Πέμπτη 29 Ιανουαρίου 2009
Venceremos
Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2009
No Pussy Blues
My face is finished
My body's gone
And I can't help but think
Standing up here in all this applause
And gazing down at all the young and the beautiful
With their questioning eyes
That I must above all things love myself
That I must above all things love myself
That I must above all things love myself
I saw a girl in the crowd
I went over, I shouted out
I asked if I could take her out
But she said that she didn't want to
I changed the sheets
I combed the hairs across my head
I sucked in my gut
And still she said
That she just didn't want to
I read her Elliot, I read her Yates
I tried my best to stay up late
I fixed the hinges on her gate
But still she just never wanted to
I bought her a dozen snow white doves
I did her dishes in rubber gloves
I called her Honeybee, I called her love
But she just still didn't want to
She just never wants to
DAMN!
I sent her every type of flower
I played her a guitar by the hour
I patted her revolting little Chihuahua
But still she just didn't want to
I wrote a song with a hundred lines
I picked a bunch of dandy lions
I walked her through the trembling pines
But she just even then didn't want to
She just never wants to
I thought I'd try another tact
I drank a litre of Cogniac
I threw her down upon her back
But she just laughed and said she just didn't want to
I thought I'd have another go
I called her Ma "Little Oh"
I felt like Marcel Marceau must feel
But she said she just never wanted to
She just didn't want to
I've got the No Pussy Blues
I've got the No Pussy Blues
I've got the No Pussy Blues!
DAMN!
No Pussy Blues
I've got the No Pussy Blues
I've got the No Pussy Blues
I've got the No Pussy Blues
DAMN!
DAMN!
Grinderman
Η Μαλβίνα Κάραλη για τον Γιώργο Χειμωνά
ΤΣΙΚΝΟΠΕΜΠΤΗ, ΠΑΤΕΡΑ
Μπροστά του οι ζωντανοί θυμίζουν ξόανα… ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗΣ
Το λεξιλόγιο του αποχαιρετισμού είναι πάντα πενιχρό, Γιώργο. Δεν έχω λόγια. Δεν έχω λόγια πια. Το τρομερό βράδυ ήθελα να σου κάνω μια επίθεση αγάπης, λες και θα σε πρόφταινα. Δεν το πιστεύεις, κούκλε μου. Έκλεισα το τηλέφωνο και κάθισα στο κομπιούτερ. Χαράματα έγραψα την τελευταία μου, την οριστική μου λέξη. Έκανα αποθήκευση. Το κείμενο όμως χάθηκε. Δεν κρύφτηκε, δεν παράπεσε, δεν μπήκε στο αρχείο. Χάθηκε, σου λέω.
Ήταν νωρίς, μου είπε αυτός. Δεν το ήθελε φαίνεται ο Γ.Χ. να δημοσιευτεί τόσο νωρίς, ένα τόσο συναισθηματικό κείμενο.
Και είχε δίκιο. Τους γνωρίζει καλά τους απόντες… Δεν θα ήταν πια αγάπη, αλλά η επίδειξή της. Από κάποια που, σε έξαψη, ήθελε να ξορκίσει το «παντού νεκροί και πτώματα» και κανένας πιο ζωντανός από σένα.
Μια βδομάδα, πικρέ μου, λυπημένε Γ. Μια βδομάδα ξόρκισα το πένθος μου μέσα σε κουβέντες και θορύβους.
Αδιάφοροι άνθρωποι μπαινόβγαιναν, Δεκαεπτά Μαρτίου είχες γενέθλια, Δεκαοκτώ επέτειο γάμου, ακριβέ μου.Που «τριγυρνούσες έξω από τα ζευγάρια των ανθρώπων και ποτέ δεν πλάγιασες δίπλα σε άνθρωπο και δεν ζεστάθηκες από άνθρωπο. Δεν έπιανες παρά πορσελάνες και χρυσά σκαλίσματα κρεβατιών και μοναχά με μάτια, μοναχά με δάκρυα τριγυρνούσες έξω από τα αγκαλιάσματα τωνανθρώπων. Χωρίς χαρά και χωρίς κανέναν τέλειωσε η βασανισμένη σου ζωή και ίσως κρυφά να το επιθυμούσες…»
Διάβαζα και ξαναδιάβαζα, κείμενα που, αν θυμάσαι, ήξερα ήδη απέξω. Και υπήρχε μεγάλη ανάγκη να διαβάζω, σαν την άλλη, που έφυγε ο πατέρας της και στην τελετή θα ακουγόταν το αντάτζιο από τη Δεκάτη του Μάλερ. Χρειάστηκε -λέει- να το ακούσει πολλές φορές πριν από την τελετή, την πρώτη έκλαψε γοερά, τη δεύτερη λιγότερο. Τηδέκατη, η δύναμη της μουσικής εξασθένισε μέσα της τηφέμινα σεντιμεντάλις. Μπόρεσε να παραστεί στην τελετή, λες και αφορούσε κάποιον άλλο. Τους μπέρδεψε όλους με την ανεξήγητη αδιαφορία της…
Ξέρω πως δεν ήθελες δάκρυα και αντιδράσεις μουζίκου -τη σπεσιαλιτέ μου-, μόνο την αγάπη που αφειδώς σου προσφέραμε όλοι και όλοι σε λατρεύαμε και σε περιμέναμε να γυρίσεις. Και δεν γύρισες.
Ψάχνω στο σεκρετέρ μου, ακριβά ενθυμήματα. Το χειρόγραφό σου από τον Εχθρό του Ποιητή. Η εισαγωγή σου στη Μήδεια. «Λοιπόν ο έρωτας έχει πάντα καταγωγή βάρβαρη, Μαλβίνα…» Εδώ, ένα δωράκι γενεθλίων με αφιέρωση, πιο κει ένα ασημένιο κουτί για χάπια, τις πιο ακατάλληλες στιγμές εστιάζω πάντα στις κατάλληλες φράσεις - μου γράφεις, «κανείς να μη μάθει πώς ζήσαμε, κανείς να μην ξέρει από πού ερχόμαστε και προπαντός, κανείς να μη μάθει ποτέ, πώς πεθάναμε».
Ένα γράμμα, για το πώς επέρχεται ο φυσικός θάνατος, μετά από ολοοργανισμική απόφαση… Μια ευχή σου που δεν κατάφερα ποτέ να πραγματοποιήσω: «Για την ώρα, επειδή σε αισθάνομαι με τον δικό σου τρόπο ευτυχισμένη(ενώ πριν λίγους μήνες δεν ήσουν), εύχομαι αυτό να κρατήσει όσο περισσότερο γίνεται και -προπαντός- να είναι ευτυχισμένο ό,τι περισσότερο αγαπάς (αρκεί να μην είναι ευτυχισμένο απ’ ό,τι εσύ σε καμιά περίπτωση δεν θ’αγαπούσες»>.
Κάποτε σου έφερα τις ραδιοφωνικές εκπομπές που είχα φτιάξει για σένα. Με το Μυθιστόρημα, τους Χτίστες, το Γιατρό Ινεότη, τον Πεισίστρατο και όλα όσα, εξ αφορμής σου, τη ζωή μου φωταγώγησαν.
Δεν ήμουν μόνον εγώ, πατέρα. Όλοι δικοί σου ήταν. Οι πιτσιρικάδες που λάτρευαν τον Νικ Κέιβ σου… Οι αισθαντικοί. Οι υγιείς και όσοι «η αρρώστια τούς αφάνισε…»Στο δικό σου το μήκος, στους δικούς σου ρυθμούς… Καιμε τον τρόπο των πρώτων χριστιανών αν θες να μάθεις. Μιλούσαν για σένα, αλλά με την έξαψη της συνενοχής. Χαμηλόφωνα - και ας μη διαδίδονται σε άσχετους τα μυστικά μας…
Για σένα δεν φοβήθηκα την κοινοτοπία. Ο μεγαλύτερος Έλληνας συγγραφέας, έγραφα σε ένα κείμενο του ‘80. Εκεί που σε μεμφόμουν για την εμμονή σου με το θάνατο. Που «κοσμεί όσο και οι ιδέες»… Που είναι «σπάνιο και εκθαμβωτικό γεγονός»… Που «βγάζει στο φως την ευγενική καταγωγή των ανθρώπων»… Και «ακούστε, στο θάνατό μου, είναι κι άλλοι θάνατοι».
Άνοιξη και δεν ήθελα κουβέντα για θανάτους και τώρα εγώ πάνω από το χώμα -που δεν άγγιξα- και με μια οριστική κουβέντα σου, για πάντα εγκατεστημένη…
«Τι να είναι η ψυχή», έλεγες, «τι άλλο από ένα ακατάπαυστο σώμα που δεν καταλήγει…»
Ξέρω πόσο κινδυνεύεις τώρα πια, εσύ που ως έκθετος άρχοντας δεν κινδύνευσες ούτε μία μέρα στη λυπημένη ζωή σου. Το διαισθάνθηκα από τους επικήδειους κιόλας. Από αυτή την αδέξια συγκίνηση, στυλ έκθεση Τρίτης Γυμνασίου…
Ο μηχανισμός του μεταθανάτιου θανάτου είχε ήδη πυροδοτηθεί, πόσο θα οίκτιρες, πατέρα, ακούγοντας τόσεςκοινοτοπίες μαζεμένες… Ένας τελευταίος καφές, ένα δαχτυλίδι με μπριγιάν, άκαιρο και κουτό και παράταιρο στοχέρι μου που σέρνει το φλιτζάνι. «Μαλβίνα, γιατί βρίσκομαι εγώ εδώ;» με ρωτάει η φίλη μου στο κοιμητήριο. «Αυτό το κόσμημα εγγυάται», έγραφες κάποτε Γ. - αυτό θυμήθηκα, αυτό της απαντάω. Το κόσμημα εγγυάται Πάρε το. Σ’ αγαπώ.
Βγαίνω από κει μέσα, με ένα «Γιατί βρίσκομαι εγώ εδώ». Ο Λευτέρης και η Ειρήνη. Το κινητό. «Τα πράγματα δεν είναι ποτέ τόσο μικρά όσο φαίνονται. Πες το και στη Λ.».
Ποιος παρηγοριέται; Δεν το έστησε καλά το παιχνίδι ο Κύριος. Έπρεπε να πεθαίνουμε αλλιώς… Μετά το γαλάζιο της ανυπαρξίας, αυτό το γλυκό πράγμα που όρισε ο ποιητής Νοβάλις ως θάνατο, να μη μένει πίσω η τρομερά υλική παρουσία του σώματος…
Βάζω πούδρα και κραγιόν στο καθρεφτάκι του αυτοκινήτου, άσπρο και κόκκινο της μάσκας, «δεν μπορείς να μιλήσεις», μου λες -«και κανένας δεν μίλησε ακόμα, λέξη δεν ακούστηκε και τα στόματα θα ξεσφίξουν και θα ανοίξουν και θα ακουστεί ο λόγος που κρατούν και ποτέ δεν τον βγάζουν μέχρι το θάνατο, ο λόγος δεν ακούστηκε ακόμα…»
Tσικνoπέμπτη, πατέρα, και εγώ τρώω σούσι στην Απόλλωνος.
*απο το βιβλίο της Μαλβίνας Κάραλη, Σαββατογεννημένη
Τρίτη 27 Ιανουαρίου 2009
αλληλογραφία
υποκρινόμενος τον ηλίθιο με επιτυχία
( οι κριτικές λένε το αντίθετο άρα είμαι βέβαιος )
δέχομαι ευχαριστήριες επιστολές
από τις ανορθόγραφες ενοχές μου
μια από αυτές :
οι τοίχοι αιμορραγούν συνθήματα
και εσύ περιπατείς στην λεωφόρο της λόξας
αποπατείς περήφανα
τουλάχιστον μένει η περηφάνια
και σε αυτό τον τόπο αξίζει πολλά
ειδικά όταν σφίγγουν τα πράγματα
για τους δυσκοίλιους που κοιτάνε ψηλά.
Δευτέρα 26 Ιανουαρίου 2009
ευθύνες
και μιας ανήλικης τεκίλας 14 ετών
έπεσα απο τις σκάλες σου
ένω ξεκινούσα να φύγω
και μπροστά ( ή μαλλον πίσω )
απο αυτό το θέαμα
γελούσες σαν τρελή.
- αν και τώρα που το σκέφτομαι
έκανες πολλά πράγματα
σαν τρελή -
όμως ακόμα και σήμερα
δεν έχω καταλάβει
αν με έσπρωξες έσυ
ή αν αφέθηκα έγω
να πέσω
μαλλόν το δεύτερο ισχύει
όχι και τίποτα άλλο
δεν μου αρέσει
να ρίχνω τις ευθύνες
στον αλλό.
Κυριακή 25 Ιανουαρίου 2009
Ωστε θέλεις να γίνεις συγγραφέας
αν δεν βγει από μέσα σου με ορμή
σε πείσμα όλων,
μην το κάνεις.
αν δεν έρθει απρόσκλητο
απ' την καρδιά
κι απ' το μυαλό
κι από το στόμα
κι από τα σωθικά σου,
μην το κάνεις.
αν κάθεσαι μπρος στην οθόνη
του υπολογιστή σου
και την κοιτάζεις με τις ώρες
και γέρνεις σαν καμπούρης
πάνω από τη γραφομηχανή σου,
γυρεύοντας με κόπο
τις λέξεις που δεν έρχονται,
μην το κάνεις.
αν το κάνεις για τα λεφτά
ή
για τη δόξα,
άσ' το καλύτερα.
αν το κάνεις
γιατί νομίζεις πως θα ρίξεις
γυναίκες ή άντρες στο κρεβάτι σου,
μην το κάνεις.
αν κάθεσαι εκεί πέρα
και γράφεις
τα ίδια και τα ίδια,
μην το κάνεις.
αν ζορίζεσαι
όταν σκέφτεσαι να το κάνεις,
τότε να μην το κάνεις.
αν προσπαθείς να γράψεις
όπως κάποιος άλλος,
ξέχνα το.
άσ' το καλύτερα.
αν μπορείς να περιμένεις
να βγει από μέσα σου
μουγκρίζοντας,
τότε περίμενε υπομονετικά.
Κι αν δεν βγει μ' έναν βαθύ βρυχηθμό,
κάνε κάτι άλλο.
αν πρέπει πρώτα να το διαβάσεις
στη γυναίκα,
στην γκόμενα
στον γκόμενο,
στους γονείς σου
ή σε οποιονδήποτε άλλο,
δεν είσαι έτοιμος να γίνεις συγγραφέας.
μη γίνεις σαν όλους αυτούς τους γραφιάδες,
μη γίνεις σαν τόσους και τόσους
που αυτοαποκαλούνται συγγραφείς,
μη γίνεις γελοίος, πληκτικός,
φαντασμένος, μην αφήσεις
την αυταρέσκεια να σε κατασπαράξει.
οι βιβλιοθήκες του κόσμου
έχουν τρελαθεί
στο χασμουρητό
με το σινάφι σου.
μην προστεθείς κι εσύ σ' αυτούς.
μην το κάνεις.
αν δεν πετάγεται απ' την ψυχή σου
σαν πύραυλος,
άσ' το καλύτερα.
κάν' το μονάχα όταν νιώσεις
πως αν δεν το κάνεις
θα τρελαθείς,
θ' αυτοκτονήσεις ή θα σκοτώσεις.
αλλιώς, μην το κάνεις.
αν δεν νιώσεις πως ο ήλιος
σου καίει μέσα σου
τα σπλάχνα,
μην το κάνεις.
όταν στ' αλήθεια έρθει η ώρα,
κι αν έχεις το χάρισμα,
θα γίνει
από μόνο του
και θα συνεχίσει να γίνεται
ώσπου να σβήσει ή να σβήσει.
άλλος τρόπος δεν υπάρχει. δεν υπάρχει.
δεν υπήρξε ποτέ.
Charles Bukowski ( μετάφραση Σώτη Τριανταφύλλου )
ανταπόκριση
πριν την συναυλία
Μύλος - υποφερτή ψύχρα και κόσμος πολύς μαζί με μας να περιμένει να ανοίξουν οι πόρτες.
φωνάζουν πρώτα αυτοί που έχουν ήδη τα εισιτήρια
μια κοπέλα δεν ακούει, με ρωτάει τι είπε ο πορτιέρης,τη λέω, η διπλανή της λέει Άντε πάμε και εκείνη της απαντά δείχνοντας εμένα Ο κύριος μου είπε ότι προηγούνται όσοι έχουν ήδη εισιτήρια
ο Ντίνος το ακούει και γελά.
κύριος. . . στα 19 κύριος - στα 29 το πάω για σεβάσμιος.
περιμένουμε, περιμένουμε. . .
ήμαστε ένα φιλόμουσο κοπάδι.
- - -
στην συναυλία
πανάκριβες μπύρες και η ομορφότερη κοπέλα να πίνει κονιάκ 7 αστέρων.
μια νεράιδα να έχει στην κολότσεπη ένα πακέτο τσιγάρα.
νιάτα νιάτα παντού μα και παλιές καραβάνες
να λένε πάμε πιο πίσω, αγρίεψαν τα πράγματα.
στίχοι και μελωδίες, - πες το τραγούδι να μην κουράζεσαι -
χορός μέσα σε μισό τετραγωνικό ονείρου.
ένα σύνθημα πέφτει απ όλους ΜΠΑΤΣΟΙ ΓΟΥΡΟΥΝΙΑ ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ
η πρώτη συναυλία μας στην Προεπαναστατική Θεσσαλονίκη λέει ο Αγγελάκας.
ένα καινούργιο τραγούδι ακούγεται. ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ.
στο ρεφρέν ψιθυρίζει έλα να φύγουμε μαζί.
Σιγά μην Κλάψω. . . - Γιορτή - Μια μελαχρινή ( διασκευή Βαμβακάρη που τραγουδά ο ο Σαδίκης ) - Θα ανατέλλω . .
τέλος
--
μετά την συναυλία
κατεβαίνοντας τα σκαλοπάτια του Μύλου βρίσκω ένα γεμάτο φάκελο καπνό.
υπέροχα - δεν καπνίζω.
επιστρέφουμε.
με τον Ντίνο στο παρκάκι μιλάμε για τους χίλιους και ένα τρόπους
να διώχνεις τα κουνούπια.
ψιχαλίζει
Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2009
Lenny. . .
13 October 1925 - 3 August 1966
If Jesus had been killed twenty years ago, Catholic school children would be wearing little electric chairs around their necks instead of crosses.
Every day people are straying away from the church and going back to God.
Satire is tragedy plus time. You give it enough time, the public, the reviewers will allow you to satirize it. Which is rather ridiculous, when you think about it.
I didn't do it, man, I only said it.
- To police on the occasion of his arrest for saying "cocksucker" at San Francisco's Jazz Workshop, 1961
I'm sorry if I wasn't very funny tonight. Sometimes I'm not. I'm not a comedian. I'm Lenny Bruce.
Τρίτη 20 Ιανουαρίου 2009
της Ζυστίν
Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2009
΄΄μαζεύοντας ρίμες,κατρακυλώντας στον Γολγοθά. . .΄΄
μεγάλη πορεία
με μια απορία
που πάμε ;
ανάβεις τσιγάρο
μοιάζει με φάρο
που πάμε ;
γυρνάμε
παραπατάμε
κατρακυλάμε
( μας ) ξερνάνε
πεθαίνουμε γελάμε
και πάλι απο την αρχή
μα που πάμε ;
Ναζλού Σ.
Γαλήνη.
τριάντα ευχές πριν κοιμηθείς , γιαγιά
οι επιθυμίες να ξεκολλάνε από μέσα μας
δεν υπάρχει κάτι να πούμε
ή ακόμα χειρότερα να κάνουμε
όλοι νομίζουν ότι κοιμάσαι
ενώ εσύ απλά δακρύζεις με κλειστά τα μάτια.
και κάνεις δεν προλαβαίνει
να σου πει Καληνύχτα
πριν το ταξίδι σου.
Σάββατο 17 Ιανουαρίου 2009
΄΄...εξατμισμένη απέλπισια, βρεγμένη ομορφιά και τα σκυλιά δεμένα...΄΄
και στο τέλος χάνονται
τα λόγια
τα φιλιά
εξατμίζονται
τα χείλια που κοσκίνιζαν τις πιο σκληρές λέξεις
τα μάτια που κρατούσαν τα πιο βαριά δάκρυα
η αντίδραση απέναντι στο σάπιο και το αμετακίνητο
η συγκίνηση απέναντι στο ελαφρύ και τραυματισμένο
πόνοι και χαρές
έρωτες και δεσμά χάρτινα
τα πιο δροσιστικά δηλητήρια
χρόνοι μασκαρεμένοι με αναμνήσεις και φροντίδες
από κείνους
που χάθηκαν προτού αγαπήσουν
σιωπή
και ένας καθημερινός θάνατος
για μια εναλλακτική πηγή ζωής
τραγούδια και παιχνίδια ακατανόητα
η μοναξιά σου επιλογή των άλλων
η ζωή σου το ίδιο
ζωή
αυτό το νηπενθές μάθημα
αυτός ο αγώνας ψυχανώμαλου δρόμου
που ενώ τρέχεις
σου φωνάζει συνέχεια:
''ποιος σε υπολογίζει εκτός από σένα;΄΄
την απάντηση θα βρεις
όταν πέσει ο μπαλτάς της λαιμητόμου
και η ψύχη σου σκορπίσει στο δρόμο
ή στο σαλόνι που γνώρισες τρομαγμένος τον έρωτα
για αυτό καλά θα κάνεις να μην ρωτάς πολλά
μόνο να πορεύεσαι κρατώντας ένα μπουκάλι από το πιο γλυκό κρασί
και να δίνεις και καμιά γουλιά στον διπλανό
και αν δεν σου πει ευχαριστώ
σπασ΄ του το κεφάλι
και δώσε του άλλη μια γουλιά
με σπασμένο κεφάλι
το κρασί είναι πιο γλυκό
σαν φιλί . . . . . . .
΄΄Θόρυβοι. . .΄΄
Παρασκευή 16 Ιανουαρίου 2009
παρε - δώσε
ποια η διαφορά ;
σκάρτη η πραμάτεια,
ο πελάτης εξαπατημένος
το κέρδος δικό σου
πάντα...
κοιμήσου και βλέπουμε...
έστω
να κερδίσουμε / αυτόν το πόλεμο / και ας γίνει μέτα ότι θέλει.
Πέμπτη 15 Ιανουαρίου 2009
΄΄Τα Χταποδάκια΄΄
Και να, δεν πέρασαν ούτε τρία λεφτά, και ξαναπαρουσιάστηκε στην πόρτα. Έκανε να μπει πάλι στο μαγαζί, ένεκα που είχε μεθύσι πεισματάρικο, επίμονο, τίποτα δεν τον έκανε ν’ αλλάξει το κέφι του. Μεμιάς όμως όλοι σηκωθήκαμε, η παρέα μας, η άλλη παρέα, ο μαγαζάτορας:
- Πάλι εδώ είσαι; Έξω! Έξω! Φεύγ' από δω! Πήγαινε στο σπίτι σου! Μπεκρούλιακα! Προστυχόμουτρο! Κολλιτσίδα! Ψείρα! Ψείρα!
Αυτό γίνηκε τίμια κι αυθόρμητα, μας είχε φέρει ως εδώ, ο αλιτήριος! Όσο εμείς ξαφνιαστήκαμε από το φέρσιμό μας, άλλο τόσο κι αυτός. Η κατακραυγή χίμηξε απάνω του, τόνε βάρεσε στο στήθος, τον σταμάτησε, τον πισωπλάτισε. Απόμεινε ασάλευτος, κρατώντας τα τυλιγμένα χταπόδια στο χέρι το ζερβί, κι έριξε ματιά γεμάτη δέος ολοτρόγυρα. Πρέπει τα μούτρα μας να ήσαν τόσο άγρια, που φοβήθηκε.
- Καλά... μουρμούρισε... Καλά! Θα φύγω... Αφού δε με θέλετε... Μα πού να πάω; Πού; Στην Ευταλία; Ένας λόγος είναι αυτός. Ούτε κι αυτή με θέλει, όπως κι εσείς. Κανείς! Κανείς...
Τον έπιασε κάτι σαν παράπονο, κι άπλωσε το χέρι όπου κρατούσε τα χταπόδια:
- Να! Αυτά τα χταπόδια. Στη χόβολη... Όλοι μαζί θα τα τρώγαμε. Ένα μεζέ κι ένα κρασί. Σαν άνθρωπος κι εγώ. Σαν άνθρωπος...
Μας κοίταγε και πρόσμενε κατανόηση, σαν άνθρωπος από τους ανθρώπους. Μα μόνο φάτσες παγωμένες αντίκρισε, μάτια γεμάτα σκληράδα και κακία. Κακία ανθρώπινη.
Τότε, κατάλαβε. Κάτι σαν αποκαρδίωση τον έπιασε, όλα έσπασαν εντός του. Έπεσε αδύναμο το χέρι που κρατούσε τα δυο χταπόδια στο στράτσο το χαρτί, μάταιη προσφορά στην κατανόηση των ανθρώπων. Πήρε αργή στροφή, βγήκε πάλι από το μαγαζί, έπεσε βαρύς στο σκαλοπάτι κι απόμεινε ασάλευτος, με το τσακισμένο του κεφάλι μες στις δυο παλάμες. Δεν εμίλησε πια, τίποτα δεν είπε, μα έσμιξε την ψυχή του με τη νύχτα του νοτιά, τη σκέπασε με σύγνεφα, την τύλιξε με πνοές όστριας χειμωνιάτικης. Όσο για μας, ξανασκύψαμε στα ποτήρια, στις εφημερίδες, στις κουβέντες μας, μην καταλαβαίνοντας, μη θέλοντας να καταλάβουμε. Πέρασε έτσι ώρα αρκετή, ίσως και δέκα λεφτά, ίσως και τέταρτο ολόκληρο. Κι όταν ανασήκωσα τα μάτια και κοίταξα την πόρτα, εκεί που είχε καθίσει, δεν τον είδα πια. Είχε φύγει, τράβηξε μέσα στη νύχτα, ποιος ξέρει για πού, να μαγειρέψει τα χταπόδια του, να πιει ένα κρασί, σαν άνθρωπος. Σαν άνθρωπος, ακριβώς... ΄΄
απόσπασμα απο ΄΄Τα Χταποδάκια΄΄ του Μ.Καραγάτση
Herbert von Karajan 15 Μαΐων
Τετάρτη 14 Ιανουαρίου 2009
κοιτάς έμενα
και πάλι νομίζεις ότι τρελαίνομαι
δεν ήμουν πάντα έτσι
έμοιαζα κάποτε με γιορτή με γλέντι με γέλιο
και σε αυτήν την γιορτή, σε αυτό το γλέντι σε αυτό το γέλιο
γνώρισα ανθρώπους που χαρίζανε προσευχές σε αντικείμενα άψυχα
γνώρισα τους πιο ήρεμους αυτοκράτορες
μα κοίταξε τώρα
ο ουρανός σου τρελάθηκε
τα σύννεφα έχουν τρομάξει
η θάλασσα είναι μόνη
και τα δέντρα καπνίζουν - βρώμικοι καπνοί ελεύθεροι χάνονται ψηλά
ψηλά, ψηλά, ψηλά. . . .
Πώς με κοιτάζει έτσι
αυτό το άσπρο κομμάτι χαρτί
πώς με κοιτάζει έτσι το φεγγάρι...
Πώς θροΐζει μέσα μου
αυτό τον παγωμένο χάρτη στο βυθό
πώς με κοιτάει έτσι το φεγγάρι...
Ποιανού καιρού το λυπημένο δάχτυλο
κρυμμένο πίσω από δάση και βουνά
δείχνει παντού και πουθενά
τι θέλει το φεγγάρι...
Ποιανού αλόγου τρελαμένου το χλιμίντρισμα
κάνει τόση αντήχηση μέσα μου
μού διογκώνει το Εγώ μου...
Ποιανής σελήνης έκλειψη
ποιου φεγγαριού η χάση
μαζί σηκώνει μέσα μου
άμπωτη και παλίρροια δίδυμες αδερφές μου...
πώς με κοιτ...
Πώς σκύβει έτσι πάνω στο στόμα μου να δει
αν ανασαίνω ο Καρυωτάκης...
Κατερίνα Γώγου
Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2009
ηθική / λογοτεχνική / οικονομική κρίση
΄΄απο τα σπίτια της Προμηθέως ώς τα Κάστρα...΄΄
περπατούσα / ο βηματισμός έδινε ρυθμό / νόημα στην πορεία / το που και το πώς / θα κατέληγε / το ξέραν μόνο οι άλλοι / εγώ απλώς ήμουν στην μαρκίζα του έργου / όχι πρωταγωνιστής / κομπάρσος / - αυτοί που προηγούνται πέφτουν σε λακκούβες / αυτοί που έπονται θα πατήσουν στους πρώτους / θα σωθούν.
Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2009
Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2009
΄΄ασανσέρ για το φεγγάρι....΄΄
ασανσέρ για το φεγγάρι; / λεχάρι νταβατζής που εκδίδει ποιήματα και άστρα / ειλικρινής σαν Κυριακάτικο τραπέζωμα / σέρνει το τομάρι του / και αυτό το λέει ζώη / ρωτάει / Κύριε, Κύριε που μας είπατε να βάλουμε βαθιά μέσα τα όνειρα μας τα γαλανόλευκα ; / εχθές αγόρασα δυο κονσέρβες τουρσί λάχανο / και μου χάρισαν μια σημαία / την αντάλλαξα με τα Άπαντα του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή / με ένα συνταξιούχο του ΤΕΒΕ / η ζώη μας γίνεται τόσο ενδιαφέρουσα μέρα με τη μέρα / δεν συμφωνείς ; / η υπακοή εξελίσσεται / από τυφλή έγινε αλλήθωρη / σαν την πρώτη φόρα που νόμιζες οτι έκανες έρωτα / και έγραψες μετά το πρώτο σου ποίημα / αυτές / αυτές /οι ομόηχες ευαισθησίες σου θα μας σαρώσουν.
the Road to Peace
He was the youngest of nine children, never spent a night away from home.
And his mother held his photograph, opening the New York Times
To see the killing has intensified along the road to peace
There was a tall, thin boy with a whispy moustache disguised as an orthodox Jew
On a crowded bus in Jerusalem, some had survived World War Two
And the thunderous explosion blew out windows 200 yards away
With more retribution and seventeen dead along the road to peace
Now at King George Ave and Jaffa Road passengers boarded bus 14a
In the aisle next to the driver Abdel Mahdi (Shahmay)
And the last thing that he said on earth is "God is great and God is good"
And he blew them all to kingdom come upon the road to peace
Now in response to this another kiss of death was visited upon
Yasser Taha, Israel says is an Hamas senior militant
And Israel sent four choppers in, flames engulfed, tears wide open
And it killed his wife and his three year old child leaving only blackened skeletons
It's found his toddlers bottle and a pair of small shoes and they waved them in front of the cameras
But Israel says they did not know that his wife and child were in the car
There are roadblocks everywhere and only suffering on TV
Neither side will ever give up their smallest right along the road to peace
Israel launched it's latest campaign against Hamas on Tuesday
Two days later Hamas shot back and killed five Israeli soldiers
So thousands dead and wounded on both sides most of them middle eastern civilians
They fill the children full of hate to fight an old man's war and die upon the road to peace
"And this is our land we will fight with all our force" say the Palastinians and the Jews
Each side will cut off the hand of anyone who tries to stop the resistance
If the right eye offends thee then you must pluck it out
And Mahmoud Abbas said Sharon had been lost out along the road to peace
Once Kissinger said "we have no friends, America only has interests"
Now our president wants to be seen as a hero and he's hungry for re-election
But Bush is reluctant to risk his future in the fear of his political failures
So he plays chess at his desk and poses for the press 10,000 miles from the road to peace
In the video that they found at the home of Abdel Mahdi (Shahmay)
He held a Kalashnikov rifle and he spoke with a voice like a boy
He was an excellent student, he studied so hard, it was as if he had a future
He told his mother that he had a test that day out along the road to peace
The fundamentalist killing on both sides is standing in the path of peace
But tell me why are we arming the Israeli army with guns and tanks and bullets?
And if God is great and God is good why can't he change the hearts of men?
Well maybe God himself is lost and needs help
Maybe God himself he needs all of our help
Maybe God himself is lost and needs help
He's out upon the road to peace
Well maybe God himself is lost and needs help
Maybe God himself he needs all of our help
And he's lost upon the road to peace
And he's lost upon the road to peace
Out upon the road to peace.
Σάββατο 10 Ιανουαρίου 2009
απο τα Καψαλισμένα Κουρέλια της Ζυστίν
και 'μεις να ανταλλάσσαμε γνώμες και βλέπαμε να καίγεται η ψυχή μας και λέγαμε υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά υπάρχουν σώματα που σάπισαν χωρίς να αγαπηθούν υπάρχουν κάποιοι που θα ακούσουν το ψίθυρο σου που θα ντραπούν μπροστά στην γύμνια σου
πορεία
βρέχει
οι δημοκρατικοί μονόλογοι σκουριάζουν
παιδιά φοβισμένα τα συνθήματα τρέχουν να ξεφύγουν
ο ουρανός βαμμένος γκρίζος και η άσφαλτος κόκκινη
η άσφαλτος που κόλλησε στα μαλλιά σου
ταραγμένη και απείθαρχη να συντονίζεις τον χαμό
ασθμαίνοντας από τους πυρσούς των φαύλων...
Παρασκευή 9 Ιανουαρίου 2009
εθνική συμφιλίωση
απο το κομματιασμένο παλτό που έγινε σημαία ανήμερα των Φώτων που γιορτάζει η ΔΕΗ
απολογία ευτραφούς λιτοδίαιτου αναρχικού μόνο στην σκέψη (...άμα έχεις ιδέες / τι να σου κάνει και ο αυνανισμός; )
δεν ακούω ούτε τα δικά μου παράπονα - μουδιάζουνε τα πούστικα μαζί με το σώμα μου -
για το μυαλό δεν το συζητώ - αυτό έχει κλείσει πτήση για Μελβούρνη - Μελβούρνη Βαρκελώνη Πράγα Μπουένος Άιρες Πρέβεζα Κιλκίς και στο τέλος Κρήτη - εκεί θα ήταν καλά - να σκάβουμε την γη - και το βράδυ να σερνόμαστε...
αλλά ας σταματήσω...
μου είχες πει Με πνίγουν τα όνειρα των άλλων, μας πως ονειρεύονται, με ποια εφόδια;;;
δεν σου απάντησα - τι να σου έλεγα; - ότι κόβουν ένα κομμάτι από τον εαυτό τους και συνεχίζουν;
πάντως για ότι μου έχει συμβεί να ξέρεις.... φταίει ότι πήγα να το παίξω καθρέπτης μπροστά στα τέρατα και στους ανθρώπους
΄΄κυνισμός - πατριωτισμός και άλλα συμπαθή τρωκτικά...΄΄
δούναι και Ανευλαβήν
και οι άγγελοι χωρίς ντροπή
πρόφεραν το όνομα μου
εκείνη μετά από 5 χρόνια στο διπλανό τραπέζι
η πρώτη μου Αγάπη
αδυνατισμένη
με ένα ποτήρι ρετσίνα στο χέρι.
η πρώτη μου Αγάπη,
κάποιος θα την χαρακτήριζε ΄΄Πλατωνική΄΄
μαλακίες,
άσε που δεν μου αρέσει και ο Πλάτωνας
μάλλον ως ΄΄Αριστοφανική΄΄ θα ήταν το ιδάνικο να την πεί κανείς
Πέμπτη 8 Ιανουαρίου 2009
....
Έρχομαι από τη νύχτα του καιρού
Στη κάμαρή σου κάθε βράδυ
Και πάω και στέκομαι παντού
Σα χάδι.
Σα χάδι στέκομαι – κι απλώνω
Σα μια ψύχη
Που αποκοιμίζει ό,τι απ’ το χρόνο
Δεν έχει ακόμα κοιμήθει…
απόσπασμα απο το ποίημα του Μήτσου Παπανικολάου ΥΠΝΟΣ
Τετάρτη 7 Ιανουαρίου 2009
ΤΟ ΠΑΡΤΥ
άνθρωποι που μοιάζουν με σκυλάκια
μια κοπέλα δείχνοντας διακριτικά το στήθος της με ρωτάει ευγενικά ξέρεις ρε πούστη να στρίβεις τσιγάρα;
Μόνο λαρύγγια γλυκιά μου πουτανίτσα απαντώ με ύφος Αγίου
. . . . . . . .
κάποιος στο μπαλκόνι κλαίει - φοβάμαι ο στίχος μου μην γίνει στόχος
. . . . . . . . .
μουσικές από την Κόλαση - τα σκυλάκια χορεύουν
πάντα είχα αδυναμία στα μεθυσμένα σκυλιά
που δεν γάβγιζαν ούτε δάγκωναν
μα νιαούριζαν στην κοιλιά της καλής τους
τα σκυλιά που δεν βρίσκαν το δρόμο για το σπίτι
. . . . . . . .
μουσικές από την Κόλαση
όποιος γιορτάζει
όποιος ουρλιάζει
ας ανάψει τον δυναμίτη στην τούρτα
. . . . . . . . .
η βραδιά συνεχίζεται - ώρες περνούν - κάνεις δεν αναρωτιέται ποιος γιορτάζει
. . . . . . . . .
τα ποτήρια - άστρα σκαλιστά - γέματα από το πιο γλυκό δηλητήριο
απο το βιβλιο ΄΄Γεροντόφιλοι, Νεκρόφιλοι, Μπακατέλες και άλλες συνταγές μαγειρικής΄΄
μέσα στο σπίτι είχε πιο πολύ κρύο απ΄ έξω / ταμπουρωμένες γριές / γέροι μαστουρωμένοι / βολεμένοι όλοι σαν βράχοι / να τρώνε παγωτό / να νοσταλγούν τα παλιά / να αναπολούν τα μεγαλεία τους / να χαϊδεύουν τις φωτογραφίες τους / ( και να χαϊδεύονται ) / και ας είναι 20 χρονών.
είκοσι χρονών γέρος
δεν πεθαίνει ο τιποτένιος
είκοσι χρονών γριά
με τα πόδια ανοιχτά
απο την Αθήνα
--
ρακόμελο με γαρύφαλλο στου Ψυρί και ο Νεκτάριος να μου προσφέρει με καλοσύνη Prince
--
το σπίτι του Κυριάκου στα Εξάρχεια. θυμίζει ταινία του 60' όλο το σκηνικό
--
μπύρα με ιστορία στην Νέα Φιλαδέλφεια
--
ΚΑΤ στα μαγειρεία 7 Όροφος Ντίνος ΒΟΥΜ ΒΟΥΜ στρίβει τσιγάρο
--
Μοναστηράκι. σημείο αναφόρας.εκέι να σε περιμένω. έρχεσαι με μια μικρή καθυστέρηση. ΌΝΕΙΡΟ
--
πάλι Εξάρχεια ταξιτζής μας χαρίζει την κουρσά.με το που ανοίγω την πόρτα ο Λεωνίδας Χρηστάκης μπροστά μας.
-Συγνώμη, είστε ο Λεωνίδας Χρηστάκης;
-Ναι. Υπάρχει κάποιο πρόβλημα με αυτό;
- Όχι. Απλώς σας αναγνώρισα.
-Ααα...(προς τον ευγενικό ταξιτζή) - Καλλιδρομίου πάνε με...
--
η οδός Αλέξη Γρηγορόπουλου κάμποσα μέτρα παραπέρα το σημείο που ρίξανε στον 21χρονο Ματατζή.
--
Σταθμός Λαρίσης.πάλι Μοναστηράκι καρδιά μ - Ερμού ( και σε ένα στένο μουσίκη, θυμάσαι;), Σύνταγμα και φεύγεις σου κουνάω ένα βρώμικο μαντήλι, βλέπω ( υποθέτω;) ένα χαμόγελο.
ΕΙΣΑΙ ΔΙΠΛΑ ΜΟΥ.
ΕΙΣ ΤΟ ΕΠΑΝΙΔΕΙΝ...
και εσύ θα είσαι εκεί... και ας μην προσέχεις
χαμόγελα μόνο.
μεταμεσονύχτιο
χωρίς δεύτερη σκέψη
και ότι απομείνει να το πεις με όποια περηφάνια χρυσάφι
να συγχώρησεις το τέρας που πάτησε πάνω σου
για να σωθεί από την υπολογισμένη του ευτυχία
----
είσαι όνειρο
για αυτό δεν θέλω να ξυπνήσω...
παραμένω ταπεινός μπροστά σου
εξαργυρώνοντάς κάθε φτηνή μου ειρωνεία στην αγάπη.
ΚΑΛΗΝΥΧΤΑ
....οι πολλές ταινίες βλάπτουν....
με την βεβαιότητα του ηλίθιου
και την αυθεντικότητα ως αξία
μα και ένα ρέψιμο δεν είναι αυθεντικό;
αλλά για αυτούς έχει αξία και συγκίνηση
να στέκονται στα δίκια τους
να τα βασανίζουν
να επιμένουν να σκαλίζουν χωρίς να θέλουν να λερώσουν τα χέρια τους
αμ δε..........
αλλά έστω...
εγώ θα ανάψω την φωτιά
αυτοί θα περπατήσουν;