Έργα οδοποιίας και άλλες σκοτεινές δυνάμεις μας καθυστέρησαν. . . Αυτό μόνο θυμάμαι να λέω κόκκινος και βαρύς στην Κοζάνη και το κοινό απέναντι μου να αφήνει ένα γέλιο. Είχα και μικρόφωνο. Έπρεπε να φωνάξω ΦΩΤΙΑ ή ΒΟΗΘΕΙΑ. . . Είχα και σημειώσεις που αχρηστεύθηκαν. Μετά ειπώθηκαν από άλλους πράγματα ωραία. Και χαμόγελα και βιβλίο πέντε ευρώ - πάρε κόσμε και μην καταριέσαι. . . Πήρα και εγώ ένα να το χαρίσω κάπου στο Χαλάνδρι.
Μια βδομάδα γεμάτη.
Ταξίδι πρώτο στην Πτολεμαΐδα με καιρό καλοκαιριάτικο. Μας κουβαλάει με την μητέρα, ο θείος Γιώτης. Η Θεία Ηρώ - αδελφή της γιαγιάς Ζαφειρούλας - να μου λέει ΄΄Παναγιώτη μου, ήρθες;΄΄
Ήρθα αλλά ο Παναγιώτης είναι στην Πάτρα με την Ξένια και περιμένουν τον επόμενο
Σκορδά ( Να τον κάνουμε Ποιητή, Παναγιώτη. Της ψωριάρας ελληνικής λογοτεχνίας, που χαζεύει με το
διαβατήριο τα αλλοδαπά παπαριασμένα σε μεταφράσεις, της λείπει το χιούμορ με έναν που
πεινάει και έναν που τρώει ενώ δεν πεινάει, με έναν ακροβάτη και με έναν που στήνουν αποικία στην κρεμασμένη του κοιλιά. . .). Στην κεντρική πλατεία το άγαλμα του Πτολεμαίου και πιο κάτω δήμαρχοι. Πτολεμαίος και Δήμαρχοι, όλα ένα σε μάρμαρο. . . Το μάρμαρο δίνει σεβασμό, κύρος.
Και από εκεί στην Κοζάνη, να δω τον Βασίλη Καλογήρου αγκαζέ με την Πηνελόπη και την αδερφή της, παντοδύναμη γιατρό Δήμητρα που δεν χρειάζεται δικαιολογίες για να απαντήσει και έχει μόνο την αντοχή και το χαρακτήρα της. Λέει - Γίνομαι κακιά. . . . Της λέω - Καλό αυτό, γίνεσαι κακιά. . . Δεν είσαι. . . Και μου χαμογελά. Μάλλον έχω δίκιο.
Με αγαπάνε. Με κερνάνε. Μεζέδες, ποτά και λογάκια που το ένα περιμένει το άλλο με υπομονή. Ο Καλογήρου μου δίνει την Καταχνιά του Ουναμούνο, όπως παλιότερα τον Ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι.
Τους λέω ιστορίες, επαναλαμβάνομαι χωρίς να έχω χορηγούς. Τον αγαπάω αυτόν το περίγυρο και μου σκάνε χαμόγελα. Καμπυλωτή αφήγηση, φτωχομπινέ. Πετάω πράγματα για την Δέσποινα Γρέκα, για την Κορρέ και την Αιωροκλαίους. Αυτές οι τρεις έχουν αυτό που μου λείπει. Σκέψη και τέχνη. Η κάθε μια με τον ωραίο της τρόπο. Έτσι τα νομίζω. Κρατάω μια κωμωδία μέσα στο κεφάλι μου, περιορισμένη, με σύμμαχο / συμμαθητή / συμπολεμιστή, τον Νικόλαο Βότση.
Φτάνει το βραδάκι και επιστρέφουμε σπίτι.
Το πρωί η μητέρα νιώθει δυσφορία και πάμε στο Γεννηματά . Της κάνουν εισαγωγή. Το βράδυ μας λένε Οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου και ησυχάζουμε. Ξέρουμε τι έχει, ξέρουμε πως θα το αντιμετωπίσουμε. Την αγαπάμε και όλα θα πάνε καλύτερα.
Εμβόλιμα σε όλο αυτό τον χαμό, έρχεται από την Μύκονο ο Ντινάκος. Δάσκαλος μέσης εκπαίδευσης και ικανός για τα πάντα - για κανένα εμφανή λόγο ( για όσους κοιτάνε το γιατί - εκείνος ξέρει καλύτερα. . . ). Με παίρνει από το χέρι και τραβάμε για το φεστιβάλ ντοκιμαντέρ στην παραλία. Μαθαίνουμε για τον φωτογράφο Καλαφάτη και τον δημοσιογράφο Ηλία Δημητρακόπουλο που έριξε μια σπρωξιά καλή στον παμπόνηρο Σερραίο Εθνάρχη και ανέβασε την πίεση στον Κίσινγκερ.
Και πάλι στην Αγίου Δημητρίου με την υψηλότητα της Γ.Διάκου στο σπίτι του συνθέτη. Και αστεία, και προδοσίες και νότες και χιούμορ που τσακίζει κόκαλα και μουσικοί που πάνε και έρχονται να ρίξουν τις νότες τους. Μαθαίνω να κοπανάω τα μαύρα πλήκτρα και κοιμάμαι χωρίς τύψεις.
Σήμερα.
Η μητέρα βγαίνει από το νοσοκομείο. Ανησυχεί μα πρέπει μόνο να προσέχει.
Και έρχεται ο Βότσης και βγαίνουμε περίπατο ανεπανάληπτο.
Και όλα πότε πότε μας αξίζουν.
3 σχόλια:
και σκεψη εχεις, και τεχνη.
τιποτα δε σου λειπει.
τιποτα να μη σου λειπει.
ωραια εβδομαδα
ΈΠΟΝΤΑΙ!
Αλίς,
Να ΄σαι καλά.
GEORGIA D.,
ΑΠΟ ΠΑΝΤΟΥ!
Δημοσίευση σχολίου