Από τα ΚΤΕΛ ποδαράτι μέχρι το σπίτι. Τι ωραία να ακούω την φωνή σου, σαν να με πιάνεις από το χέρι και λες μην δίνεις σημασία, προχώρα, μια ανάσα μια επιτύχια - τσιγαρόβηχας με ηχώ, Μαρίκα μου, τον συνεχίζω εγώ και κάνω ότι πνίγομαι. Πρόβες, ματάρες μου. Πρόβες, μια δεκαπενταετία. . . και ζούμε. Τα χουφτώνω όλα από την αρχή και οι ιστορίες μου τελειώνουν - όταν τελειώνουν οι ιστορίες, τελειώνουν και οι φίλοι. Μούρες μένουν μόνο.
Τριγυρίζω στους γέρους πάλι. Ιστορίες, ιστορίες, ιστορίες - όχι συμπεράσματα, όχι αριθμοί. Τα υπόλοιπα παπατζιλίκι. Έστω και καλοπροαίρετο.
Χθες ξενάγησα ένα Γάλλο κάπου είκοσι χρονών που μπλέχτηκε με οικολογία και πολιτική και ήρθε στην Θεσσαλονίκη να βρει άλλους με τις ίδιες ανησυχίες να τα πούνε και να οργανωθούν.
Είχατε το ίδιο μπόι αλλά αυτός ήταν καστανόξανθος με γένια και μιλούσε τα γαλλικά καλύτερα από εσένα.
Δεν του είπα Zoot Allures. Ήμανε καλός.
Όπως στην Αθήνα.
Τον γύρισα όλο το κέντρο και έλεγα ό,τι θυμόμουν με τα σπασμένα αποικιοκρατικά μου για τις εκκλησίες και τα φαγάδικα, για το κοτζαμάνικο. Σταματούσα πότε πότε στα περίπτερα για καμιά μπύρα. Ο Γάλλος - Τίο τον λέγανε - με ρώτησε γιατί πίνω. Του είπα ότι φταίει ο πούστης ο Petain. Γέλασε και συνεχίσαμε. Τον ρώτησα και για τον Celine, μου είπε Voyage au bout de la nuit και κούνησα την κεφάλα μου.
Τον άφησα και εκεί που θα τα έλεγε με τους άλλους και γύρισα σπίτι.
Δεν βγάζω συμπεράσματα ούτε συγκρίνω πια.
Τις μάγισσες δεν τις έκαψα.
Τις άφησα να φέξουν μοναχούλες τους.
Κάψανε άλλους,
κάνανε και παιδιά.
Δεν άλλαξαν πολλά. . . Τα ρούχα μόνο.
Τηλέφωνο από Γερμανία.