κρυμμένο παιδί
και δάκρυ / αγρίμι
στις γωνίες / μην
σου τύχουν οι μέρες
του / και όπως φαίνεται / όπως όπως δηλαδή φαίνεται / και προχωράει και αφήνει αυτά που τον τρώνε πίσω / μαζί με αυτά που δεν ήθελε να φάει / τα αχώνευτα / όμως ακόμα και οι κανίβαλοι κάνουν τις επιλογές τους / έχουν ένα διαιτολόγιο / όπως οι νεκρόφιλοι / που κοπιάζουν για την βαθιά - 5 6 μέτρα - αγάπη τους / cinema με σύννεφα / είναι στροφή καρμανιόλα / η ζωή με την καριόλα / θα έχουμε πολλά να πούμε στα εγγόνια σου Α.'
και δάκρυ / αγρίμι
στις γωνίες / μην
σου τύχουν οι μέρες
του / και όπως φαίνεται / όπως όπως δηλαδή φαίνεται / και προχωράει και αφήνει αυτά που τον τρώνε πίσω / μαζί με αυτά που δεν ήθελε να φάει / τα αχώνευτα / όμως ακόμα και οι κανίβαλοι κάνουν τις επιλογές τους / έχουν ένα διαιτολόγιο / όπως οι νεκρόφιλοι / που κοπιάζουν για την βαθιά - 5 6 μέτρα - αγάπη τους / cinema με σύννεφα / είναι στροφή καρμανιόλα / η ζωή με την καριόλα / θα έχουμε πολλά να πούμε στα εγγόνια σου Α.'
Πολύβιος Παναγιώτου Σκόρδου
1.
ήμουν δεν ήμουν 9 χρονών. Κυριακή και η γιαγιά σου είχε κάνει κεφτέδες. Κρέας μια φορά στο δεκαπενθήμερο περίμενα στο τραπέζι μαζί με τον θείο σου - 14 χρονών τότε - και τον παππού σου. σερβίρει πρώτα εμένα η γιαγιά και πριν προλάβω να φάω, βλέπω τον θείο σου να ορμάει στο πιάτο. Τι κάνεις ρε. . .; του λέω. . . και αρχίζει να μιλάει με τα χείλια κλειστά. . . Εγω...πβφφςδ...; τότε βουτάω το βαθύ πιάτο της χωριάτικης και του το κοπανάω στην μάπα. ο Παππούς σου σπάει ένα μπουκάλι και φωνάζει ΄΄Θα σε σκοτώσω ρε. . . ΄΄. τρεχάλα εγώ έξω από το σπίτι.
2.
κατέβαινα πεζός την Αγίας Σοφίας να βγω Τσιμισκή. σε κάποια φάση τρακάρω ώμο ώμο με έναν. . . ζητάω συγνώμη και μου λέει. . . έχω μαύρη ζώνη. . . και του λέω. . .και εγώ έχω δείρει έναν με μαύρη ζώνη. . . και τον κοπανούσα μεταξύ Αγίας Σοφίας και Τσιμισκής.
1.
ήμουν δεν ήμουν 9 χρονών. Κυριακή και η γιαγιά σου είχε κάνει κεφτέδες. Κρέας μια φορά στο δεκαπενθήμερο περίμενα στο τραπέζι μαζί με τον θείο σου - 14 χρονών τότε - και τον παππού σου. σερβίρει πρώτα εμένα η γιαγιά και πριν προλάβω να φάω, βλέπω τον θείο σου να ορμάει στο πιάτο. Τι κάνεις ρε. . .; του λέω. . . και αρχίζει να μιλάει με τα χείλια κλειστά. . . Εγω...πβφφςδ...; τότε βουτάω το βαθύ πιάτο της χωριάτικης και του το κοπανάω στην μάπα. ο Παππούς σου σπάει ένα μπουκάλι και φωνάζει ΄΄Θα σε σκοτώσω ρε. . . ΄΄. τρεχάλα εγώ έξω από το σπίτι.
2.
κατέβαινα πεζός την Αγίας Σοφίας να βγω Τσιμισκή. σε κάποια φάση τρακάρω ώμο ώμο με έναν. . . ζητάω συγνώμη και μου λέει. . . έχω μαύρη ζώνη. . . και του λέω. . .και εγώ έχω δείρει έναν με μαύρη ζώνη. . . και τον κοπανούσα μεταξύ Αγίας Σοφίας και Τσιμισκής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου