Στο λεωφορείο χθες, ήσουν ολόκληρος ένας πόνος. Χωρίς γκρίνιες, γκριμάτσες, ήσυχος επειδή βρήκες μια θέση να κάτσεις. Άνοιξες την τσάντα να βρεις κάτι να διαβάσεις μέχρι να φτάσεις σπίτι σου και τότε χτύπησε το τηλέφωνο.
- Συνταγματάρχης Μπόγος. . . λες και η άλλη το κλείνει κατευθείαν. Το έφαγε; Περίμενες να σου απαντήσει ΄΄Λοχαγός Χατζηγρηγόρη΄΄ αλλά το έκλεισε. Η γριούλα απέναντι σου σε ρώτησε αν φοράς περούκα.
- Όχι. . . Εσείς;
Έβρισε. Σεβάστηκες τα παιδιά και τα εγγόνια της που περιμένουν την σύνταξη της και δεν είπες τίποτα. Βρήκες ένα βιβλίο στην τσάντα και άλλαζες την σειρά των λέξεων. Έβαλες το ΄΄σκαμπάζω΄΄ μπροστά από το ΄΄σκατά΄΄ και το ΄΄ιδιοφυής΄΄ πίσω από το ΄΄κολονοσκόπηση΄΄ . Την ΄΄Αγάπη΄΄ την άφησες στην θέση της. Όπως και τον ΄΄τσιλιβήθρα΄΄, τον ΄΄Μπαμπαταράντουλο΄΄ και την ΄΄Ζυμαροπατούρα΄΄.
Σκεφτόσουν αν ο συνταγματάρχης Μπόγος ήταν στο πυροβολικό ή στα τεθωρακισμένα. Μπα, στο μηχανικό θα ήταν.
Οι πόνοι συνεχίζονταν αλλά το εισιτήριο το είχες χτυπήσει.