Κάποτε ένας αμπλαούμπλας με κοπανούσε κάθε φορά που με έβλεπε / ήμουν 12 13 τότε και για πρώτη φορά είπα στον αδερφό μου ότι κάποιος με πειράζει / ρώτησε ποιος είναι και μου είπε ότι δεν θα το ξανακάνει / ο αμπλαούμπλας μου ήρθε την επόμενη μέρα και με ρώτησε τι είπα στον αδερφό μου / του είπα Γιατί ρωτάς; και μου είπε ότι ο αδερφός μου έπιασε τα μεγαλύτερα του αδέρφια και τους είπε Αν ο αδερφός σας ξαναπειράξει τον δικό μου θα σας δείρω και τους τρεις / και ειδικά τον μικρό θα τον κάνω μπαλάκι. . . Ο αδερφός μου ο καραβοκύρης.
Κάποτε ο Σκορδάς με ρώτησε Αν πεθάνω, πόσες μέρες σου δίνουνε άδεια; Πέθανε ένα χρόνο αφού απολύθηκα / μα το εννοούσε.
Κάποτε η Αντιγόνη αφού άδειασε ένα μπουκάλι βότκα / το κοίταξε μια στιγμή και μου το πέταξε / έσκυψα και πέτυχε την φωτογραφία του άντρα που σήμερα χαίρεται μαζί του ένα παιδάκι.
Κάποτε ένας γιατρός στο Ιπποκράτειο με είπε / την ώρα που τάιζα τον παππού / Ο παππούς σου πρέπει να έχει μεγάλη περιούσια και κάθεσαι να τον προσέχεις. Του είπα ότι αν απεργήσει θα περισσέψουν πολλές ζωές. Δεν απάντησε, πήγε στο παρακάτω κρεββάτι, σε ένα συνταξιούχο χωροφύλακα και του υποσχέθηκε ότι θα ζήσει για πάντα.
Χρόνια μας πολλά, Παναγιώτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου