Το πιάνο ρωσικό, κολοβό - αν είχε ουρά, θα στρώναμε πάνω του ένα τραπεζομάντιλο, μεζέδες έτσι για την όρεξη και σε μικρά σκαλιστά ποτήρια τσίπουρο ή ρακί. Η πλάτη του στο τοίχο και μπροστά του, εκείνος να παίζει ένα επαναλαμβανόμενο ρυθμό. Κάπου κάπου ξεφεύγει από τον ίδιο ρυθμό, σαν κόλπο, σαν να παραδρομεί, να γυρίζει από άλλο δρόμο σπίτι του και όχι από τον καθημερινό.
Πίσω του δυο κιθάρες. Η μια ατμοσφαιρική, σε τυλίγει και η άλλη σε χτυπάει στο μέτωπο και σχολιάζει τα υπόλοιπα. Η φυσαρμόνικα κρύβεται και αυτή, παρατηρεί και περιμένει να μουντάρει. Ακούγεται και ένα ντέφι, σαν αλυσίδες που σέρνονται αργά. Συμφωνία φίσκα δωματίου.
Κοιτάω, με ένα ποτήρι στο χέρι, την βιβλιοθήκη του δωματίου. Das Kapital του Marx, σε μορφή κουμπαρά. Για αυτό μάλλον σκίστηκε το να το γράψει ο Marx, για να βρεθεί κάποιος να πουλήσει τον κουμπαρά.
΄΄Να τα βάλεις, στον κώλο σου ρε. . . Να τον κάνεις κουμπαρά. . ΄΄ μου φώναζε κάποτε η άλλη ενώ μου επέστρεφε το μισό ποσό που της δάνεισα. Δεν πρέπει να είχε διαβάσει το Κεφάλαιο. Ακόμα περιμένω το υπόλοιπο να ξεχρεώσω άλλους που περιμένουν από εμένα.
Ακολουθούν οι κακοπεθαμένοι Γκόγκολ και Μωπασσάν, ο κόμης Τολστόι και ο Μεγάλος Γελαστής Κάφκα. Συνεχίζουν τόμοι με χιλιάδες εικόνες μαστόρων της ζωγραφικής, της αναπαράστασης, της σπασμένης ή σφιχτής φαντασίας.
Έξω, λίγο πιο πέρα από το σπίτι, ένας τύπος προσπαθεί, επί ένα εικοσάλεπτο, να βάλει μπρος το μηχανάκι του. Κάθε βράδυ, περίπου στις δύο, δυόμιση η ώρα, ρίχνεται σε αυτό τον αγώνα. Το γεγονός με βάζει σε σκέψεις και καταλήγω ότι φυλάει τσίλιες για τον καλύτερο φίλο και το μαρσάρισμα είναι το συνθηματικό τους. Ο φίλος του το ακούει και φεύγει από τα παράθυρα της καλής κάποιου άλλου. Εκτιμώ αυτή την αλληλεγγύη και τον συγχωρώ.
Η συμφωνία του φίσκα δωματίου φαίνεται να τελειώνει. Παίζουν και δεν χάνουν. Ρυθμοί, μελωδίες και σφήνα, καρφωτές στην παλάμη ατάκες ηχογραφούνται. Ύστερα ακολουθούν μονόλογοι με την μορφή συζήτησης. Παράξενο; Όχι. . . Έτσι ακριβώς συνεννοούνται μεταξύ τους και οι συγκεκριμένοι μουσικοί.