Στον Γιώργο Σαββίδη
Μου βάλανε ορό και ο Γιατρός έδωσε εντολή να μην μου δώσουν τίποτα να φάω. Σε τρεις μέρες έχασα κάπου 3 κιλά. Τα γένια μου τότε είχαν φτάσει μέχρι το στέρνο. Ο απέναντι μου, ένας κωλόγερος με το ίδιο πρόβλημα με εμένα μου είπε ότι είμαι σαν Ονούφρης. Τον ρώτησα γιατί δεν έρχεται κανείς να τον δει και το βούλωσε. Αμέσως ένιωσα άσχημα για αυτό που είπα. Αλλά μετά με έπιασαν οι πόνοι και το ξέχασα. Μπορεί και εκείνος.
Το πρώτο βράδυ, με ξύπνησαν ουρλιαχτά. Ένας υστερικός νοσηλευτής φώναζε στις νοσοκόμες ΄΄Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΧΕΣΤΗΚΕ, ΕΛΑΤΕ, ΧΕΣΤΗΚΕ. . . ΤΙ ΜΠΟΧΑ. . . ΓΙΑΤΙ ΣΕ ΕΜΈΝΑ. . .΄΄. Ο παππούς ήταν με εγκεφαλικό, δεν ένιωθε τίποτα και αυτός ο πούστης ούρλιαζε λες και έπιασε φωτιά. Ήθελα να σηκωθώ και να τον κάνω κόμπο αλλά ήμουν εξαντλημένος, αφυδατωμένος από την αιμορραγία. Ίσως αν του έλεγα ΑΓΑΠΟΥΛΑ, ΕΛΑ ΛΙΓΑΚΙ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ και τότε θα του την κάρφωνα με το κοντάρι του ορού. Δεν τον πρόλαβα, έφυγε και ήρθαν οι νοσοκόμες να καθαρίσουν τον γέρο.
Κοιμήθηκα αμέσως.
Παράξενο το όνειρο. Νύχτα, λέει έξω από ένα στρατόπεδο και περιμετρικά του αμάξια με τους οδηγούς να καβαλάνε πουτάνες. Έσκαγαν περιπολικά αλλά κανείς δεν τους έδινε σημασία. Μέσα στο στρατόπεδο, στην κορφή του όπου ήταν ο όρχος με τα οχήματα είχε ξεσπάσει πυρκαγιά. Καναδέζες σκάγανε, τα φανταράκια να τρέχουν με βρεγμένη πετσετούλα στο σβέρκο να σβήσουν την φωτιά. . . Οδηγοί και πουτάνες είχανε βγει έξω και χάζευαν, όπως χάζευουν το φεγγάρι στις ταινίες τα ζευγάρια . . Ένας μου ζήτησε φωτιά και του έδειξα αυτή μέσα στο στρατόπεδο. . . Γέλασε.
Το πρωί ένιωθα να πνίγομαι και ξύπνησα. Η καθαρίστρια σφουγγάρισε το θάλαμο χωρίς να ανοίξει ούτε ένα παράθυρο και η μυρωδιά της χλωρίνης κόντεψε να μας στείλει όλους αδιάβαστους. Βήχαμε όλοι μαζί με ρυθμό. Σηκώθηκα αργά αργά και άνοιξα το παράθυρο. Καταχείμωνο και οι γέροι άρχισαν να τρέμουν και να βρίζουν. Ο απέναντι μου είπε να με πετάξουν από το παράθυρο πριν το κλείσουν. Το έκλεισα, ξάπλωσα και κουκουλώθηκα για να μην τους βλέπω.
Κάποια στιγμή βρήκα ένα περιοδικό στο συρτάρι του κομοδίνου δίπλα μου. Ο προηγούμενος από εμένα - τι να του είχαν κάνει; - θα το ξέχασε. Λογοτεχνικό. Ποιήματα, πεζά, δοκίμια και ένα αφιέρωμα στο λογοτεχνικό παλκοσένικο της Θεσσαλονίκης. Αυτός που το σκάρωσε, αναρωτιόταν για την εσωστρέφεια, το εσωτερικό μονόλογο που πήγαινε σύννεφο κτλπ. . . Πήρα ένα στιλό και έγραψα από δίπλα 40.000 ΠΑΡΑΚΡΑΤΙΚΟΙ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΑΥΤΗ, ΜΑΣΤΟΡΑ, ΦΑΓΗΤΑ ΒΑΡΙΑ ΚΑΙ ΟΠΟΥ ΓΥΡΙΣΕΙΣ, ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ.
Κατά τις δώδεκα ήρθε ο Γιατρός με την ακολουθία του. Μέχρι να έρθει σε μένα σκεφτόμουν πόσο κόσμο έκανε καλά. Σίγουρα την μάνα του. Τον πατέρα του, μπορεί. Στο πρόσωπο του φαινόταν αυτό. Του τρώγαμε το χρόνο. Εγκεφαλικά, εντερορραγίες, διαβητικοί, ο διπλανός μου είχε πιει κατά λάθος - έτσι μου είπε - νέφτι αλλά τον προλάβανε.
Ήρθε κάποια στιγμή μαζί με το μπουλούκι μπροστά μου. Κοίταξε το φάκελο μου, ρώτησε μια σκατόφατσα από την ακολουθία τι έχω, η σκατόφατσα κάτι πήγε να πει, ο Γιατρός τον διέκοψε και είπε κάτι άλλο. Κοίταξε τις εξετάσεις και μου είπε ΄΄Δεν βλέπω κάτι το αρνητικό. . . Ούτε όμως και θετικό σε εσένα΄΄. ΄΄Γιατρέ αυτό μου το λέει συχνά η γυναίκα μου. . . Μήπως την ξέρετε;΄΄. Δεν μου απάντησε. Είπε να συνεχιστεί η νηστεία και βλέπουμε. Τον ρώτησα αν θα ζήσω. Μου είπε ότι θα ζήσω. Τον πίστεψα. Πήρε το μπουλούκι του και πήγε στον διπλανό θάλαμο.
Όταν ήρθε το φαΐ, η διάθεση στο θάλαμο έφτιαξε κάπως. Το φαΐ βέβαια δεν ήταν για αρρώστους, ήταν για μελλοθάνατους αλλά ήταν τζάμπα και το χάρηκαν όλοι. Ρώτησα την τραπεζοκόμο τι γίνεται αν κάποιος δηλητηριαστεί από το φαΐ μες στο νοσοκομείο. Τον πάνε σε άλλο νοσοκομείο; Δεν μου έδωσε σημασία, μια ματιά μόνο μου έριξε και σημείωσε κάτι σε ένα κωλόχαρτο που είχε.
Πριν την ώρα του επισκεπτηρίου έγινε. Η φωτιά ξεκίνησε από το ακτινολογικό στον κάτω όροφο. Μας είπαν να μείνουμε στα κρεβάτια μας μέχρι να σβήσουν την φωτιά. Θέλανε να μας κάψουν; Πήρα τον απέναντι και κατεβήκαμε κούτσα κούτσα κάτω στην αυλή για τσιγάρο. Έσβησαν την φωτιά τελικά, το επισκεπτήριο όμως αναβλήθηκε. Ο απέναντι δεν στεναχωρήθηκε και πολύ.
- Στα αρχίδια μου για το επισκεπτήριο. . . Έτσι και αλλιώς δεν θα έρθει κανείς να με δει. . . Έχεις ακόμα ένα τσιγάρο;
- Ένα μόνο.
- Γαμώτο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου