχους χωρίς μιούζικα και ιστορίες. Αλλά οι άλλοι; Δεν μπορούν μια ιστορία να πούνε; Και κοπανάνε μακρυνάρια. Δεν θέλουν να πάνε κατευθείαν στο μεδούλι; Και να φτάσει το μαχαίρι, μεδούλι δεν θα βρεί. Σάλτσες και απωθημένα.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i>- Από άλλους δρόμους στο ίδιο σημείο πάντα. Μην τους κατηγορείς.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i> Και τι έγινε. Αλλά και το δικό σου. Χάχανα, ανάποδες και γαμήσια. Εξυπνάδες μασημένες πολύ. </i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i>- Τίποτα δεν σου άρεσε;</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i>Μια σκηνή μόνο. Εκείνη η λεσβία που τρίβει την κωλάρα της στο καβλί του Αντώνη μέχρι αυτός αφήνει τα αρχίδια του να ξεπρηστούν. Καλά το πας. Αν ήμουν εκεί μέσα θα χειροκροτούσα.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i>- Εγώ θα ξάπλωνα δίπλα τους, να κοιμηθώ.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i> Και θα σε αφήνανε. . . Πάμε τώρα. Με το δελτίο ανεργίας τραβάμε όπου θέλουμε. Όλα τα λεωφορεία δικά μας. Πάμε να αγαπήσουμε.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i>- Δεν μπορώ σήμερα. Πονάω λίγο. Αύριο όμως. . .</i></div>
<div style="text-align: left;">
<br /></div>
<div style="text-align: left;">
<i> . . . σίγουρα. Κάτσε στο μπαλκόνι να βλέπεις από κάτω φαλάκρες να παιρνούν. Θα πάω να βρω τον Σίμο. Θα πάρουμε την Τσιμισκή, απο Δωδεκανήσου ως ΧΑΝΘ και σε κάθε περίπτερο θα πίνουμε μπύρες. Περιπτερόμπυρες. Μπορεί να βρούμε και εκείνο το μουρλό πράμα που βρίζει όλη την ώρα και του ανεβάζει την πίεση. Να την δεις πως θα την φτιάξω εγώ. Εσύ κοίτα να στρώσεις.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i>- Έτσι ακριβώς. Θα στρώσω για να ξαπλώσω λίγο. Μπορεί να σας βρω μετά.</i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
<div style="text-align: left;">
<i><br /></i></div>
</div>
</div>
Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1847320403900096201.post-34855175581077371592017-10-05T18:38:00.003+03:002017-10-05T18:38:56.722+03:00όξω από φαλαφατζίδικο ψες<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<blockquote class="tr_bq">
<br /></blockquote>
-. . . είναι αυτός με το μπιστόλι στο χέρι που θα αυτοπυροβοληθεί όπου να ΄ναι και το ξανασκέφτεται, ρίχνει μια ματιά στο μπιστόλι, μια στο διπλανό του που του φωνάζει <i>ΜΗΗΗ, ΜΗ ΤΟ ΚΑΝΕΙΣ</i> και πυροβολεί αυτόν.<br />
<br />
- Τον <i>μη μη.</i><br />
<br />
- Ναι.<br />
<br />
- Γιατί;<br />
<br />
- Επειδή κάνει πολύ φασαρία.<br />
<br />
- Και αυτό θα γίνει ταινία;<br />
<br />
- Μια σκηνή μαζί με άλλες.<br />
<br />
- Γιατί δεν κάνεις ένα ντοκιμαντέρ για τους υπαλλήλους της Βουλής; Όχι όλους. . . Εκείνους τους αξιαγάπητους που αφήνουν το νεράκι στο βήμα.<br />
<br />
- Λες;<br />
<br />
- Θα σκίσει. Αν ψήσεις και κανέναν να ρίξει λίγο καθαρτικό ή καμιά μασέλα μες στο ποτήρι.<br />
<br />
- Ή χρυσόψαρα με την μνήμη τους που διαφημίζουν. Λες και αυτοί θυμούνται τα πάντα.<br />
<br />
- Και ποιον θα σφάξετε να βρείτε τα λεφτά;<br />
<br />
- Χωράφι, όχι άνθρωπο.<br />
<br />
- Πάει καλά. Φεύγω τώρα. . . Σε έχω κλείσει με τον άλλο, αν πεθάνω πρώτος, να κουβαλήσετε την κάσα. Εσύ κοντούλα, ο άλλος ο γαμογελαστούλης στο καρότσι του το χειροποίητο. . . Θα βρω και δυο ψηλούς. Θα γελάσει κόσμος. . . Αν με αδειάσετε κιόλας. . . Και μην ξεχάσεις. . . Αν πετύχεις καμιά που να θέλει λευκό γάμο, μέσα. Μπορεί να αριβάρει και έρωτας.<br />
<br />
- Έγινε. Καληνύχτα.<br />
<br />
- Καλήνυχτα.<br />
<br />
<blockquote class="tr_bq">
<br /></blockquote>
<br />
<blockquote class="tr_bq">
<br /></blockquote>
</div>
Β.Σ.http://www.blogger.com/profile/13911964493369205495noreply@blogger.com0