Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2008

για το 2008

το Ταξίδι στην άκρη της Νύχτας - βιτριόλι και κρασί
--
τα Ποιήματα του Μανώλη Αναγνωστάκη - η ήττα απαστράπτουσα
--
το Raindogs του Tom Waits - γλέντι δολοφονικό σε διανυκτερεύον καμπαρέ
--
ο Φίλος μου ο Ντίνος καλύτερα απο ποτέ - χαμόγελο και ήλιος
--
η Εκδρομή του Γιώργου Χειμωνά - Όποτε κι αν ερχόταν πάντα υπάρχει αυτός κι αν ερχόταν πάντα θα έβρισκε αυτόν που πάει μονάχος εκδρομή
--
οι συναυλίες του Αγγελάκα - ποίηση σώματα και μουσική μαζί,σαν έρωτας
--
ενάμισι μήνας δουλεία και η αμοιβή επένδυση σε μια λήθη ηδονική
--
Τα Μικρά Ποιήματα του Ντίνου Χριστιανόπουλου
--
εξεργέσεις εντός και εκτός μου
-
ζευγάρια φιλικά και ένα κλίμα συμπάθειας
--
Εντιμότατοι Φίλοι μου του Μονιτσέλι
ένα αναρχικό χιούμορ
με μια αξιοζήλευτη παιδικότητα
που δεν σβήνει
--
ο κρότος της πεσμένης Μάσκας που φόρεσαν φιλόλογοι και φίλοι
στον Κάφκα
--
Οι ραδιοφωνικές εκπομπές του Πανούση
--
ένα ατελείωτο μυθιστόρημα πεταμένο σε μια άκρη
--
μια εξομολόγηση σε στίχους
--
και....
Στην Αθήνα
Μια ευχή
Ταξιδιάρα Ψυχή
--
Ευτυχισμένος Ο Καινούργιος Χρόνος
Παίδες

Τρίτη 30 Δεκεμβρίου 2008

πριν τον νέο χρόνο....

καθισμένη σταυροπόδι
πάνω στο βινύλιο να γυρνάς
με ένα τσιγάρο υποθετικό στο στόμα

το δέρμα σου χαρτί
και τα δάκρυα από μελάνι
λέξεις, λέξεις , λέξεις να κυλάνε
μπροστά μου
εσύ
θαύμα
σε πλησιάζω
σαν να πηγαίνω ακάλεστος, μουδιασμένος σε γιορτή
και σου ψιθυρίζω ποίηση

29/12



.....όταν μου τελειώσουν οι λέξεις / άραγε που θα μπορώ να σε βρω ;




Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2008

Γράμμα στην Ζυστίν 10

ο χρόνος αυτός τελειώνει Ζυστίν και αυτό είναι το δέκατο γράμμα που σου γράφω.
άραγε τι έκφραση να έχει το πρόσωπο σου όταν τα διαβάζεις αυτά τα γράμματα ( μικρά τάματα και ευχές στην εικόνα σου );
μια ενοχλητική ίσως φαγούρα στο μυαλό σου ή τα μάτια σου ορθάνοιχτα να με μπερδεύουν για το αν νευρίασες ή αν σε εκπλήσσω...

ο χρόνος αυτός τελειώνει...


κομήτες δειλοί να σέρνονται στο δικό σου σεντόνι
μη βρίσκοντας μια γωνιά δικό τους ουρανό
( άτσαλη τροχιά τον πόνο ανακυκλώνει
κλέβοντας τον ρυθμό από ένα ρημαγμένο
''Σ ΑΓΑΠΩ'' )
Ζυστίν, μάσκα ταιριαστή στον πόθο

Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2008





Λίνα Λίνα καρδερίνα
θα σε δω τον άλλο μήνα
.........
---
καλές γιόρτες!!!!!!!

με τον Celin

ο Celin έλεγε :'' Ποτέ μην πιστεύεις στην δυστυχία ενός ανθρώπου. Ρώτα τον αν μπορεί να κοιμηθεί. Αν η απάντηση είναι ''ναι', τότε όλα είναι εντάξει. Αυτό αρκεί''

κάποιες νύχτες τον πιστεύω τον προδότη
γιατί αυτός ήξερε να μαζεύει
τα κομμάτια του καθρέπτη
που οι ήρωες σπάσανε φοβισμένοι


τον πιστεύω

ειδικά εκείνες τις νύχτες που σε περιμένω να κοιμηθούμε
( και όχι μόνο ) μαζί.

Τα λυπημένα Χριστούγεννα των Ποιητών


Στην Ελένη Θ. Κωνσταντινίδη

Είναι τα λυπημένα Χριστούγεννα 1987

είναι τα χαρούμενα Χριστούγεννα 1987

ναι, τα χαρούμενα Χριστούγεννα 1987!

σκέπτομαι τόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα…

Ά! ναι είναι πάρα πολλά.

Πόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα πέρασε

ο Διονύσιος Σολωμός

πόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα πέρασε

ο Νίκος Εγγονόπουλος

πόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα πέρασε

ο Μπουζιάνης

πόσα ο Σκλάβος

πόσα ο Καρυωτάκης

πόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα

πέρασε ο Σκαλκώτας

πόσα

πόσα

Δυστυχισμένα Χριστούγεννα των Ποιητών.


Μίλτος Σαχτούρης

Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2008

Το ομορφότερο πράμα του κόσμου


Ας τιναχθεί κι ας αφρίσει αποκάτου απ’ την καρένα η θάλασσα! Το τρελό το καράβι πηδάει, από κύμα σε κύμα. Ο καπετάνιος, προσεκτικός στις ετοιμασίες του ταξιδιού, προστάζει τους σιωπηλούς και πρόθυμους ναύτες.

Ο πιο νιος απ΄ όλους επήρε ένα κιουπάκι γεμάτο από παλιό και καλό κρασί, το σήκωσε, το ακούμπησε απάνου στον μπάγκο. Και κάθε ένας από τους ταξιδιώτες πίνει με τη σειρά του το ποτηράκι του, αφού πρωτύτερ’ αποκριθεί μ΄ ένα στίχο που τον παίρνει ο άνεμος, στην ερώτηση που του κάνουν όλων των ταξιδιωτών οι φωνές τριγύρω :

«Στο Θεό σου, πες μας, τι είναι το ομορφότερο πράμα στον κόσμο;»

Από πού έρχεται το καράβι, και πού πάει τάχα;

Τι μας μέλει; Του πιθαριού του το κρασί είναι γερό.

«Στο Θεό σου, πες μας, τι είναι το ομορφότερο πράμα στον κόσμο;»

- Το ομορφότερο πράμα στον κόσμο είναι η αγάπη μου, λέει ένας σπουδαστής, ίσα με είκοσι χρόνων. Ο έρωτας είναι η μόνη ευτυχία.

- Η ευτυχία είναι εις τον πόλεμο, πετάγεται ένας στρατιώτης. Το ομορφότερο πράμα στον κόσμο είν’ ένας καβαλάρης, που χύνεται με το σπαθί στο χέρι.

- Όσο έχω ΄γώ μια κασίτσα γεμάτη και καλά φυλαγμένη... λέει ο φιλάργυρος.

Και ο γεωργός απαντάει : - Είν΄ άλλο τίποτα ομορφότερο, από ένα χωράφι, χρυσωμένο απ’ άκρη σ’ άκρη με στάχυα;

Αλλά ο ποιητής ορθωμένος : - Με τη δάφνη η Ομορφιά στεφανώνεται. Τι ωραιότερο από τη δάφνη; Μα τον Απόλλωνα! Πού ακούστηκε πως η ευτυχία βρίσκετ’ αλλού παρά εις τη σκέψη;...

Μα ο μουσικός την ίδια την ώρα : - Τι τη θες τη σκέψη; Ένιωσες ποτέ σου τι λέει τ’ αηδόνι; Τ’ ακούς μοναχά, κι αυτό φτάνει.


Και ο ζωγράφος με πείσμα : - Η Ομορφιά δεν βρίσκεται σε ήχους και λόγια. Η Ομορφιά είναι εικόνα.

Μα κι ο φιλόσοφος, αγριεμένος : - Τι λέτε; τους κραίνει. Η Ομορφιά είναι η Αλήθεια.


- Είναι η Επιτυχία! φωνάζει με χειρονομίες ένας πολιτευόμενος, που πήγαινε στην πατρίδα του να βάλει κάλπη.


- Μωρέ, καλά λες! του κάνει αμέσως ο τυχοδιώκτης· η Ομορφιά είναι μια νταρντάνα με όξω τα στήθια, που κρατάει τα χαρτιά τού τυχερού τζογαδόρου.

- Ώ! μουρμουρίζει σιγά - σιγά κι ένας έμπορος, τι άσχημο που είναι να παίζεις. Να λογαριάζεις, μάλιστα, να πράγμα!

Μα κι ένας παπάς, κάνοντας το σταυρό του : - Ώ αδελφοί μου, τι καλύτερο από την πίστη, τι ομορφότερο από την προσευχή;...

Αλλά έξαφνα : - Κατάρα, εμούγγρισε ο καπετάνιος, και οι τραγουδιστάδες σιωπήσαν αμέσως τρομαγμένοι. Κατάρα!... Σκάστε, να πάρ’ ο διάβολος... Σφίχτε το πανί!...

Γιατί η θάλασσα είχεν αγριέψει, και για το ναυτικό, η Ομορφιά γελάει στου καραβιού του την πρύμη, όταν, ύστερ’ απ’ την καταιγίδα μπαίνει καμαρωτό στο λιμάνι.

Και την ίδια στιγμή, μια παρέα χαρούμενα σκυλόψαρα, ακολουθούσαν τ’ αυλάκι που χάραζε στα κύματα το πλοίο, κι εκουβέντιαζαν, κι έλεγαν αναμεταξύ τους :

- Το ομορφότερο πράγμα στον κόσμο, είναι ένα καράβι που πάει να βουλιάξει στο φούντο, γεμάτο από ταξιδιώτες...



Μιχαήλ Μητσάκης

Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2008

πρωινό


όσο προχωράμε το χρώμα ξεθωρίαζει και χάνεται
καταντάμε ταινία παλιά
ασπρό - μαύρο βρε
χωρίς υπότιτλους
γιατί
όλα καρδιά μου είναι κατανοητά.


η νηφαλιότητα ως αρέτη

εχθές

περίπατος αγκάζε επι της Ιασωνίδου
με μια ομοιοπαθή τρόπο τινά

χαμόγελα
και ένα κλίμα συμπάθειας

όσο και αν ανακατεύει
αυτή η ρουφιάνα η λέξη τα μέσα μου
τολμώ να πω ''Παρέα''.


και τώρα πρωί
μουντό

κάπου κρύβεται και ο ήλιος
φοβισμένος ίσως ασθμαίνοντας απ΄ τα τσιγάρα
κάτι φουγάρα πολιτισμού
και όμως ο ήλιος
όχι ο ηλιοκαμμένος
αλλά ο φίλος μου ο Ντίνος
που έχει καρδιά και μια κιθάρα
( λίγο τσακισμένη εκεί στην άκρη βέβαια )
μέσα του
με περιμένει
να μου πει
''Δεν πειράζει Βασίλη...
Σεβαστές,σεβαστές οι αδυναμίες...''
και εσύ με τρόπο χαριτωμένο
απο το τηλέφωνο
να μου λές
Πσεύτη...

Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2008

''...ως ενδεικτικόν ηθικής κατάπτωσης.''


Κάτω στου Μήτσου το ντεκέ κάναν οι μπάτσοι μπλόκο

και βρήκαν ντουμανότρουπες κ΄ ενα γιαπί λουλάδες,

πενηνταδυό διμούτσουνες και δεκάχτώ μαρκούτσια.

Σουρτά-σουρτά με μπαμπεσιά ζυγώσαν οι ρουφιάνοι,

με ζούλα ήρθαν οι π[ούστηδες] και μας εβάναν μπόστα:

τσίμπησαν πρώτα τον Μπαλήν, όπου φυλούσε τσίλλιας,

και μπήκαν στο τσαρδάκι μας και μας τα κάναν λίμπα.

Πήραν τις ντουμανότρουπες, πήραν και τους λουλάδες,

πήραν και τις διμούτσουνες, τα δεκαχτώ μαρκούτσια,

πήραν και τους ντερβίσιδες και στο πλεχτό τούς πάνε'

πήραν τον Μίκα το Ντουρντή, τον τζέ του Ντέλαβέρη,

το Μπαμπούλα, το Μπούμπουλα και τον Μπαλή το Μήτσο,

πήρανε και το ντερτιλή το Ντάτα, το θεριό,

ποκανε πέντε στην Παλιά και δώδεκα στ΄ Ανάπλι,

κι οταν μιλάη τσακίζεται και λέει: Όφ,τ΄ αδρεφάκι.

Πήραν και το Σκουντή το Λια με τα σμιχτά τα φρύδια,

κι ο Λιάκος βαρυγκόμαγε, κι ο Λιάκος βλαστημούσε.

Λιάκο μ΄ τ΄ έχεις και θλίβεσαι, τ΄ έχεις κι αναστενάζεις;

Δεν κλαίω που με τσιμπήσανε και στο πλεχτό με πάνε,

μον΄ κλαίω που μου τη σκάσανε κι ακόμα είμαι χαρμάνι...


Ναπολέων Λαπαθιώτης

Γράμμα στην Ζυστίν 9

δεν είναι όνειρο δεν κοιμάσαι
είμαι τόσο κουρασμένη που δεν μπορώ να κοιμήθώ.... είπες
έβγαζες καπνούς απο τα ρουθούνια σου και απο τα χείλια σου φώτια
σαν ένας δράκος με τα φτερά του Έρωτα
ένα πλάσμα μόνο,μοναχικό,μοναδίκο να φαντάζεται κάποιο μονοπάτι προς την θάλασσα με τα αμέτρητα μολυσμένα της κύματα και μια λωρίδα φωτός για να δείς ποια δαχτυλίδια θα φορέσεις και ποιες αγάπες σου θα αποτελείωσεις.


θα συναντηθούμε και όλα δεν θα μοιάζουν τόσο τρομάκτικα, τόσο μακριά απο ότι ο νους - ο νους που εξόρισε απο μέσα του την Τρέλα, ο νους που ταμπουρώθηκε μέσα στα διαμερίσματα του - εφτιάξε.

-- - -- -

πριν τέσσερις ή πέντε μέρες την Νύχτα κατέβηκα στην παράλια.Κρύο,κανείς εκεί.2 Μπύρες - μη φωνάζεις,ξέρω...ξέρω,δεν κάνει αλλα.... -.Έκατσα περίπου μια ώρα μέχρι που ήρθε ένα ζευγάρι με τον έρωτα τους και κάτσαν παραπλεύρως εκτοπίζοντας με.ΠΟΙΟΣ ΟΜΩΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ
ΚΑΤΗΓΟΡΗΣΕΙ ΤΟΥΣ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΥΣ;


σωστά.

Κανείς.
--
Καληνύχτα


Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2008

συμπτώσεις;

το κλουβί
ομοιοκαταληκτεί
με το πουλί


η αγάπη
με
το αγκάθι


τα λόγια
με
τα πιόνια


και
η ζωή
με εσένα.

ταραχές στους δρόμους



ωραία μέρα, ωραία εποχή, ο καθένας μπορεί
να σου ανοίξει μια τρύπα ανά πάσα στιγμή.

τώρα πυροβολούν απ΄ τις στέγες
κι ο νυχτερινός ουρανός καπνίζει,
κατακόκκινος.

τι παραπάνω να ζητήσεις;
μπορείς μα δείς το θέαμα στην τηλεόραση ή
να κοιτάξεις έξω, το ίδιο πράγμα
είναι.

βγάζουν την οργή απο μέσα τους.
την αφήνουν ελεύθερη.
Υγιεινά πράγματα.

οι μπάτσοι κρύβονται.
κανείς δεν πλήττει απόψε.
οι ακίνδυνοι άνθρωποι βρίσκονται ήδη στην φυλακή.

ολοι νιώθουν περιέργως ζωντανοί,
επιτέλους,
ώρα για ξεφάντωμα!

η πόλη αυτή είναι ο κόσμος όλος
και χυμάει πάνω σου.




ωραία μέρα, ωραία εποχή!


η κόλαση βγήκε να παίξει


μαζί σου.



Charles Bukowski ( μετάφραση Σώτη Τριανταφύλλου )

Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2008

εγχειρίδιο επιβίωσης

αυτοσχεδιάζω και σου μοιάζω
αυτοσχεδιάζω και σου μοιάζω
αυτοσχεδιάζω και σου μοιάζω

αναστενάζω

τελευταίο φιλί
να σου κλέψω την ανάσα
τελεύταιο φιλί
να ανασάνω

ωδή σε μια κούκλα πλαστικοποιημένη και όχι πλαστική

ο τελευταίος πρωταθλητής του κόσμου ήταν αποτυχημένος
ντυνόταν γυναίκα
κουνιόταν σαν μαούνα
και τους ξεγελούσε όλους

και όμως όλοι τον αγάπησαν

όταν είχε κέφια
έμοιαζε με σύννεφο
και όλοι παρακαλούσαν να να τους δροσίσει
με την μεταλλαγμένη του βροχή

και όμως όλοι τον ξέχασαν

Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2008

απο το Όνειρο στο Κύμα





Απείχον τώρα ολιγώτερον ή πέντε οργυιάς από το μέρος του πόντου, όπου εσχηματίζοντο δίναι και κύκλοι συστρεφόμενοι εις τον αφρόν της θαλάσσης, οι οποίοι θα ήσαν ως μνήμα υγρόν και ακαριαίον διά την ατυχή παιδίσκην τα μονά ίχνη τα οποία αφήνει ποτέ εις την θάλασσαν αγωνιών ανθρώπινον πλάσμα!... Με τρία στιβαρά πηδήματα και πλευσίματα, εντός ολίγων στιγμών, έφθασα πλησίον της...

Είδα το εύμορφον σώμα να παραδέρνη κάτω, πλησιέστερον εις τον βυθόν του πόντου ή εις τον αφρόν του κύματος, εγγύτερον του θανάτου ή της ζωής· εβυθίσθην, ήρπασα την κόρην εις τας αγκάλας μου, και ανήλθον.

Καθώς την είχα περιβάλει με τον αριστερόν βραχίονα, μου εφάνη ότι ησθάνθην ασθενή την χιλιαράν πνοήν της εις την παρειάν μου. Είχα φθάσει εγκαίρως, δόξα τω Θεώ!... Εντούτοις δεν παρείχε σημεία ζωής ολοφάνερα... Την ετίναξα με σφοδρόν κίνημα, αυθορμήτως, διά να δυνηθή ν' αναπνεύση, την έκαμα να στηριχθή επί της πλάτης μου, και έπλευσα, με την χείρα την δεξιάν και με τους δύο πόδας, έπλευσα ισχυρώς προς την ξηράν. Αι δυνάμεις μου επολλαπλασιάζοντο θαυμασίως.

Ησθάνθην ότι προσεκολλάτο το πλάσμα επάνω μου· ήθελε την ζωήν της· ω! ας έζη, και ας ήτον ευτυχής. Κανείς ιδιοτελής λογισμός δεν υπήρχε την στιγμήν εκείνην εις το πνεύμα μου. Η καρδία μου ήτο πλήρης αυτοθυσίας και αφιλοκερδείας. Ποτέ δεν θα εζήτουν αμοιβήν!

Επί πόσον ακόμη θα το ενθυμούμαι εκείνο το αβρόν, το απαλόν σώμα της αγνής κόρης, το οποίον ησθάνθην ποτέ επάνω μου επ' ολίγα λεπτά της άλλως ανωφελούς ζωής μου! Ήτο όνειρον, πλάνη, γοητεία. Και οπόσον διέφερεν από όλας τας ιδιοτελείς περιπτύξεις, από όλας τας λυκοφιλίας και τους κυνέρωτας του κόσμου η εκλεκτή, η αιθέριος εκείνη επαφή! Δεν ήτο βάρος εκείνο, το φορτίον το ευάγκαλον, αλλ' ήτο ανακούφισις και αναψυχή. Ποτέ δεν ησθάνθην τον εαυτόν μου ελαφρότερον ή εφ' όσον εβάσταζον το βάρος εκείνο... Ήμην ο άνθρωπος, όστις κατώρθωσε να συλλάβη με τας χείρας του προς στιγμήν εν όνειρον, το ίδιον όνειρον του...





Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2008

η κόλαση ανάμεσα μας


έβαψες το πρόσωπο σου κίτρινο
και ίδρωσες να με τρομάξεις

τα πόδια σου μάτωσαν όταν γελώντας σαν τρελή ακροβατούσες πάνω
στις χορδές του πιάνου
καθώς βαρούσα τα πλήκτρα με το κεφάλι
βγάζοντας μια μελωδία ντροπής και θανάτου
ο Χάρος επιτυχημένος νταβατζής
με το μπουρδέλο του μια πλανή
κλεισμένη σε μπουκάλι
να εκδίδει τους στίχους μου
πάνω στο τρύπιο σου κορμί
γλώσσες ξυράφια σημαδεύουν τα σύνορα στο πρόσωπο
και παράνομα και λαθραία αγαπάς
αγαπώ
και μετράμε θύματα πληγές
νότες διεστραμμένες
σε ένα σολφέζ εντυπώσεων
ανταλλαγή πυρών μέσα στο ίδιο δωμάτιο
ένα πλιάτσικο συναισθημάτων
όνειρο έμοιαζε
αλλά
αργά ξυπνήσαμε
από αυτόν τον εφιάλτη
υ.σ. πριν ενα χρόνο γραμμένο

Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2008

ο ποιητής....



«Ο ποιητής είναι άχρηστος. Είναι είδος πολυτελείας. Βοηθάει ορισμένους μόνον ευαίσθητους ανθρώπους να ξεπεράσουν τις δυσκολίες που έχει αυτή η ζωή».

ο Μίλτος Σαχτούρης σε συνέντευξη που έδωσε στον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο και δημοσιεύθηκε στην ''Ελευθεροτυπία''


Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2008

πριν 26 χρόνια


Έληξε η αμφισβήτηση. Αποφανατίστηκαν οι επαναστάσεις. Καταγγέλθηκε η απάτη κάθε "πρωτοπορίας". Μια οργιαστική Σιγή εβλάστησε σε όλες τις ρωγμές. Κοιτάξτε αυτούς τους νεαρούς των δεκαπέντε-δεκαεφτά χρονών. Κοιτάξτε τους καλά. Προσέξτε την Κατήφεια τους. Την νευρική τους απάθεια, την σιωπή τους, την δύσαρθρη ομιλία τους, την δύσθυμη σκληρότητα τους. Προσέξτε πόσο ακίνητος είναι αυτός ο Νέος Άνθρωπος. Πόσον αμίλητο φόνο κουβαλάει μέσα του. Κι αν ακόμα δεν είναι αυτοί ο Συναγερμός, θα έρθουν παιδιά και έφηβοι που θα είναι προορισμένοι για τον Νέο Λόγο. Απλά, για τον Λόγο. Για λέξεις που ποτέ δεν διαπράχθηκαν, για νοήματα που ποτέ δεν ορθολογήθηκαν, για εικόνες που ποτέ δεν μιλήθηκαν. Φοβηθείτε τους.


Γιώργος Χειμωνάς, στο πρώτο τεύχος του "Χάρτη"

Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2008

''winter dreams the same dream...''

φυτρώνει στις ράγες το χορτάρι

ψιλόβροχο και οι δρόμοι γυαλιστεροί καθρέπτες
στις λάσπες ένα είδωλο

και κάτω από ένα ευκάλυπτο τυλιγμένο με φώτα
σαν δώρο σαν όνειρο
ταξίδι
ψυχή
αγάπη


αρρυθμίες και το πρόσωπο σου λιακάδα μες την Νύχτα...



Πριγκιπέσα..





...Μια μωβ σκιά Μαΐου ξάπλωσε στον τόπο. Όσα συνέβησαν στα Εξάρχεια και στη Νομική Σχολή. Και στην οδό Σκουφά και Σόλωνος, Μαυρομιχάλη και Ιπποκράτους, ενόχλησαν τους Έλληνες πολίτες και αγανάκτησαν τον Τύπο ολόκληρο. Γιατί δεν τους εξολοθρεύουν και δεν τους σπάνε το κεφάλι. Γιατί δεν ρίχνουν δακρυγόνα. Και η Σύγκλητος και οι φοιτητές όλων των παρατάξεων, όλοι αγανακτισμένοι με τα τριάντα - εκατό παιδιά που δεν το βάζουν κάτω, δεν εννοούνε να παραδεχτούν πως η όποια ελευθερία ανήκει μόνο στους αστυνομικούς και τους ηλικιωμένους. Που δεν μπορούν να αντιληφθούν γιατί καταδιώκονται αδιάκοπα, προπηλακίζονται ατελείωτα και συνεχώς υποχρεούνται να δέχονται εξευτελισμούς. Κι ο προπηλακισμός αρχίζει από τον δάσκαλο, τον επιστάτη του σχολείου, από τον οδηγό και τον εισπράκτορα του λεωφορείου, απ' τον καθηγητή και τον δημόσιο λειτουργό ως τον δημόσιο υπάλληλο, από τους αξιωματικούς κι εκπαιδευτές στο κέντρο κατατάξεως ως τον τυχαίο μοτοσικλετιστή της τροχαίας που θα του ζητήσει άδειες, ταυτότητες και πιστοποιητικά. Ως τον γιατρό του νοσοκομείου που θα τον πάνε σηκωτό, ύστερα από τη γροθιά του οργάνου της τάξεως. Και το γνωρίζουμε πολύ καλά.
Εξύβριση αρχής - έτσι ονομάζεται η απαίτηση εξηγήσεων. Χειροδικία κατά της αρχής - έτσι είθισται ν' αποκαλείται η ενστικτώδης κίνηση του αμυνόμενου νέου. Και η ιστορία δεν έχει τέλος.
Η ανωνυμία και η εισαγγελική αρχή θα του προσφέρει ή μια τραυματική αγανάκτηση ισόβια ή τον επιζητούμενο από την πολιτεία ευνουχισμό του. Αυτή είναι μια καθημερινή πραγματικότητα και δυστυχώς γνησίως ελληνική τα πρόσφατα και τελευταία σαράντα χρόνια - όσα είχα δηλαδή την ευτυχία να ζήσω σαν επώνυμος πολίτης εις τούτον τον ένδοξον κατά τα άλλα τόπον μας.

Μια μωβ σκιά Μαΐου σκέπασε την Αθήνα. Κι όμως δεν βρέθηκε ένας δημοσιογράφος, μια εφημερίδα ν' αγανακτήσει και να διαμαρτυρηθεί, να καταγγείλει την αλήθεια για αυτό το τρίγωνο του αίσχους. Σκουφά, Μαυρομιχάλη και Ιπποκράτους. Κι άρχισε μια σκόπιμη, ύποπτη κι έντεχνη σύγχυση τριών ασχέτων μεταξύ των περιπτώσεων. Οι νεαροί των Εξαρχείων να παρουσιάζονται ίδιοι με τους αλήτες των γηπέδων, τους επονομαζόμενους χούλιγκανς, και επιπλέον να καλλιεργείται η εντύπωση στην κοινή γνώμη, με στήλες ολόκληρες των θλιβερών εφημερίδων μας, ότι οι νέοι αυτοί, οι αναρχικοί, είναι οι βομβιστές και ίσως οι πιθανοί δράστες των δολοφονιών ή εμπρησμών. Και φυσικά, όταν με το καλό τελειώσει η δίωξη των εκατό, σαράντα ή είκοσι παιδιών και η όλη επιχείρηση στεφθεί μ' «επιτυχία», να πάρει τις διαστάσεις ενός πραγματικού θριάμβου... κατά του εγκλήματος. Την ίδια ώρα που δολοφονούνται εκδότες και οι δολοφόνοι δεν ανευρίσκονται. Δολοφονούνται πολίτες και οι δολοφόνοι δεν αποκαλύπτονται. Πεθαίνουν νέοι από ξυλοδαρμούς και οι δράστες κυκλοφορούν ανενόχλητοι και, τέλος, δεν ...ανακαλύπτονται. Την ίδια ώρα η πολιτεία αγανακτεί διότι υπάρχουν μερικά ζωντανά της κύτταρα που αντιδρούν άτεχνα, ανοργάνωτα, ίσως μ' αφέλεια, σ' όλην αυτή την οργανωμένη κρατική ασχήμια, αντί να βλογάμε τον Θεό που βρίσκονται ακόμη μερικοί που δεν συνήθισαν στην «παρουσία του τέρατος». (...) Κορίτσια κι αγόρια με γυαλιά, έτσι καθώς κοιτάτε με απορία κι αγανάκτηση για ό,τι συμβαίνει γύρω σας, είμαι μαζί σας. Και σας αγαπώ.


Μάνος Χατζιδάκις

Α. A. Γ. ετών 15



ήμουνα και εγώ κάποτε ( όχι πολύ παλιά )

15 χρονών

όπως εκείνος

και όμως δεν με σκότωσε κανείς

περπάτησα σε πολλούς δρόμους,

είδα ανθρώπους που με ΄κάναν να πονέσω

να γελάσω

να με τυραννάνε και να με ποδοπατούν

να μου γλυκαίνουν την ψυχή

και όμως δεν με σκότωσε κανείς



γέλασα

έκανα πράγματα που χάρηκα

αλλά και μετάνιωσα πικρά ( για λίγο )

συνέχισα

και με λίγα λόγια

ότι και να έκανα

έζησα

ή μάλλον με άφησαν

απ΄ ότι φαίνεται να ζήσω.

και τώρα στο δωμάτιο μου ανήσυχος αλλά ασφαλής

ακούω μουσική, χειροκροτήματα ,πυροβολισμούς

σκέφτομαι για το μετά, το ύστερα

κοιτάω τον ουρανό

με τα μάτια κλειστά

όπως και εκείνος

ξαπλωμένος

αλλά εμένα δεν με δολοφόνησε κανείς

15 χρονών.

Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2008

Come as you are


Come as you are, as you were,
As I want you to be
As a friend, as a friend, as an old enemy
Take your time, hurry up
The choice is yours, don't be late
Take a rest as a friend as an old memoria

Come dowsed in mud, soaked in bleach
As I want you to be
As a trend, as a friend, as an old memoria

And I swear that I don't have a gun
No I don't have a gun

Nirvana

Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2008

του Νίκου Β.


Στου μυαλού μου την χωματερή
Έθαψα της μπαλαρίνας την στολή
Κι έβγαλα απ΄ την συρταριέρα
Μποξεράκια και χολέρα
Για να γίνω άντρας με πυγμή
Κι έκρυψα στην σιφονιέρα
Την Ροζ την ταμπακιέρα
Κι έσφαξα την Τζένη το σκυλί.

Φύτρωσαν στ΄ αυτιά μου νεραντζιές
Έβγαλα στα πόδια μου οπλές
Και στην πλάτη ένα καπίστρι
Και την τέλεια λύση
Μου την δείξαν στις αναποδιές
Και μου βγάλαν και μια ρήση
Να θαφτώ πλάι στην βρύση
Και να πίνω πίνω μπύρα στις γιορτές.

Βάρδια σε ένα βόθρο κοσμικό
Πλάι σ΄ ένα μπάτσο αναρχικό
Τα μικρόφωνα κι η μπάντα
Ετοιμάζουν προπαγάνδα
Για να σβήσουνε τον πανικό
Φώτα,κάμερες και τσάντα
Και αν δεν ζήσουμε για πάντα
Θα προλάβουμε τον πανικό.




--

σ.:το παραπάνω κομμάτι γράφτηκε πριν από τρία χρόνια από τον Νίκο Β. ο οποίος με περισσή αηδία το αποκήρυξε λίγο καιρό αργότερα. πιστεύω ότι κακώς έπραξε, γιατί το ποίημα αυτό δεν έχει καμία απο τις αδυναμίες που εκείνος νομίζει.δεν στερείται φαντασίας,ούτε του λείπουν οι εικόνες. ο χαρακτήρας του είναι κοινωνικός χωρίς να αναλώνεται σε εξυπνάδες και συνθήματα της κακιάς ώρας που μόνο σεξουαλικά πεινασμένους ικανοποιεί. αντίθετα αφουγκράζεται με τρόμο τους ήχους που σαν κισσός τυλίγει όλους τους δρόμους. κολυμπάει στον θόρυβο μιας βρωμιάρας πόλης με λεχρίτες καλοντυμένους και συναντά ένα μυστηριακό,αρχαίο χωμάτινο μύθο, μια ξερχαβαλωμένη νεράιδα με τα χέρια της κίτρινα από τα τσιγάρα που έκανε τράκα από ένα ηλίθιο. φαίνεται σε κάθε στίχο η διάθεση του να χαθεί αλλά αυτό φαίνεται εύκολο. για αυτό κρατάει την ύστατη λύση ως ελπίδα:τον πανικό.

πιστεύω ότι αυτό το ποίημα καίει την ξύλινη θήκη του μυαλού βρίσκοντας μετά κάτι ωραίο στις στάχτες.

επαναλαμβάνω κάτι που είπα παλιότερα στις αρχές αυτού blog : ''Ο Νίκος Β. δεν υπάρχει επειδή γεννήθηκε αλλά γεννήθηκε για να υπάρχουν έννοιες,ιδέες,γκριμάτσες μα πάνω από όλα ΑΛΗΘΕΙΕΣ.''

ΝΙΚΟ Β. ΣΕ ΧΑΙΡΕΤΩ ΚΑΙ ΠΑΛΙ.

Her Eyes Are A Blue Million Miles


I look at her and she looks at me
In her eyes I see the sea
I can't see what she sees in a man like me
She says she loves me

Her eyes
Her eyes
Her eyes are a blue million miles

Far as I can see
She loves me

Her eyes
Her eyes
Her eyes are a blue million miles

Far as I can see
She loves me



Captain Beefheart & The Magic Band

Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2008

στην Γκιουλμπαχάρ

ύπνος χωρίς εφιάλτες μετά από μια βδομάδα. ξύπνημα και 6 ποτήρια παγωμένο νερό σερί. φορτηγά μουγκρίζουν και απέναντι στο σχολείο τα παιδιά σιγά σιγά μαζεύονται.πορτές ανοίγουν και κλείνουνε.στην τηλεόραση είπαν σήμερα ότι θα έχει ζέστη.δυό τρεις υποχρεώσεις και μετά ένα μεγάλο ποτήρι χυμό ροδάκινο.

σκέψεις πάνω σε ένα ταξίδι.


( ελάχιστα αγκάθια ικανά να με πληγώσουν και όμως τα περιμένω να βγάλουν ανθό ).

Καλημέρα....

(Είναι εδώ; Είναι εκεί; Έφυγε; Θα' ρθει; Πού είναι; Η τελευταία;)

Α! Το δάσος πέρα. Ένα τραπεζάκι κάτω από τ' απόμερο πεύκο. Και η νύχτα που ερχόταν σιγά σιγά για να μην τη νιώσουμε. Η βοή του βραδινού ανέμου στα κλαδιά. Τα λόγια που έλειπαν. Τα χέρια ωχρά. Τα μάτια και τ' αστέρια. Μεσάνυχτα. Τίποτε απ' όλα δεν είχε ειπωθεί.

(Ψέματα; Ψέματα; Παιχνίδι φιλαρέσκειας; Περιέργεια; Εγωισμός;)

Κι άλλοτε η θάλασσα. Τα πλοία που έφευγαν στον ορίζοντα παίρνοντας τα όνειρά μας. Ο φλοίσβος μα τις υποσχέσεις του. Εκεί πάνω στο βράχο τ' άφθονα και ανεξήγητα δάκρυα. Η μοναξιά στο απέραντο. Τα φιλιά. Η ψυχή...

(Τίποτε; Τίποτε; Παιδικότητες; Ρομαντισμός; Αυταπάτη;)

Aλλες φορές η αυγή αναπάντεχη και προδοτική. Από δρομάκια το κουραστικό γύρισμα. Οι πρώτοι θόρυβοι της ημέρας. Η γλυκιά μεταμέλεια στο πρόσωπο που φωτιζόταν ολοένα. Το χαίρε...

(Eφυγε; Δε θα' ρθει πια; Τελευταία;)



Κ.Γ.Καρυωτάκης

Από αυτόγραφο του ποιητή προφανώς δοσμένο από τον ίδιο στην Μαρία Πολυδούρη -- η οποία το εμπιστεύτηκε στη Μυρτιώτισσα. Το πιθανότερο είναι να γράφτηκε στα 1922.

Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2008

Αγρύπνια

Αγρύπνια, αψηλάφητο ζώο!

Δίχως μια στάλα στοργή,

σ' όσους διψάν για χίμαιρες, γέρνεις

την κούπα σου που 'ναι πάντα αδειανή.


Κι ενώ περνά η νύχτα κατάλευκη,

βροχερή σαν Κυριακή,

ξέρω γιατί, στ' αυτί που σπαράζει,

χιμάς και γλύφεις σαν σκυλί.


Δεν αγαπάς! Αφήνεις τους ψύλλους σου,

τους ήχους που φτάνουν από μακριά;

αγρύπνια, κακόφωνο όργανο,

που αλέθεις των εκλεκτών το «ωσαννά».


Αγρύπνια, της κόλασης κήτος,

είναι το φιλί σου φωτιά.

Αφήνει μια γεύση από σίδερο,

πού 'χουν ξηλώσει από καράβια παλιά.
Θανάσης Παπακωνσταντίνου
[ Οι στίχοι στηρίχτηκαν στο ποίημα «INSOMNIE» του Tristan Corbiere (1845-1875) ]

Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2008

επαγγελματικός προσανατολισμός



ρώτησαν την πατριωτική και περήφανη του στύση τι θέλει να γίνει όταν μεγαλώσει
και εκείνη απάντησε Διακοσμητής Εσωτερικών Χώρων.

Jackson Pollock, The Deep

1/12

κλεψύδρες γεμάτες καυτό νερό ο χρόνος μου

και το κραγιόν σου φωσφορίζει στο φεγγάρι
στα μαυρισμένα ρούχα μου
φλόγα μου ασημένια πράσινη
ματωμένο σημάδι στον ουρανό
ήρθες να εκθρονίσεις την μελαγχολία μου από τα πολυτελή
διαμερίσματα της
και ήταν τόσο όμορφα βολεμένη